Ο Δημήτρης, ο Αντώνης, ο Άγγελος - (Παρασκευή 6 Αυγούστου 2021) Print

Μικρές ιστορίες, πλεγμένες ανάμεσα στους ανθρώπους, τις δραστηριότητές τους, το χρόνο και τους τόπους του προηγούμενου αιώνα.

Σε εποχές πιο δύσκολες, αλλά ταυτόχρονα και πιο ελπιδοφόρες από τις τρέχουσες.

Την Κυριακή 5 Αυγούστου του 1962 ο Δημήτρης Κωδούνης και ο Γιώργος Πέτρου έχασαν τη ζωή τους σε τροχαίο δυστύχημα που έλαβε χώρα στο 42ο χλμ Αθηνών Σουνίου, μετά από πλαγιομετωπική σύγκρουση με λεωφορείο.

Μοιραία, το γεγονός αποτέλεσε σοκ στη δεύτερη μεταπολεμική γενιά των εμπλεκομένων στο ημεδαπό μότορσπορ. Κωδούνης και Πέτρου βρίσκονταν στο λευκό Saab 850 GT που οδηγούσε ο Δημήτρης αλλά ήταν ιδιοκτησίας του Γιώργου, λάτρη των αγώνων, ο οποίος δεν μπορούσε να αποκτήσει  άδεια ικανότητας οδήγησης, πόσω δε μάλλον, αγωνιστική licence, λόγω των πολιτικών φρονημάτων του πατέρα του.

Δημήτρης «Campani» Κωδούνης   -  Γιώργος Πέτρου

Στην πρώτη Καραμανλική οκταετία το πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων, χώριζε ακόμα τους Έλληνες, τόσα χρόνια μετά τη λήξη του Εμφυλίου, κι όχι με κριτήριο τι είχαν πράξει, αλλά, τι είχαν κάνει ή τι πίστευαν οι πρόγονοί τους. Το συμβάν χρεώθηκε στο λεωφορείο που βρέθηκε, σύμφωνα με καταθέσεις στην λωρίδα κυκλοφορίας του Saab. Υπήρξε η υπόνοια ότι ο οδηγός του λεωφορείου, βρισκόταν υπό την επήρεια αλκοόλ, στοιχείο που με τα μέσα της εποχής δεν αποδείχτηκε.

Όσοι είχαν συναναστραφεί τον Δημήτρη, είχαν να λένε για την καλοσύνη, το κέφι και την ευφυΐα του. Όσοι τον βίωσαν στους αγώνες δεν αμφέβαλαν για το πλούσιο ταλέντο του, το ατρόμητο φρόνημά του και τις εκρηκτικές εμφανίσεις του. Μια εβδομάδα πριν το θανατηφόρο τροχαίο είχε τερματίσει, με το ψευδώνυμο Campani προφανώς για λόγους υπηρεσιακούς, 2ος  στη γενική κατάταξη τόσο στην ανάβαση Φιλερήμου όσο και στο street circuit της Ρόδου, πίσω από την e – type του Δημήτρη «Τυφών» Νομικού επιδόσεις που τον έφερναν επί κεφαλής στην προσωρινή κατάταξη του πρωταθλήματος Τουρισμού. Είχε μάλιστα δηλώσει ότι περίμενε στο τέλος του Αυγούστου τον αγώνα στους δρόμους της Κέρκυρας για να κατοχυρώσει τον τίτλο, καθότι αμέσως μετά θα έφευγε στην πρώτη του θητεία ως διπλωματικός, τρίτος γραμματέας, στο εξωτερικό.

