Ο 20ός αιώνας κληροδότησε την ανθρωπότητα με περισσότερα από 100 εκατομμύρια θύματα των πολέμων. Aν αυτός ο αριθμός φαίνεται υπερβολικός είναι διότι πέρα από τους δυο Π.Π. τον πόλεμο της Κορέας, της Ινδοκίνας, την εισβολή στο Αφγανιστάν, τον δικό μας Εμφύλιο, των γειτόνων Γιουγκοσλάβων, τον πόλεμο στον Κόλπο και τους Αραβοϊσραηλινούς, λησμονούμε τις συγκρούσεις σε Λίβανο, Καμπότζη, Κονγκό, Μποτσουάνα, Γουινέα, Λιβερία, Αφγανιστάν, Υεμένη, Αλγερία, Σιέρα Λεόνε, Σομαλία, Ρουάντα, Νεπάλ, Ιράν, Ιράκ, Ναγκόρνο Καραμπάχ, Σρι Λάνκα, Αμπχαζία, Ερυθραία, ανατολικό Τιμόρ και ο κατάλογος είναι έτι μακρύτερος.

Στον 21ο αιώνα, χωρίς να έχουν σβήσει πολλές από τις φλόγες του 20ού, προστέθηκαν αρκετές ακόμα εκ των οποίων οι πλέον αιματηρές συγκρούσεις σημειώθηκαν σε Συρία, Νταρφούρ, Ιράκ, Μπόκο Χαράμ, Ουκρανία και ασφαλώς στη Γάζα. Πέρα από την εκατόμβη των αμάχων, την καταστροφή υποδομών, την ισοπέδωση πόλεων, οι συγκρούσεις εγείρουν τεράστια κύματα μεταναστών, που μοιραία δημιουργούν αντίστοιχα προβλήματα. Αν σε αυτά προστεθεί η κλιματική αλλαγή, καθώς και η απουσία ηγετών σε παγκόσμια κλίμακα με αντίληψη, ικανότητες και βούληση το πράγμα γίνεται απαισιόδοξο.
|
Read more...
|

Καθώς στη χρονιά που έφυγε συμπληρώθηκε μισός αιώνας από το ορόσημο της Μεταπολίτευσης, την ιστορική εκείνη μεταβολή και το πέρασμα του τόπου από την στρατιωτική δικτατορία στην κοινοβουλευτική δημοκρατία, ήταν αναμενόμενο ότι θα υπήρχαν αφιερώματα στον Τύπο, εκδόσεις, ενδεχομένως νέα στοιχεία και γενικά ένας καλοδεχούμενος δημόσιος διάλογος, ως αποτίμηση της περιόδου.
Μια από αυτές τις απόπειρες, ήταν η έκδοση του καθηγητή Αντώνη Κλάψη που μέσα από τις 273 σελίδες της, μας μεταφέρει μια εμπεριστατωμένη μελέτη για το τι, το πώς και το πότε συνέβη εκείνες τις κρίσιμες ημέρες του θέρους του 1974, μέχρι το τέλος του έτους και την επαναφορά του τόπου στη λογική και στην ελπίδα.
Αποτελεί σημαντικό βοήθημα κατανόησης για όσους δεν τα έζησαν καθώς με εκατοντάδες παραπομπές σε επίσημα έγγραφα ενισχύει τις θέσεις και τα συμπεράσματά του. Ταυτόχρονα όμως γίνεται και ένα χρήσιμο εργαλείο για αυτούς που τα έζησαν και τα θυμούνται καθώς τους βοηθά να απομακρυνθούν, κάπως, από την όποια συναισθηματική φόρτιση των ημερών εκείνων και να επανεκτιμήσουν τα γεγονότα με ακέραια αντικειμενικότητα.
Όσο και αν με πολύ πρόχειρο και συχνά ποταπό τρόπο λοιδορείται σήμερα η Μεταπολίτευση, ήταν γεγονός που στιγμάτισε την νεότερη ιστορία του τόπου, κινήθηκε επί μακρόν επί ξηρού ακμής και ήταν μια μετάβαση καθόλου βέβαιη ή εύκολη.
Οι μηχανισμοί του κράτους μετά από επτά και πλέον χρόνια που είχαν διαβρωθεί από το καθεστώς έπρεπε να αλλάξουν άρδην, τόσο σε νοοτροπία, όσο και σε πρόσωπα που όριζαν τις τύχες των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών, τραπεζών που έλεγχε το κράτος, μα και νομαρχών, κοινοταρχών και δημάρχων που είχαν οριστεί από τη χούντα.
|
Read more...
|
O Αμερικανός δημοσιογράφος συγγραφέας Θάντερ Τόμπσον (Hunter S. Thompson 1937 - 2005), έζησε με τρόπο ακραίο και τρικυμιώδη. Με τον ίδιο τρόπο αποχώρησε από τα εγκόσμια. Αντισυμβατικός, αυτοκαταστροφικός, συχνά αμφιλεγόμενος, άφησε πίσω του σημαντικό έργο βασισμένο στις πολυκύμαντες εμπειρίες του. Όχι ιδιαίτερα γνωστός στον τόπο μας, οι περισσότεροι τον γνωρίσαμε από την ταινία The rum diary του 2011, βασισμένο στην ομότιτλη νουβέλα που είχε γράψει το ’60, αλλά κυκλοφόρησε το ’98.

