Με αφορμή το Belfast – (2 Φεβρουαρίου 2022) Print

Διχασμένος όχι για το αποτέλεσμα, αλλά για τον τρόπο που προσέγγισε το θέμα του, σκεφτόμουν το δημιούργημα του Kenneth Branagha. Με το σενάριο γραμμένο από την Ιστορία, σε έναν τόπο που έχει υποφέρει τα πάνδεινα επί μακρόν, ο καλλιτέχνης ξετυλίγει τις παιδικές του μνήμες σε μια κάπως αυτοβιογραφική αφήγηση.


Ο διχασμός ή καλύτερα η διχογνωμία  προκύπτει από την άνεσή του, να μπαινοβγαίνει από την ειδυλλιακή περιγραφή της ήρεμης γειτονιάς στη σφοδρή θρησκευτική – πολιτική σύγκρουση, από τον μαυρόασπρο λυρισμό στο σκληρό ρεπορτάζ της καθημερινότητας, από τη γλύκα της ενωμένης οικογένειας στις δυσάρεστες εντάσεις της, και τέλος, από το φάσμα της φτώχειας και του φόβου στη ζωή με αξιοπρέπεια.

Ο Κ. Β. στηρίζεται πάνω στους προσεκτικά επιλεγμένους ηθοποιούς του. Ακουμπά στην ασυναγώνιστη διανομή των ρόλων, όπου κανείς δεν υστερεί και ασφαλώς στις νότες, στα λόγια του Van Morisson που ενισχύουν αυτό το συναίσθημα της εναλλαγής του πότε να αισθανθούμε αισιοδοξία και πότε να πιστεύουμε ότι όλα είναι βυθισμένα στο χάος και τον παραλογισμό της βίας.

Και αν όλα αυτά εκτυλίσσονται ως ιστορικά γεγονότα τον Αύγουστο του ’69 και τα ανασύρει ο σκηνοθέτης από τις παιδικές του αναμνήσεις μέσα στον οικογενειακό του θύλακα, ντύνοντας τα με το δαντελένιο Warm Love, αρωματίζοντάς τα με το Days like this του Van Morisson, δυόμιση χρόνια αργότερα, μια μέρα σαν σήμερα πριν ακριβώς μισό αιώνα, τριάντα χιλιάδες Ιρλανδοί διαδηλωτές, περικυκλώνουν και πυρπολούν την Βρετανική πρεσβεία στο Δουβλίνο, λίγη ώρα μετά την κηδεία των θυμάτων της «Ματωμένης Κυριακής» στο Derry της Β. Ιρλανδίας.

Τρεις μέρες νωρίτερα, την Κυριακή 30 Ιανουαρίου 1972, είχε διοργανωθεί πορεία διαμαρτυρίας από την Ένωση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα της Βόρειας Ιρλανδίας. Στην περιοχή Bogside, 26 άτομα πυροβολήθηκαν από τους οπλίτες του 1ου Τάγματος του Βρετανικού Συντάγματος Αλεξιπτωτιστών. Δέκα τρεις πολίτες, έξι εξ αυτών ανήλικοι, έχασαν τη ζωή τους επί τόπου. Άλλος ένας προστέθηκε στον τραγικό κατάλογο, μετά από τεσσερισήμισι μήνες νοσηλείας.

Λίγους μήνες αργότερα, την Παρασκευή  21 Ιουλίου, ήρθε η απάντηση με ένα ακόμα μακελειό, καθώς μέλη του Ι.R.A. τοποθέτησαν είκοσι δύο  βόμβες σε παγιδευμένα αυτοκίνητα που είχαν σταθμεύσει σε διάφορα σημεία του Belfast.  Από τις 14:10 μέχρι τις 15:15 υπήρξε μια ακολουθία από αντίστοιχες  εκρήξεις. Εννέα νεκροί και 130 τραυματίες ήταν ο απολογισμός. Το γεγονός πέρασε στην Ιστορία ως «Ματωμένη Παρασκευή». Θα χρειάζονταν τριάντα χρόνια προκειμένου ο Ι.R.A. να ζητήσει συγνώμη με τις ακόλουθες λέξεις:

«Η Κυριακή 21 Ιουλίου του 2002, σηματοδοτεί την 30ή επέτειο μιας επιχείρησης του I.R.A. στο Μπέλφαστ, το 1972, που είχε ως αποτέλεσμα εννέα νεκρούς και πολλούς τραυματίες. Αν και δεν ήταν πρόθεσή μας να τραυματίσουμε ή να σκοτώσουμε μη μάχιμους, η πραγματικότητα είναι ότι σε τούτη, αλλά και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, αυτή ήταν η συνέπεια των πράξεών μας. Είναι λοιπόν σκόπιμο, στην επέτειο αυτού του τραγικού γεγονότος, να αντιμετωπίσουμε όλους τους θανάτους και τους τραυματισμούς μη πολεμιστών που προκλήθηκαν από εμάς. Ζητάμε ειλικρινή συγγνώμη. Συλλυπητήρια στις οικογένειές τους».

Ωστόσο, η καθυστέρηση της βρετανικής κυβέρνησης για τα συμβάντα της «Ματωμένης Κυριακής», ήταν ακόμα μεγαλύτερη.  Τον  Ιούνιο του 2010, το επίσημο πόρισμα για εκείνα τα γεγονότα διαπίστωνε πως κανένα από τα θύματα δεν έφερε την παραμικρή ευθύνη. Κανείς από τους νεκρούς ή τους τραυματίες δεν συνιστούσε απειλή που θα δικαιολογούσε τους πυροβολισμούς. Επίσης κάποια από τα θύματα και τους τραυματίες ήδη αποχωρούσαν ή βοηθούσαν άλλους τραυματίες την ώρα των πυροβολισμών. Οι αλεξιπτωτιστές άνοιξαν πυρ απροειδοποίητα, χωρίς να έχει υπάρξει πράξη ή απειλή εναντίον τους. Η βρετανική κυβέρνηση ζήτησε επίσημα συγγνώμη για το γεγονός, με τον πρωθυπουργό David Cameron να δηλώνει:

«Τα συμπεράσματα αυτής της έκθεσης είναι απολύτως σαφή. Δεν υπάρχει αμφιβολία, δεν υπάρχει τίποτα διφορούμενο, δεν υπάρχουν ασάφειες. Αυτό που συνέβη την Ματωμένη Κυριακή ήταν και αδικαιολόγητο και αναιτιολόγητο. Ήταν λάθος. Δεν ήταν προμελετημένο, αν και δεν έχει νόημα να προσπαθήσουμε να το μαλακώσουμε ή να το αμφισβητήσουμε, καθώς ότι συνέβη δεν έπρεπε ποτέ, μα ποτέ να συμβεί».

Αυτά τα λίγα, με αφορμή το Belfast, για ένα τόπο και μια διαφωνία που σε βάθος δεκαετιών έχει κοστίσει πολλά αθώα θύματα τυφλής βίας και ανυποχώρητου φανατισμού.