Χρόνια αργότερα ο Γιώργος Ραπτόπουλος, είχε δηλώσει ότι έτρεφε τεράστιο σεβασμό για τον χαρακτήρα αλλά και τα αγωνιστικά προσόντα, την ταχύτητα, το θάρρος του Δημήτρη και δεν ήταν καθόλου βέβαιος αν θα μπορούσε να κατακτήσει τον πρώτο του τίτλο, εκείνη την χρονιά, αν ο Δημήτρης ήταν εν ζωή. Αντίστοιχα καλές κουβέντες ακούστηκαν και για τον Γιώργο Πέτρου, που ο συνδυασμός της αγάπης του για τους αγώνες, ένα είδος ρεμβασισμού του κράτους και μια άτυχη, κακή στιγμή, του στέρησαν τη ζωή λίγο μετά τα 26 του χρόνια.

Όλα τα παραπάνω είναι σχετικά γνωστά. Λιγότερο γνωστό είναι ενώ ο Δημήτρης φοιτούσε στη Νομική Σχολή έχοντας κάνει τα πολύ πρώτα του βήματα στο χώρο των αγώνων, η μητέρα του Άλκηστις έλαβε μέρος τον Απρίλιο του ‘58 στο Α΄ ράλυ Αμαζόνων και ο Τύπος σημείωσε: «Νο 4. Η κα Αλκ. Κωδούνη μητέρα του νεαρού αθλητού μας Δ. Κωδούνη με μια βαρειά Σεβρολέτ και η Δις Ε. Κορονέλλο. Η χαριτωμένη κυρία απέδειξεν στην δοκιμασία της Χαλκίδος ότι εξετέλεσεν με την Σεβρολέτ μια εκτάκτως θεαματική δοκιμασία με τρόπον που θα ζήλευε και ο Τζώνυς…».

Λίγες εβδομάδες αργότερα, την πρώτη Κυριακή του Ιουνίου θα συμμετάσχει με το ίδιο αυτοκίνητο στην ανάβαση Ριτσώνας. Θα δημοσιεύσει το «Βολάν»: «Την 9ην π.μ. εδόθη το σήμα έναρξης και το υπ. αριθμ. 1 όχημα Σεβρολέτ με οδηγόν την Καν Αλ. Κωδούνη εξορμά προς την κορυφή της Ριτσώνας. Η κ. Κωδούνη υπήρξεν άτυχος και αυτή τη φορά, εκτελούσε μια ανάβαση όντως αξιοθαύμαστη προς τις τελευταίες στροφές όμως βγήκε από το δρόμο και προς στιγμήν  εγέμισε από τρόμο και ανησυχία τους παρακολουθούντας με αξιοθαύμαστη όμως ετοιμότητα κατόρθωσε μόνη της να επαναφέρει το αυτοκίνητο στο δρόμο και να τερματίσει έστω και με καθυστέρηση».

Κάτι που είναι ακόμα λιγότερο γνωστό, εντοπίζεται στο βιβλίο της Άννας Σικελιανού, δεύτερης συζύγου του Άγγελου. Στη κηδεία του Παλαμά το Φλεβάρη του ’43, όπως είναι γνωστό από δεκάδες καταγραφές, ο Άγγελος άναψε τη θρυαλλίδα με εκείνο το ποίημα του, που ξεκινούσε με το τετράστιχο:

«Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βογκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !»

Τελειώνοντας την απαγγελία, σχολίασε πως  «Σε αυτό το φέρετρο ακουμπάει η Ελλάδα» και χιλιάδες κόσμου τραγούδησαν τον εθνικό ύμνο, ακολουθώντας το Γιώργο Κατσίμπαλη που έσυρε τις πρώτες νότες, σε μια χώρα που υπέφερε τα πάνδεινα από την γερμανική Κατοχή.

Ο Σικελιανός αντιμετώπιζε ήδη προβλήματα με την υγεία του και η Άννα σημειώνει στη σελίδα 168: «Ο αχός από τον Ύμνο της Λευτεριάς έδωσε στον Άγγελο κουράγιο να νικήσει την κούραση και την μεγάλη πίεση, που κράτησε πολλές μέρες και με πολλές επιπλοκές. Ο γιατρός μας Αντώνης Κωδούνης από την ώρα της κηδείας τον βοηθάει με αφοσίωση σ’ όλες τις  κρίσιμες στιγμές κι όταν πήρε το καλύτερο, η γυναίκα του Άλκηστις παρακάλεσε ένα φίλο τους να μας προσφέρει το σπιτάκι τους στην Κηφισιά για την ανάρρωση του Άγγελου».

