Το τρίωρο του '69 - (Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2019) Print

Μισό αιώνα νωρίτερα, στις 19 Οκτωβρίου του '69, διεξάγεται ο τρίωρος αγώνας ταχύτητας στο στρατιωτικό αεροδρόμιο της Δεκέλειας. Ο μεγαλύτερος σε διάρκεια αγώνας του πρωταθλήματος, διπλάσιος από όλους τους άλλους, φέρει και τον άτυπο τίτλο Ελληνικό Γκραν Πρί. Είναι ο δέκατος αγώνας, τρίωρης διάρκειας, που διεξάγεται στην ιστορία του ελληνικού μότορσπορ, από τους 14 συνολικά που θα διεξάγονταν. Και ήταν εκείνος που  ανέδειξε νικητή ένα αουτσάιντερ. Σαφώς η μεγαλύτερη αγωνιστική έκπληξη εκείνης της δεκαετίας.


Ο νικητής όμως, ήταν ευρύτατα γνωστός, κοινωνικά αποδεκτός και ιδιαίτερα επιτυχημένος ως καλλιτέχνης. Ο λόγος για τον Σταμάτη Κόκκοτα, τον ερμηνευτή με τις μεταξένιες φαβορίτες, όπως σημείωνε ο Τύπος της εποχής. Έτσι σε εκείνο το τρίωρο τα φαβορί χάθηκαν και οι φαβορίτες επικράτησαν, κατά πως εύστοχα γράφτηκε. Ήταν ένας αγώνας με ανατροπές και με μια μικρή, αλλά ως εκρίθη εσφαλμένη, κριτική για την ακρίβεια των αποτελεσμάτων.

Ήταν επίσης ένας αγώνας με δυο πολύ σημαντικές νέες αφίξεις. Μια λευκή 911 πρώην όχημα του Vic Elford, που έφθασε στην Ελλάδα για τον Γιώργο «Μέλα» Μεϊμαρίδη. Ταυτόχρονα ο μικρότερος αδελφός του, ο Γιάννης «Μαύρος» Μεϊμαρίδης, θα οδηγούσε για πρώτη φορά την λευκή 1750. Ένα αυτοκίνητο βγαλμένα από τα σπάργανα της Αutodelta.

Η λευκή 911 δεν κατάφερε να γράψει χρονομετρημένους γύρους. Συμπλήρωσε ελάχιστα χιλιόμετρα μέσα στο στρατιωτικό αεροδρόμιο και μια βαριά μηχανική βλάβη, τόσο βαριά που ούτε ο Μπούμπης δεν μπόρεσε να επισκευάσει την άφησε στο αγωνιστικό περιθώριο. Το ρεπορτάζ αναφέρει ότι χτύπησε μπιέλα. Έκτοτε χάθηκε.

Ιδού και η νιόφερτη, λευκή 1750, ένα καθαρόαιμο αγωνιστικό αυτοκίνητο στην πρώτη του εμφάνιση στην Ελλάδα. Στα χέρια του Γιάννη «Μαύρου» Μεϊμαρίδη.

 

Οι δοκιμές του Σαββάτου, έφεραν στην πρώτη σειρά εκκίνησης, πρώτη και καλύτερη την Alfa με το νούμερο 3 στις πόρτες της, δίπλα η Στρίγγλα του Τζώνυ (#6), η παλιά GTA του Γιάννη που οδηγούσε ο Περικλής Φωτιάδης (#15), το Kadett (#11) του Τάσου «Σιρόκο» Λιβιεράτου στο πρώτο του τρίωρο και το Cooper του Σταύρου Ζαλμά (#7) στην έβδομη εμφάνισή του σε τρίωρο Τατόι.

Ένας πρόχειρος υπολογισμός, έκανε λόγο για 15.000 κόσμο που παρακολούθησε τον αγώνα. Σε μια περιοχή που κανένα μέσο μαζικής μεταφοράς δεν έφθανε. Όλο το μεγάλο μήκος της μεγάλης ευθείας εκκίνησης - τερματισμού καλυπτόταν από πυκνές σειρές θεατών.

