Μέρες που είναι - Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2013 (ανανεωμένη επανάρτηση από 17-11ου/2010) Print

Ξεκινώ από το σήμερα. Κυριακή 17 Νοεμβρίου λίγο πριν τις 12 το μεσημέρι. Κάποιες επαγγελματικές υποχρεώσεις με φέρνουν στην Ιουλιανού. Ωραίος καιρός, η πόλη ακόμα άδεια. Ατενίζω στο βάθος την Πατησίων και διασχίζω τις λίγες εκατοντάδες μέτρα μέχρι το Μετσόβιο. Δεν καταλαβαίνω το νόημα των στίχων που ακούγονται  να τραγουδά (play back) η Μαρία Φαραντούρη στην μητρική γλώσσα του Pablo Neruda, αλλά το μουσικό τέμπο μου φαίνεται οικείο και συγκινητικά ατίθασο. Μια στιγμιαία παύση στο τραγούδι για να ακουστεί: "Αυτή τη στιγμή καταθέτει στεφάνι η original 21".


Αρκετός κόσμος μέσα στον περίβολο με το φοίνικα να δεσπόζει ημιθανής όπως τόσοι γύρω μας. Τριαντα εννέα χρόνια νωρίτερα θυμάμαι πολύ καλά να βρίσκομαι στο ίδιο σημείο. Πάλι Κυριακή και πολύ σημαντική. Κυριακή εκλογών, των πρώτων μετά από μια δεκαετία. Χαραγμένo επίσης ανεξίτηλα μέσα μου και ό,τι είχε συμβεί, ό,τι είχα νοιώσει ακριβώς στο ίδιο σημείο, πριν σαράντα χρόνια και μια ημέρα. Επιστρέφω στο σήμερα. Απομακρυνόμενος από εκεί, ανεβαίνοντας την Αλεξάνδρας ολοένα και πύκνωναν οι ένστολοι του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Ομάδα Ζ, Δίας και λοιποί, ενίοτε εποχούμενοι σε μοτοσικλέτες και "παπάκια", αρματωμένοι, θωρακισμένοι, έτοιμοι για μια δύσκολη μέρα, ίσως και για μια δυσκολότερη νύχτα.

"Πολυτεχνείο". Οι εξελίξεις, όχι μόνον δεν δικαίωσαν το μήνυμα του, αλλά της ύφεσης μεσούσης, αναδεικνύουν ένα σενάριο εφιαλτικό.  Σαράντα χρόνια μετά από εκείνη, την σημαντικότερη, μαζικότερη, εντονότερη και αιματηρότερη πράξη αντίστασης, ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς, που επιπροσθέτως έχει αρκετά αλλά μάλλον προχείρως ή ακόμα επί τούτου ευτελώς αμφισβητηθεί, το περίφημο εκείνο μήνυμα ολοένα και χάνεται

Το Νοέμβριο του '73, στις κτιριακές εγκαταστάσεις του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, στο κέντρο των Αθηνών, ξαναζωντάνεψε το ατίθασο, το ανυπότακτο, το απρόβλεπτο, το συχνά παράλογο πνεύμα, που στην πορεία του χρόνου χαρακτήρισε πολλούς από τους κατοίκους αυτής της γης. Ήταν ο ίδιος χαρακτήρας που στοιχειοθέτησε το Μεσολόγγι, που έδειξε σε χιλιάδες το δρόμο του βουνού τα χρόνια της Γερμανικής κατοχής.

Εκείνη η πολυεπίπεδη “γενιά του Πολυτεχνείου”, προσέφερε την τελευταία (μέχρι στιγμής) πηγαία, ανεξέλεγκτη, καθαρή πράξη αντίστασης. Για αυτό και έχει ιστορική σημασία. Επειδή στέκει ανυστερόβουλα ακλόνητη για όσους την έζησαν, την πίστεψαν, την πόνεσαν.