Για λόγους που γίνονται αντιληπτοί εύκολα, ο Τόμπσον είχε ξεκάθαρο μίσος για τον πρόεδρο Νίξον που ποτέ δεν έκρυψε και πάντα διαλαλούσε. Ακολουθούν τρείς απόψεις του για τον Richard Milhouse Nixon, τον 37ο πρόεδρο των Η.Π.Α., τον μόνο παραιτηθέντα.
|
Read more...
|
Πολίτης γεννηθείς εν Ελλάδι, μόνιμος κάτοικος τούτου του τόπου τα τελευταία εξηντατόσα χρόνια, πολύ τυχερός δηλαδή καθώς δεν έχει βιώσει Κατοχή, Εμφύλιο, μετεμφυλιακό κλίμα και τα υπόλοιπα, αλλά και λίγο τυχερός επειδή πέρασε την επταετία πλημμεληματικά, μα και αρκετά αισιόδοξος ώστε να πιστέψει την μεταπολίτευση και τέλος, τέρμα αιθεροβάμων για την Αλλαγή που ήρθε …φεύγοντας. Ε! οι υπόλοιπες δεκαετίες ήταν λίγο από ξεβλάχεμα, ερωτοχτύπημα από τα πακέτα Ντελόρ, αρκετό από εκσυγχρονισμό, ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, ανασυγκρότηση, καταναλωτικό ντελίριο, γλυκά ατιμώρητα σκάνδαλα. Κατακρεούργημα της ισορροπίας με λίγες λέξεις. Μέχρι που το παιντί με γραβάτα πένθιμη βιολετιά, μας έστειλε το λογαριασμό από το νησί το ακριτικό.

Δεκαπέντε χρόνια από τότε, ότι λάθος μπορούσε να συμβεί, αν εξαιρεθεί ο πόλεμος, έχει συμβεί. Ότι είχε μείνει σχετικά όρθιο, κατέρρεε. Και τι δεν σπρώχτηκαν πάνω στο τραπέζι. Τι τεχνοκράτες, τι συγκυβέρνηση, τι μαύρο στην κρατική ενημέρωση, τι αγανάκτηση, τι μαχαιροβγάλτες, ακόμα και την εφεδρεία της Αριστεράς, λίγο Καμμένη βέβαια, ακουμπήσαμε με τα ρέστα μας, μα προκοπή δεν είδαμε. Τίποτα. Τραίνο πήγαινε το σύστημα. Μέχρι που:
|
Read more...
|
Η κινηματογραφική ή τηλεοπτική μεταφορά βιογραφιών προσώπων που άφησαν έντονο στίγμα με την παρουσία τους στον πλανήτη, έχει κ των πραγμάτων έντονο ενδιαφέρον. Με οποιοδήποτε τρόπο ξέφυγαν από την ανωνυμία και χάραξαν την τροχιά τους. Είτε πολιτικοί, είτε καλλιτέχνες ή αθλητές. Τέτοιες μεταφορές αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη προβολή αν πρόκειται για πρόσωπα σύγχρονα, διότι έχουν ήδη λάβει μια πελώρια προβολή, αποκτώντας διαστάσεις ινδάλματος και η εικόνα τους είναι οικεία σε τεράστιο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού. Επιπροσθέτως υπάρχει πλούσιο οπτικοακουστικό υλικό και τέλος απαιτείται μικρότερος κόπος από τους παραγωγούς να αποτυπώσουν το έργο τους, και λιγότερη γνώση από τους θεατές να αφομοιώσουν το αποτέλεσμα.