 

Ε! όλη η πρώτη σειρά, του sir John εξαιρουμένου, εγκατέλειψε. Μόνο που η Vette δεν κέρδισε. Κάποια σύγχυση στα πίτς του,  τον καθοδήγησε εσφαλμένα και γύριζε αδιάφορα και αργά στο 2':35''. Όταν υποψία του λάθους έγινε αντιληπτή, σηκώθηκαν άμεσα οι ταμπέλες με τα Fast, ο γέρος κατέβηκε στα 2':14'', αλλά ήταν αργά. Η διαφορά δεν καλυπτόταν, στο χρόνο που απέμενε.

Η λευκή 1750, στον παρθενικό της αγώνα, προηγήθηκε. Ο Γιάννης στα 25 του είχε ήδη δυο νίκες σε τρίωρα κάτω από τη ζώνη του. Το '66 με την  λευκή Giulia που του χάρισε τον τίτλο και το τρίωρο του ’68 με την κόκκινη GTA σε ένα δύσκολο, αργό και βρεγμένο αγώνα. Όδευε σχετικά εύκολα για την τρίτη, αλλά η Alfa δεν του έκανε το χατίρι. Στο 80ο λεπτό εγκαταλείπει από διαφορικό. Ήταν η πρώτη πίκρα από το συγκεκριμένο αυτοκίνητο. Η τελευταία, δυο χρόνια μετά, πάλι Οκτώβριο, θα ήταν αφόρητα οδυνηρή. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Ο Τζώνυς στους τελευταίους γύρους το πάλεψε, έκανε ένα 2':13'':9 που ήταν ο ταχύτερος γύρος του αγώνα, 4,3'' ταχύτερος του Σταμάτη, αλλά ήταν αργά. Η διαφορά από το λάθος των πιτς του, δεν καλυπτόταν.

 

Κι ο αγώνας πήγε στον Σταμάτη. Που μπορεί στην μια ώρα να είχε ντουμπλαριστεί από τον Γιάννη, αλλά οδήγησε ηρωικά, καθώς είχε μείνει χωρίς παρ μπρίζ, συχνό φαινόμενο αυτό, από τις αμέτρητες πέτρες στην επιφάνεια της διαδρομής, και βρέθηκε πρώτος, ανέλπιστα μεν, δίκαια δε.

Εξαίρετο αγώνα από τους ενεσούδες. Τρίτος, ο Νίκος Ζουμπρούλης με 1200 ΤΤ, τέταρτος ο Μίμης Μαρασλής με 1000 ΤΤs, και πέμπτος ο Τάκης Κοσμετάτος επίσης με 1000 TTs

Ο Κώστας Διονυσόπουλος με το κοζάκικο καπέλο και ο Νίκος Μοσχοβάκος με το τζόκεϋ ανάμεσα στους πρωτοστατούντες, ενθουσιασμένους οπαδούς του νικητή. Ο Τζώνυς, μετά την εγκατάλειψη του Γιάννη, μπορεί να είχε τον αγώνα στο τσεπάκι της φόρμας του, όπως τυχαία η εικόνα δεξιά, αποτυπώνει, αλλά οι θεοί της πίστας, κάθε είδους ...πίστας, άλλα εκόμισαν.

 

Ο  Μίμης Γεωργίτσης με τα χρονόμετρα στο στήθος, μέλος των πιτ του Τζώνυ και συνοδηγός του στα ράλυ, ο συνοφριωμένος οδηγός στο κέντρο, καθώς οδεύουν προς την γραμματεία για να ελέγξουν τα λογιστικά του αγώνα. Δεξιά ένας πολύ νεαρός Νίκος Μήτσουρας, στα πρώτα του φωτογραφικά βήματα με ένα μάλλον αμήχανο υπομειδίαμα.