Βεβαίως, υπάρχουν και άλλοι που αν και την έζησαν, στην πορεία την εξαργύρωσαν. Ανθρώπινο, κατανοητό. Ξεκινάς με οράματα να αλλάξεις τον κόσμο και καταλήγεις στον καναπέ αλλάζοντας κανάλια, ή στο κοινοβούλιο αλλάζοντας νομοσχέδια ή στην καρέκλα του υπουργού αλλάζοντας προμηθευτές. Κι αυτό ανθρώπινο είναι. Να μην λησμονούμε και όσους την πολέμησαν με λύσσα, που την λοιδόρησαν. Επίσης κατανοητό.

Σαράντα χρόνια αργότερα, το μήνυμα του Πολυτεχνείου αποτελεί (δυστυχώς ακόμα), την τελευταία ευκαιρία μιας κοινωνίας να ξεφύγει από το ζόφο του παρελθόντος. Η μεταπολίτευση δεν ανταποκρίθηκε στην επιθυμία για ευρύτερη αλλαγή, μια λέξη που χρησιμοποιήθηκε σαν κυρίαρχο σύνθημα από το μελλούμενο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό που ήρθε γεμάτος ορμή τη δεκαετία του '80. Το τι ακριβώς άλλαξε, υπόκειται στην κρίση του καθένα, όπως και το τι έφταιξε για την σημερινή κατάσταση. Αν δεν τα έχουμε χάσει ολοκληρωτικά, ας θυμηθούμε ότι σοσιαλιστής πολιτικός, πρόεδρος της Ελληνικής κυβερνήσεως, έβαλε τη χώρα στην περιπέτεια του Δ.Ν.Τ., τον Απρίλιο του '10.

Στη σκιά του των γεγονότων του Πολυτεχνείου, μια ευχάριστη, αισιόδοξη ανάγνωση, αναφέρει πως ο τόπος θα κινηθεί μπροστά, θα σταθεί όρθιος και με τη βοήθεια των Ευρωπαίων εταίρων, θα βαδίσει στο δρόμο του πεπρωμένου του, της δικαιοσύνης, της καταξίωσης, της κοινωνικής ισορροπίας.

Μια δυσάρεστη, απαισιόδοξη αποτίμηση κάνει λόγο πως ότι είχε, από τότε, μείνει όρθιο ισοπεδώθηκε από την λαίλαπα της κατανάλωσης, πνίγηκε στην Ευρωπαϊκή ιδέα, κατέρρευσε από τα σκάνδαλα και κινδυνεύει εξ ίσου από τη δυτική παρέμβαση συνεπικουρούμενη από το σύνολο των αντιδραστικών και ευτελών Ελληνικών χαρακτηριστικών διότι ασφαλώς ενυπάρχουν και τέτοια. Ο μπάρμπα Γιάννης Σκαρίμπας, αναφερόμενος στο '21, αναρωτιόταν από το 1970: «Πόσες δεκάρες αξίζουν σήμερα οι “ανεξαρτησίες" της Ευρώπης;».

Όπως και να έχει, μέρα που είναι, το Πολυτεχνείο, δεν έχει ανάγκη από τελετές, στεφάνια, εορτασμούς, με την ίδια λογική που δεν χρειάζεται ναός για να κάνεις την προσευχή σου. Πολύ περισσότερο, το μήνυμα του δεν δικαιώνεται από επεισόδια, τυφλή βία, προβοκάτσιες και ακροδεξία κρεσέντα. Στέκει ακλόνητο για όσους το έζησαν, το πίστεψαν, το πόνεσαν. Σαν ένας φάρος που όσοι τυχεροί τον βλέπουν, θα έχουν την ατυχία ποτέ να μην τον φτάσουν και το μήνυμά του θα παραμείνει, στο διηνεκές, ένα ανεκπλήρωτο όραμα, μια ατέρμονη σισύφειος αγωνία.