Σημείωμα από την Τρίπολη - (Πέμπτη 1η Μαρτίου 2018) Print

Οι πόλεις όπου παρουσιάζονταν οι νεοσύλλεκτοι του Ε.Σ. δεν έμεναν στην μνήμη τους ως κάτι ευχάριστο. Αναμενόμενο σε μεγάλο βαθμό. Αν εξαιρεθούν τα πολύ φτωχά παιδιά επειδή έβρίσκαν τα στοιχειώδη, όπως  τροφή, ρούχα, στέγη και οι έχοντες μια ακραία αγάπη για το στράτευμα, όλοι οι υπόλοιποι αντιμετωπίζουν την θητεία ως δοκιμασία, ή ως χάσιμο χρόνου και σε κάθε περίπτωση ως κάτι δυσάρεστο.

Μοιραίο. Αν εξάλλου δεν ήταν έτσι, αν  δηλαδή ήταν μια περίοδος ευχάριστη, δεν θα ήταν υποχρεωτική η θητεία. Δεν θα πούμε τώρα περί του διλήμματος καθήκον ή υποχρέωση. Είναι άλλη κουβέντα αυτή. Το θέμα είναι, οι εντυπώσεις και οι μνήμες  που συντηρούν οι νέοι που υπηρέτησαν για τις πόλεις, όπου έκαναν την βασική τους εκπαίδευση.

Αρχές Απριλίου του ‘82 λοιπόν και πρωτεύουσα της Αρκαδίας. Στρατόπεδον Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. 11ον Σ.Π. Γλυκέ μου Απρίλη, σκέφτεσαι. Μα δεν είναι έτσι. Η Τρίπολη εδράζεται αγέρωχα στο πλατώ των 700 μέτρων με τις πλαγιές του Μαίναλου γύρω της, έτσι ο Απρίλης της, ήταν Φλεβάρης της Αττικής και βγάλε, από θερμοκρασίες.

Τα έναστρα βράδια πάγωναν τα νερά, όταν έβρεχε ήταν σαν να έβρεχε σε όλο τον κόσμο και η νέφωση στεφάνωνε όλη την πλάση. Αλλά ζήσαμε και  λαμπρές ανοιξιάτικες λιακάδες. Τρίπολη λοιπόν, ορκωμοσία παρέλαση και μας έδιωξαν γρήγορα με την πρώτη άδεια για: «να πάτε σπίτια σας το Πάσχα ρε, να σας δούν οι μανάδες σας».

Επιστροφή με βαριά καρδιά. Συνέχεια με πορείες, αγγαρείες, ταλαιπωρίες, βολές, όλα τα προβλεπόμενα αλλά και εξόδου. Και που να πας; Δεν ξέρεις τίποτα, δεν σε ξέρει κανείς. Ένας γωνιακός καφενές στην πρώτη πλατεία απέναντι από το Αρκαδία ήταν ότι έπρεπε για να διαβάσεις καταχωνιασμένος σε κάποια γωνιά του εφημερίδα, σπορ απαγορευμένο για έφεδρους εκείνη την εποχή. Λίγο πιο κάτω το γαλακτοπωλείο του Κανατά. Κρέμες, ρυζόγαλα, καϊμάκι, βούτυρο με μέλι, όλα διαλεκτά. Πιο κεί το σινεμεδάκι. Αελλώ. Στην καρδιά της πόλης ο κήπος του Σόσσωλη. Εστιατόριο με μαγειρευτά και πίσω αυλή με γαρμπίλι.

Σε πείσμα της πλειοψηφίας που αντιπαθεί τις πόλεις που παρουσιάστηκε, η ταπεινότητα μου όχι μόνον συμπάθησε την πρωτεύουσα της Αρκαδίας, Σκορδία, αν το συγκρατώ σωστά στην argot της φανταρικής, αλλά δεν χάνω ευκαιρία να την επισκέπτομαι.

με έντονο το ίχνος του παρελθόντος σε κίτρινη απόχρωση το εγκαταλελειμμένο κτίριο, την ώρα που η παρατημένη αλουμινένια συσκευασία του ενεργειακού ποτού, στη βάση του αγάλματος, φαντάζει ως σύγχρονο εικαστικό στίγμα.

 

Έτσι όταν στο τέλος του Φλεβάρη κατέβηκε ο Ανδρέας για μια δουλειά τον συντρόφευσα. Καθώς ένα μεγάλο τμήμα της πόλης πεζοδρομήθηκε, οι υπόλοιποι δρόμοι, στην πλειοψηφία τους πολύ στενοί, δέχτηκαν μεγάλο φορτίο τόσο σε παρκαρισμένα  οχήματα όσο και στα ευρισκόμενα σε κίνηση. Η ζωή του διαβάτη αναβαθμίστηκε, του οδηγού δυσκόλεψε.

Αρκετά μικρά ανεκμετάλλευτα οικόπεδα, αξιοποιήθηκαν ως χώροι στάθμευσης.

Υπέκυψε και το Αελλώ. Μεταβλήθηκε σε parking.

Ο κήπος του Σόσωλη πριν πολλά χρόνια γκρεμίστηκε ώστε να υψωθεί άλλη μια πολυκατοικία.

Το γαλακτοπωλείο του Κανατά, κλειστό εδώ και μήνες.

Το καφενεδάκι απέναντι από το Αρκαδία, αριστούργημα ως κτίρο, υπάρχει ακόμα, αλλά άδειο, ταλαίπωρο, παρατημένο.

Κάθε φορά που περνώ από 'κεί θαυμάζω την γοητεία της εγκατάλειψης.

Η χρήση των χώρων εξαρτάται από τις ανάγκες του πληθυσμού, μας λένε.

Σκόρπιοι, μικροί θύλακες θυμίζουν το παρελθόν. Σπιτικά παρατημένα, μπαλκονάκια, αυλές, ταράτσες. Σημειώσεις μιας αρχιτεκτονικής που ισοπεδώθηκε από αδιάφορα μεγάλα κτίσματα.

Ανάσες άλλων εποχών, που σβήνουν στον 21ο αιώνα, ανάμεσα από καταστήματα κινητής τηλεφωνίας, που σφύζουν από κόσμο, και café, με free wi – fi.

Ας προστεθούν και αυτά στο κύκλο της κοινωνικής αποξένωσης και στους τοίχους που υψώνει το f/b.

Έχω αρκετούς λόγους να συντηρώ την συμπάθειά μου για την Τρίπολη που έζησα πριν 36 χρόνια.

Έστω και αν κάθε χρόνο, ολοένα και λιγοστεύουν τα σημεία σύνδεσης με το '82.