Μια είδηση όχι από τις ευχάριστες, πράγμα συνηθισμένο εξάλλου, αν και είναι περισσότερο ανησυχητική παρά δυσάρεστη. Την πρωτοσυνάντησα στο euronews και την διασταύρωσα στην ηλεκτρονική έκδοση του Gurdian.
Το πρόβλημα που έπρεπε να αντιμετωπισθεί στην Βρετανική πρωτεύουσα, από τις αρχές του ’17, ήταν η ραγδαία αύξηση της εγκληματικότητας από δράστες με δίκυκλα, που στόχευαν, κυρίως, στην κλοπή κινητών τηλεφώνων των πολιτών. Τα iphone και τα galaxy είναι στην κορφή της λίστας, τα οποία μεταπωλούν σε κλεπταποδόχους για 200, περίπου, ευρώ κατ’ ανώτατη τιμή. Τι τακτικές σκέφτηκαν λοιπόν, και εφάρμοσαν οι κεφαλές της Μητροπολιτικής Αστυνομίας καθώς πιστεύουν πως βρίσκονται προ ενός οργανωμένου σχεδίου;

Κατ’ αρχάς, παρέχουν στους αστυνομικούς ένα ειδικό σπρέι σήμανσης που εκτοξεύουν σε ύποπτους. Έτσι τους μαρκάρουν, ακολούθως χρησιμοποιούν, με τηλεχειριζόμενη εντολή, ταινίες με καρφιά για να σκάσουν τα ελαστικά των μοτοσυκλετών των υπόπτων και τέλος, εδώ είναι το επίμαχο σημείο, δόθηκε το ελεύθερο στα αστυνομικά αυτοκίνητα που καταδιώκουν ύποπτους με δίκυκλα, να συγκρούονται επίτηδες και να πετάνε στο έδαφος τους καταδιωκόμενους.
|
Read more...
|
Στα μέσα της δεκαετίας του ’60, η Λέσχη ανέλαβε την διοργάνωση αγώνων μοτοσυκλέτας. Τον Απρίλη του ’66, από την ανάβαση Πάρνηθας ξεκίνησε αυτή η προσπάθεια. Έκτοτε θεσμοθετήθηκαν οι Πανελλήνιοι τίτλοι και κάπως έτσι έγιναν τα πρώτα μεταπολεμικά βήματα της αγωνιστικής μοτοσυκλέτας υπό την αιγίδα της Ε.Λ.Π.Α.

Οι δίτροχοι αγώνες ταχύτητας, αλλά και αναβάσεων, τελούνταν κατά τεκμήριο πριν από αυτούς των αυτοκινήτων σε κοινές αγωνιστικές ημέρες. Το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Δεκέλειας, αλλά και οι δρόμοι των πόλεων της Κέρκυρας και της Ρόδου φιλοξένησαν τις αναμετρήσεις των μοτοσυκλετών.
|
Read more...
|
Το ακροτελεύτιο άρθρο του συντάγματος του ’52, ήταν το 114 που προέβλεπε ότι: «η τήρισις του παρόντος συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων». Από εκεί γεννήθηκε και η περίφημη γενιά του ένα – ένα – τέσσερα, που βροντοφώναξε τα τρία αυτά ψηφία στην μακρινή και ταραχώδη δεκαετία του ’60.
Και επέρασαν τα χρόνια, και άλλαξαν τα πράγματα, και ήρθαν άλλες ταραχές, άλλα προβλήματα, άλλες γενιές, άλλα συνθήματα και άλλα «ένα – ένα – τέσσερα».

Στο παρελθόν, τότε που η νεότητά μας ήταν μια ατίθαση, ενίοτε και αισιόδοξη πραγματικότητα, τα χιλιαοκτακόσια κυβικά εκατοστά ενός κινητήρα αυτοκινήτου, ήταν μια σπάνια προοπτική. Ακόμα σπανιότερη η πιθανότητα να το οδηγήσεις.
Και αν ήταν πολλά για αυτοκίνητο, ήταν νούμερο παλαβό για δίτροχο. Εκτός, …εκτός αν αυτό το δίτροχο, ερχόταν από την χώρα της υπερβολής. Τις Η.Π.Α. και ειδικότερα από την δεύτερη πατρίδα του Γιάννη Αντετοκούμπο. Την γενέτειρα των Bucks. Το Μillwaukee.
|
Read more...
|
Αυθαίρετα το καταθέτω, ή ακριβέστερα, γεννημένο από μια απολύτως συναισθηματική προσέγγιση. Η αμερικάνικη έκδοση της ελευθεριότητας της δεκαετίας του ’70 δημιούργησε μια ισχυρή τάση για αγάπες και αδυναμίες.
Δεν χρειαζόταν, να βρίσκεσαι εκεί. Όλα τα εξαγώγιμα πολιτιστικά προϊόντα τους, είχαν τεράστια επίδραση. Κινηματογράφος, μουσική, Τύπος. Κατ’ ουσίαν ήταν ένα εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής.