Το σχόλιο γίνεται με αφορμή τα έξι επεισόδια της σειράς Senna για την πλατφόρμα του νέτφλιξ και τη σύγκρισή της με την κινηματογραφική παραγωγή με τον ίδιο τίτλο και το ίδιο περιεχόμενο που κυκλοφόρησε 14 χρόνια νωρίτερα.
|
Read more...
|
Οι 310 σελίδες που περιμένουν τον αναγνώστη σε τούτο το πόνημα του Σουηδού συγγραφέα είναι αναπάντεχα ελκυστικές παρά το γεγονός ότι αναφέρονται σε ετερόκλητα θέματα. Υπάρχει όμως ένα κοινό στοιχείο που συνδέει το βίο ενός Πορτογάλου θαλασσοπόρου, τις δραστηριότητες ενός Σκοτσέζου φούρναρη και μιας Αμερικανίδας βιολόγου. Είναι το υγρό στοιχείο. «Αν υπάρχει κάτι αιώνιο, πρέπει να το αναζητήσουμε στη θάλασσα», μας λέει νωρίς - νωρίς (σ.37). Λίγο αργότερα (σ.59) φέρνει τον Χέρμαν Μέλβιλ να μας θυμίσει από τον Μόμπι Ντικ: «η θάλασσα δεν αφήνει να φαίνονται σημάδια».
Δίνει όμως και τον δικό του ορισμό για τη σχέση θάλασσας και ανθρώπου: «Η έξοδος προς την θάλασσα ήταν απαραίτητη διότι αποτελεί μέρος της ανθρώπινης φύσης. Γιατί οι άνθρωποι ζουν για να ανακαλύπτουν. Γιατί σε έναν πλήρως εξερευνημένο, κατακτημένο και αποσαφηνισμένο κόσμο, η ζωή του χάνει μέρος του νοήματος και του σκοπού της».
Αν ο αναγνώστης έχει τη συνήθεια να υπογραμμίζει τις παραγράφους που, κατά την κρίση του έχουν ξεχωριστό ενδιαφέρον ή ο συγγραφέας έχει διατυπώσει κάτι με ιδιαίτερα εύστροφο τρόπο, μέχρι κάποιο σημείο της ανάγνωσης λίγες παράγραφοι θα μείνουν χωρίς υπογράμμιση. Αλλά από εκείνο το σημείο και μετά θα πάψει να μαρκάρει λόγω …κόπωσης.
Και αυτό διότι ο Ρ.S. καταπιάνεται με πολλά πράγματα, έχει το χάρισμα να παρέχει πλήθος πληροφοριών, να κρατά το συναίσθημα του αναγνώστη σε μόνιμα υψηλές τιμές και να περνά με άνεση από ενότητα σε ενότητα που φαινομενικά δεν έχουν σχέση, αλλά να τις παντρεύει με χάρη και άνεση.
|
Read more...
|
Πολύ παλαιά το μαγαζί ήταν κραταιό, κυρίαρχο. Πάρα πολύ παλιά όμως. Ο χρόνος κυλούσε και όλα άλλαζαν. Μοιραία οι φλόγες του χαμήλωσαν, κάποια στιγμή έσβησαν. Βαθιά μέσα στη χόβολη όμως, κρυμμένες μέσα στην πυκνή στάχτη, φαίνεται θα είχαν μείνει κάποιες σπίθες και από καιρό σε καιρό η φωτιά φούντωνε και το μαγαζί γνώριζε μέρες κερδοφορίας και ευζωίας Μέρες κρασιού και λουλουδιών, τις οποίες διαδέχονταν εποχές γκρίζες και λυπηρές, απέλπιδες σχεδόν.

