“τίποτα στη ζωή δεν είναι για να το φοβόμαστε, αλλά για να το κατανοήσουμε» Μarie Curie
Όλο και πιο έντονα μου έρχεται ,αυτές τις μέρες, στο νου μια μικρή, ασήμαντη και ακατανόητη ιστορία, τότε, που την έζησα. Ήρθε όμως ο χρόνος, ήρθαν οι εμπειρίες και έδωσαν σε εκείνη την μικρή ιστορία τις πραγματικές της διαστάσεις. Λίγο πριν τα 24 μας χρόνια ήμαστε όταν ξέσπασαν οι μεγάλες πυρκαγιές του Αυγούστου του '81. Ήταν η πρώτη μεγάλη, σοβαρή, πύρινη απειλή που δεχόταν η Αττική η οποία ζούσε και εκείνη στα πρόθυρα της “αλλαγής”. Το πολιτικό παρασκήνιο έκανε σωρεία συνδυασμών και εικασιών εμπλέκοντας την μέρα που εκδηλώθηκε η πυρκαγιά (4η Αυγούστου). Όπως και να είχε το θέμα, βρεθήκαμε με ένα καλό φίλο πολύ κοντά στις φλόγες, καθώς τον βοήθησα να εκκενώσει την κατοικία του. Οι γονείς του έλειπαν σε διακοπές, αλλά γιαγιά, σκύλοι, γάτες ήταν εκεί και όταν μεγάλωνε το μέτωπο τους μεταφέραμε σε φιλικά σπίτια όπως και το αυτοκίνητο τους. Ακολούθως επιστρέψαμε πίσω με ένα 400 four που τότε είχε (ειρήσθω εν παρόδω, υπέροχο “μηχανάκι”), ανοίξαμε την εξώθυρα ώστε να μπορούμε να εγκαταλείψουμε άμεσα το χώρο αν τα πράγματα πήγαιναν στο χειρότερο και αρχίσαμε να καταιονίζουμε το σπίτι με όσο νερό είχαμε διαθέσιμο. Αργά το βράδυ, το μέτωπο πλησίασε περισσότερο και βρεθήκαμε στο κλιμακοστάσιο με καλέμι και σφυρί να σπάμε ένα τοιχίο από τούβλα. Όταν με πληγωμένους καρπούς τελειώσαμε, ανέσυρε από εκείνη την κρύπτη μια πλάκα χρυσού την έβαλε σε μια σακούλα και την ασφάλισε στο σακίδιο που είχε στην πλάτη του. Πέρασε εκείνη η φρικτή νύκτα με την μυρωδιά του καμένου βαθιά να ποτίζει τα ρούχα μας, η φωτιά απομακρύνθηκε, η αυγή ήρθε λυτρωτικά, και σιγά – σιγά οι ρυθμοί της ζωής αποκαταστάθηκαν.
|