Εννοείται ότι τότε δεν το καταλαβαίναμε. Όπως επίσης εννοείται ότι όλο αυτό το άτακτα σχηματισμένο σύνολο, το έσβησε ο χρόνος, οι συνθήκες και άλλες προτεραιότητες. Ελάχιστο τμήμα του, μια μικρή συλλογή από διαφημίσεις μοτοσυκλετών στις Ηνωμένες Πολιτείες, μας δείχνει τόσο την εξέλιξη των δίτροχων όσο και την ανάπτυξη της διαφημιστικής λειτουργίας.
Μας περνάει όμως και εκείνη την ολότελα διαφορετική προσέγγιση του κόσμου των δυο τροχών, βγαλμένη ακριβώς μέσα από τις νόρμες της δεκαετίας.
|
Read more...
|
Πριν ο Kenny Roberts χρισθεί «King Kenny», είχε ήδη είχε δυο τίτλους του Grand National Championship, της Αμερικάνικης Ομοσπονδίας μοτοσυκλέτας (American Motorcyclist Association). Μάλιστα ήταν ο πρώτος αναβάτης που το πετύχαινε με Γιαπωνέζικη μοτοσυκλέτα.
Σε ένα απαιτητικό θεσμό με πολλούς αγώνες σε οβάλ χωμάτινα τερέν του μιλίου, του μισού μιλίου αλλά και σε ασφάλτινες πίστες, ο βραχύσωμος Αμερικανός, πέρα από το πελώριο φυσικό ταλέντο που είχε, εξέλιξε ένα οδηγικό στυλ, που πρόσεξε στον Φιλανδό Jarno Saarinen, λίγο καιρό πριν ο προικισμένος Σκανδιναβός αναβάτης χάσει τη ζωή του στην Monza.

Έτσι τόσο το ’73, όσο και το ’74, κατέκτησε δυο τίτλους με πολλές νίκες ενώ σε κανένα αγώνα δεν βρέθηκε εκτός βαθμών. Το ταλέντο του είχε αρχίσει να αναδεικνύεται. Την επόμενη χρονιά όμως, το ’75, οι Harley εξελίχτηκαν, η Yamaha δεν μπόρεσε να ακολουθήσει, το three-peat ολοένα ξεμάκρυνε και ο άσος από την κιτρινόμαυρη ΤΖ θα χανόταν.
|
Read more...
|
O Bruce Alan Brown, εγκατέλειψε τα εγκόσμια στα 80 του, στην Santa Barbara της Καλιφόρνια πριν τέσσερις μέρες. Αξιομνημόνευτος διότι με τη δουλειά του πέτυχε δυο πράγματα. Το ένα ήταν, όπως σημείωσαν οι Los Angeles Times, να μετατρέψει το surfing σε ένα παγκόσμιο πολιτιστικό φαινόμενο. Το άλλο, να αλλάξει την εικόνα των μοτοσυκλετιστών από κακά παιδιά, σε συμπαθείς φυσιογνωμίες.
Γεννημένος τον Δεκέμβρη του ’37 στη δυτική ακτή, στο Σαν Φρανσίσκο, ο Bruce Brown αναφέρεται ως σκηνοθέτης ντοκυμαντέρ. Οι δυο πιο ξεχωριστές δημιουργίες του, αυτές που τον έκαναν και διάσημο ήταν το The Endless Summer (ατελείωτο καλοκαίρι), που γυρίστηκε το ’64, με πενιχρά μέσα, αλλά το ’66 προβλήθηκε σε εθνικό επίπεδο στις Η.Π.Α. και έκανε πάταγο. Πέντε χρόνια αργότερα, το '71 γυρίστηκε το Οn any Sunday (κάθε Κυριακή) το οποίο προτάθηκε για Όσκαρ.
Η πρώτη δημιουργία του αρκούσε για να τον τοποθετήσει στο Hall of Fame των σέρφερς στο Huntington Beach, της Καλιφόρνια και η δεύτερη έφτανε για να αποκτήσει μια θέση στο AMA Motorcycle Hall of Fame Museum, στο Pickerington του Οχάιο.
Οι διακρίσεις αυτές όμως, δεν είναι κάτι μπροστά στο αντίκτυπο που είχαν τα ντοκυμαντέρ του. Οι ιδέες ήταν απλές στη σύλληψη, δύσκολες στην εφαρμογή.
|
Read more...
|
Οι δυο πιο επικίνδυνες και ταυτόχρονα με τις μεγαλύτερες απώλειες διοργανώσεις των μότοσπορτς, αλλά και της ευρύτερης αθλητικής δραστηριότητας, είναι ο αγώνας ταχύτητας στο isle of man και οι συμμετέχοντες με μοτοσυκλέτες στην περιπέτεια του Paris Dakar.
Απαιτείται τεράστιο απόθεμα ψυχικής αντοχής, υπέρμετρη τόλμη και πολλαπλά χαρίσματα μόνον για να συμμετέχεις, αρκετά περισσότερα για να τερματίσεις έστω και προτελευταίος και σε ότι αφορά την διάκριση η πυξίδα δείχνει λιγοστούς και απολύτως ξεχωριστούς ανθρώπους.
Ο δίτροχος κόσμος σε κάθε επίπεδο δεν έκρυψε την επικινδυνότητά του ποτέ, ούτε στον τόπο μας. Στα πρώτα του μεταπολεμικά χρόνια ένα τμήμα του πανελληνίων πρωταθλημάτων, περιελάμβανε αναβάσεις. Εύκολα γίνεται αντιληπτό, ότι βράχια, στηθαία, γκρεμοί δεν είναι καθόλου φιλικοί αλλά οι Έλληνες αναβάτες ήταν εκεί, παρόντες.