Αλλά έτσι είναι τα μαγαζιά όλου του κόσμου. Του προηγμένου τουλάχιστον. Η κάθε είδους επιτυχία δεν είναι ούτε εξασφαλισμένη, ούτε μόνιμη. Αν έλθει, κρατά λίγο ή περισσότερο και την διαδέχεται αυτό που μας μάθανε ως περίοδο ισχνών αγελάδων, ενδεχομένως δε, ακόμα και να κλείσει, να εξαφανιστεί από την αγορά. Έχει συμβεί σε πολλά μαγαζιά. Το δικό μας όμως, άντεξε. Συρρικνώθηκε, κατέβασε και ρολά για μεγάλα χρονικά διαστήματα, αλλά ξανάνοιξε χωρίς πολλά - πολλά βέβαια, αλλά ξαναβγήκε στην αγορά. Ως εκ τούτου έκτοτε αναζητεί ερείσματα, βοήθειες από μεγαλύτερα, ισχυρότερα, επιβλητικότερα καταστήματα.
|
Read more...
|
Στο κρύο πρωινό ανέβαιναν το στήθωμα με αργά με σταθερά βήματα. Η μάνα κρατούσε το παιδί από το χέρι. Τυλιγμένοι με τα παλτά τους για να αποφύγουν την ψυχρή υγρασία που δεν είχε προλάβει ακόμα ο ήλιος να απομακρύνει. Έφθασαν στο εικονοστάσι.

Εκεί έκαναν ότι γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις. Με τη σεμνότητα που επιβάλλουν τούτα τα επίπονα μνημόσυνα. Το λαδάκι στο καντήλι, λίγο λιβάνι, ένα σταυρό, κάτι από συγκίνηση. Με όλη την ταπεινότητα που διακρίνει την αγνή πίστη, με εκείνη τη θρησκευτικότητα που απομακρύνεται από το όποιο εκκλησιαστικό σύστημα.
|
Read more...
|
Ο θάνατος του πρώην πρωθυπουργού, νικητή δις σε εθνικές εκλογές και κυβερνήτη του τόπου επί οκταετία μοιραία ενεργοποίησε μνήμες για τα πεπραγμένα του, ενώ οδήγησε την κυβέρνηση στην απόφαση να κηρύξει τετραήμερο εθνικό πένθος.

Η κουβέντα της αποτίμησης του έργου του εκλιπόντος είναι μεγάλη αν όχι αχανής. Διότι άλλα καταθέτουν οι μεν, άλλα υποστηρίζουν οι δε και κυρίως άλλα θα λέγονταν αν είναι είχε εγκαταλείψει τα εγκόσμια νωρίτερα, π.χ. το 2005, και πιθανότατα άλλα θα διατυπωθούν μετά από 20 έτη, ιδιαίτερα αν προστεθούν χρήσιμα στοιχεία που τώρα είναι άγνωστα ή υπο-υπερτιμημένα.
|
Read more...
|
Το τέλος του ημερολογιακού έτους συχνά λειτουργεί απολογιστικά, ενίοτε και απολογητικά. Αναλογιζόμαστε τα πεπραγμένα. Σαν να έρχεται η αριθμητική να επιβάλει τη λογική της. Κάποιοι προσθέτουν κέρδη, άλλοι αφαιρούν πρόσωπα, κάποιοι πολλαπλασιάζουν εμπειρίες και άλλοι διαιρούν και βασιλεύουν.