Στη σ. 176 αφηγείται τα εξής λίγο πριν ξεσπάσουν τα Δεκεμβριανά: «Ο γιατρός μας Αντώνης Κωδούνης μας επισκέπτεται καθημερινά και πασχίζει με τα λιγοστά τότε μέσα να ανακουφίσει τον Άγγελο».

Τέλος στη σ. 196 αναφέρει ένα λιποθυμικό επεισόδιο που είχε ο Άγγελος μια βραδιά του Δεκέμβρη του ’47, καλεσμένος στο σπίτι του αρχιτέκτονα Μανουηλίδη: «Η λιγοθυμιά κρατούσε αρκετά και καλέσαμε το γιατρό μας Αντώνη Κωδούνη, που του πήρε αμέσως ένα μεγάλο ποτήρι αίμα».

Ο Άγγελος Σικελιανός εγκατέλειψε τα εγκόσμια αρκετά ταλαιπωρημένος τον Ιούνιο του ΄51. Δώδεκα χρόνια αργότερα ο Αντώνης και η Άλκηστις Κωδούνη βίωσαν το πιο επώδυνο πλήγμα. Να θάψουν το παιδί τους. Καταγράφηκε στον Τύπο της εποχής πως εκείνη την Κυριακή ο Α.Κωδούνης μουρμούρισε στο νεκροτομείο: «Περίμενα να τον δω Πρεσβευτή και τον αντίκρισα νεκρό πάνω σε ένα ράντζο».

Δέκα μόλις μέρες πριν το δυστύχημα του 42ου χλμ. Σουνίου - Αθηνών, ανακοινώθηκε επισήμως από τις αρχές του τόπου, ότι το «Στρατόπεδον Πειθαρχημένης Διαβιώσεως Εκτοπισμένων» στον Άγιο Ευστράτιο διαλύθηκε και όλοι οι κρατούμενοι που κρατούντο εκεί απελευθερώθηκαν.  Είχαν περάσει 13 χρόνια μετά το πέρας του Εμφυλίου. Ανάμεσα στους 9.000 εκτοπισμένους ας ξεχωρίσουμε εν πρώτοις τους Γληνό, Βάρναλη, Ρίτσο, Λειβαδίτη, Λουντέμη, Κορνάρο, Φωτιάδη, Κατράκη, Καρούσο.

Κι αν αυτή είναι μια όψη εκείνης της Ελλάδας, μια άλλη βρισκόταν στα βράδια εκείνου του καλοκαιριού στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας της πρωτεύουσας. Στα θέατρα «Πάρκ» και «Μετροπόλιταν» όπου  μερικοί από τους πιο διαλεχτούς καλλιτέχνες δημιουργούσαν δυο διαφορετικές παραστάσεις τόσο ξεχωριστές, τόσο σημαντικές ώστε να μνημονεύονται μισό αιώνα αργότερα με λόγια θαυμαστικά.  Οι Τέχνες, ανάμεσα σε άλλα ήταν, είναι το αντίβαρο, μια ανακούφιση στην όποια εξουσία.

Και μια ακόμα σύμπτωση. Την ίδια μέρα και σχεδόν την ίδια ώρα που έχαναν τη ζωή τους οι Δ. Κωδούνης και Γ. Πέτρου, πέθανε στο Λος Άντζελες των Η.Π.Α. η Μέριλιν Μονρόε.

Μικρές ιστορίες, πλεγμένες ανάμεσα στους ανθρώπους, το χρόνο και τους τόπους άλλων εποχών.  Σαφώς πιο δύσκολες, αλλά ταυτόχρονα και πιο ελπιδοφόρες από τις τρέχουσες.