Παρά μια μέρα, 44 χρόνια νωρίτερα. Κυριακή 4 Νοεμβρίου 1973. Ανάβαση Βούλας. Ο Τ. Αρωνίτης στα 17 του είναι παρών, με φτωχό εξοπλισμό και τρόπο περιπετειώδη. Με μια δανεική Zenit κάνει το κλικ και κρατά τη στιγμή για πάντα, σε κάποιο Ilford HP4 στα 400 ΑSA. Άγνωστη η ταυτότητα του εικονιζόμενου αναβάτη. Γνωστό ότι με το νο 3 έτρεχε και κέρδισε την μικρή (έως 250 c.c.) κατηγορία ο Τάσος «Νάμνα» Μυρογιάννης. Λογική εικασία λοιπόν, ότι με το διπλό είναι κάποιο δίχρονο 250άρι.
Την δεκαετία του ‘60 και του ‘70 είχα την ευκαιρία και την τύχη να παρακολουθήσω μερικές αναβάσεις μοτοσυκλετών. Για τέσσερις από αυτές που θυμάμαι και ταυτόχρονα υπάρχει κάποιο υλικό, ακολουθεί ένα μικρό αφιέρωμα.
|
Read more...
|
Μισό, σχεδόν, αιώνα πίσω, η εικόνα της μοτοσυκλέτας στην Ελλάδα, ήταν μια πολύ διαφορετική υπόθεση από την σημερινή. Το και «μηχανάκι» αποκαλούμενο δεν ήταν κάτι ιδιαίτερα δημοφιλές, φλερτάριζε με κάποιο περιθώριο, ενώ κάποιες φορές ήταν συνώνυμο με την ευρύτερη έννοια της αλητείας. Δεν λησμονούμε το επικίνδυνο της υπόθεσης και το χαρακτηρισμό: «σκοτώστρα».
Κι΄όμως, μέσα από αυτό, το όχι θετικό κλίμα, υπήρχαν πυρήνες ανθρώπων που το έσπρωχναν στην άνθησή του. Τόσο σε επίπεδο εμπορικό, όπου επιχειρηματίες αποφάσιζαν να εισάγουν, να στηρίξουν την δίκυκλη ιδέα, όσο και πολύ περισσότερο σε επίπεδο αναβατών που αντιμετώπιζαν την καθημερινότητα τους, όχι μέσα από τετράτροχο πρίσμα.

Μια μικρή ακολουθία από διαφημίσεις του 1971, μας φέρνει κοντά στο κλίμα εκείνης της εποχής, ενώ μια σειρά από πορτραίτα των Ελλήνων αγωνιζομένων μας θυμίζει τους πρωταγωνιστές των αρχών της δεκαετίας του ’70.
|
Read more...
|
Πρώτος ερμηνευτής ήταν ο Johnny Burnette το ’60, αλλά το ’73 ο Ringo το τραγούδησε πιο εύθυμα, πιο χρωματιστά και γνώρισε μεγαλύτερη επιτυχία. Ήταν ένα ελαφρύ, ερωτικό τραγουδάκι, που το ρεφρέν του μολογούσε ότι: «είσαι 16 (χρονών), είσαι πανέμορφη και είσαι δική μου».

Κάπως έτσι ήταν και η δική μας περίπτωση. Είναι 16 χρονών, είναι πανέμορφη, τώρα για το δική μου, ε, δεν είναι ακριβώς έτσι, πια. Συναντηθήκαμε για πρώτη φορά στις 20 του Σεπτέμβρη του 2001. Πάνω ‘κεί που άλλαζε ο κόσμος μετά το διαβόητο νάιν ιλέβεν (9/11).
|
Read more...
|
|
|