Το άγνωστο του μέλλοντος περιμένει πάντα μπροστά μας. Άλλοι το ντύνουν με φωτεινή αισιοδοξία, ενώ για κάποιους παραμένει βαρύ και σκοτεινό. Συχνά εξαρτάται από το πόσο γεμάτη είναι η τσέπη ή πόσο άδεια είναι η ψυχή, πόσο βαριές είναι οι αποσκευές της μνήμης, ή πόσο ελαφρύ είναι το ρετιρέ του κορμιού μας.
|
Read more...
|
Ο Κάρολος Ντίκενς και ο Κάρολος Μαρξ ήταν σχεδόν σύγχρονοι. Έζησαν 52 κοινά έτη, από το 1818, έτος γέννησης του Μαρξ έως το 1870, έτος θανάτου του Ντίκενς. Ταυτόχρονα για αρκετά χρόνια, μετά το 1849 βρέθηκαν και οι δυο στην Μ. Βρετανία. Ένα άλλο κοινό στοιχείο τους ήταν πως διακόνησαν το λειτούργημα της δημοσιογραφίας, ενώ άφησαν πίσω τους και τεράστιο συγγραφικό έργο. Τέλος, ο μεν Ντίκενς απέκτησε δέκα παιδιά, ο δε Μαρξ μόνον επτά.

Βρισκόμαστε στην κορύφωση της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης, πρωτοπόρο το νησί στην οικονομική αυτή έκρηξη και όλα όσα την συνοδεύουν. Με πολύ λίγες λέξεις είναι η άνοδος της αστικής σε κυρίαρχη, ο υπέρμετρος πλουτισμός λίγων και η εξαθλίωση κάθε μέλους, κάθε φύλου, κάθε ηλικίας της εργατικής τάξης. Παρόντες, παρατηρητικοί, πληροφορημένοι, καλλιεργημένοι και ενδιαφερόμενοι οι δυο Κάρολοι αντέδρασαν στα φαινόμενα της εποχής τους.
|
Read more...
|
Η επιμονή απογόνων, των οποίων οι πρόγονοι κατείχαν ύπατα αξιώματα στο παρελθόν, να αποκτήσουν ελληνική ιθαγένεια είναι ενοχλητική. Μολοντούτο το κόμμα που κυβερνά τον τόπο, έκανε αποδεκτή την κίνηση, κλείνοντας το δεξιό οφθαλμό στους ηλικιωμένους ψηφοφόρους του, προσπαθώντας ταυτόχρονα να σφραγίσει και κάποιες διαρροές προς τα δεξιότερα κλιμάκια της συντήρησης. Αναμενόμενο, κάπως.

Μισόν αιώνα μετά την ανεπίστροφη απαλλαγή από τους αλλοδαπούς, ελκόντων την καταγωγή εκ Γερμανίας, Ρωσίας, Δανίας, γαλαζοαίματους, υφίσταται αυτή η φορτική, εκνευριστική και αδικαιολόγητη προσκόλληση των απογόνων τους. Το θέμα έγινε έτι ενοχλητικότερο από την επιλογή επωνύμου. Χάθηκε κάτι σε Γλυξβούργος, σε Δεγρεσίδης ώστε να τιμήσουν τους ξεριζωμένοι αδελφούς, ή σε Βασιλόπουλος ή Βασιλάκος, κάτι σαν ζουμερό υβρίδιο ανάμεσα στην παλαιά Ελλάδα και τις ανακτορικές ρίζες; Το unfair της ο ονοματοδοσίας το έθεσε και ο καθηγητής Ν. Αλιβιζάτος αρκετά διακριτικά στη τέταρτη σελίδα του σημερινού φύλλου της «Καθημερινής”. Αντιθέτως ο όμορος με το μονόστηλο του συνταγματολόγου συντάκτης, περιέφερε υπερηφάνως το λιβανιστήρι των κυβερνητικών επιλογών τε και τας αγαθάς προθέσεις των απογόνων.
|
Read more...
|
|
|