Μια νουβέλα που η πρώτη της έκδοση κυκλοφόρησε τη χρονιά που ξεσπά ο Εμφύλιος και ένα θεατρικό που γράφτηκε και παίχτηκε στα πρώτα χρόνια της έλευσης του Μνημονίου, έχουν δυο κοινά χαρακτηριστικά. Διαδραματίζονται στην ελληνική επαρχία και οι δημιουργοί τους βρέθηκαν στο συγκεκριμένο δημιουργικό χώρο σε μεγάλη ηλικία.
Είναι η Κορομηλιά του Κοσμά Πολίτη και ο ελέφας του Κώστα Μποσταντζόγλου. Με πολύ ενδιαφέρον τα ξεφυλλίζουμε.
|
Read more...
|
Για ολότελα διαφορετικούς λόγους πέρασα την πόρτα του παλαιοβιβλιοπωλείου. Έψαχνα τον πρώτο τόμο της Λογοδοσίας του Κων. Τσάτσου και την Πυραμίδα του Ρένου, διαβασμένη πριν σαράντατόσα χρόνια, αλλά και χαμένη και ξεχασμένη.
Δεν βρέθηκε τίποτα από τα δύο, μα επειδή δεν είναι πρέπον να αποχωρείς, από τέτοια καταστήματα άνευ ωνίου, μου γυάλισε το ασημί γκλόσυ εξώφυλλο από τις «ώρες ευθύνης» του πρώην πρωθυπουργού Γεωργίου Ράλλη. Σε τρία βράδια είχε περάσει στην λίστα των διαβασμένων.
Για μια μεγάλη μερίδα πολιτών ο Γ.Ι. Ράλλης ήταν αρκετά παρεξηγημένος. Αυτό το Ι., το μεσόγραμμα, ήταν βαρύ. Είχε συνδεθεί με δυσάρεστα, πολύ δυσάρεστα πεπραγμένα. Ήταν η θητεία του πατρός του, Ιωάννη, ως τελευταίου Κατοχικού πρωθυπουργού, και όσα συνεπάγονται με αυτή. Ίσως μια αποτύπωση του: αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα.
Κάποιοι είχαν ενοχληθεί και από το φαινόμενο του νεποτισμού. Πατέρας πρωθυπουργός, παππούδες και από την πατρική και από την μητρική πλευρά, πρωθυπουργοί, θείος πρωθυπουργός. Τέλος πάντων, ο Γ. Ράλλης, βρέθηκε στην προεδρία της Ελληνικής κυβερνήσεως από τις 9 Μαίου του ’80, έως τις 19 Μαίου του ’81, διαδεχόμενος τον Κων/νο Καραμανλή που μεταπήδησε στην Προεδρία της Δημοκρατίας.
Για αυτό ακριβώς το χρονικό διάστημα, των 18 μηνών που ανέλαβε τις τύχες του τόπου κράτησε σημειώσεις, ένα είδος ημερολογίου που εξέδωσε με τον τίτλο «ώρες ευθύνης» το 1983. Tόσα χρόνια αργότερα, μπορούμε εύκολα να το κατατάξουμε στα πολύ χρήσιμα εργαλεία κατανόησης και αποκωδικοποίησης του παρελθόντος. Ακόμα και για όσους τα έζησαν.
|
Read more...
|
Ο δεύτερος τόμος της αυτοβιογραφίας του ακαδημαϊκού, π.Π.τ.Δ. κατέπλευσε στις γιορτές και μέσα σε 36 ώρες πέρασε στην λίστα των αναγνωσμένων βιβλίων. Πολύ ενδιαφέρουσα δουλειά, για αυτούς δε που δεν έχουν γνώση του ευρύτερου έργου του συγγραφέα, ακόμα πιο ενδιαφέρουσα.
Αποτελεί μια πολυδιάστατη περιγραφή, των πεπραγμένων της ζωής του που καλύπτει το χρονικό διάστημα από το ’61 έως το τέλος του ’84. Γεννημένος το 1899, δεν μοιράζεται μαζί μας, μόνον τα γεγονότα από τα 62 έως τα 85 του έτη, αλλά τις σκέψεις του, τις ανησυχίες του και ότι προέκυψε ως συνεπακόλουθο των προηγούμενων εμπειριών του
Συχνά πυκνά μέσα στο πλήρες πληροφοριών, εικόνων, περιγραφών κείμενό του, δηλώνει την επιθυμία του να είναι ακριβής, ειλικρινής, ακέραιος. Ο καλοπροαίρετος αναγνώστης δεν χρειαζόταν τούτη τη σημείωση. Ο κακοπροαίρετος ούτως η άλλως θα την αγνοήσει.
Από την πρώτη κιόλας σελίδα (363) αφήνει ένα στίγμα περί τούτου, κάνοντας αναφορά για την ομιλία του στην Ακαδημία, το ‘61 με θέμα «Οι αντινομίες του Πρακτικού Λόγου», όπου παρέστη η Βασιλική οικογένεια και ο Καραμανλής. «Κανείς από αυτούς δεν κατάλαβε τι είπα. Αλλά και οι πιο πολλοί ακαδημαϊκοί, δεν κατάλαβαν περισσότερα».
Οι σχέσεις του με τον Καραμανλή καταλαμβάνουν περίοπτη θέση στο κομμάτι της πολιτικής αφήγησης. «Ιδίως όμως η εξαπάτησή του από τα Ανάκτορα, τον είχε βαθιά τραυματίσει. Πρώτη φορά τότε τον είδα πεσμένο μπρούμητα στο κρεβάτι του να κλαίη με λυγμούς. Είδα τότε με τα μάτια μου πόσο βαθιά δεμένος ήταν με τον δημόσιο βίο του τόπου και πόσο συναισθηματικός ήταν αυτός ο φαινομενικά σκληρός και ψυχρός άνθρωπος». (σ.365)
|
Read more...
|
Με τρόπο συγκροτημένο, βαθύ και συναισθηματικό χωρίς ακρότητες, ο Στ. Ζ. πραγματοποιεί μια επισκόπηση στα παιδικά του χρόνια, τα οποία ξετυλίγονται στις τοπικές ρίζες της φαμίλας του.
Στη Συκιά της Λακωνίας, όπου γεννήθηκε και έζησε τα πρώτα έξι χρόνια της ζωής του, αλλά από το θέρος του ’59, και για τα επόμενα εννιά καλοκαίρια ήταν πια η δεύτερη πατρίδα του μετά την μετανάστευση της οικογένειας του στην Αθήνα.
Τόπος σκληρός, με κατοίκους σμιλεμένους από την βαριά εργασία, χαρακτηρισμένους από τη φτώχια. Δεν επιχειρεί ένα νοσταλγικό ταξίδι, πράγμα που τονίζει ευθύς εξ’ αρχής:
«Τον σκέφτομαι πάντα με συγκίνηση, αλλά δεν τον νοσταλγώ. Υπάρχει συγκίνηση χωρίς νοσταλγία, ίσως μάλιστα να είναι έτσι πιο αδρή».
Οι παρατηρήσεις του, οι περιγραφές του είναι τόσο ακριβείς, όσο και παραστατικές, ενώ συχνά τον οδηγούν σε ευρύτερα συμπεράσματα.
«Όταν μου τυχαίνει να ακούω σήμερα τους αστούς, πλούσιους ή μη, να μιλάνε εκστατικοί για τις παπαδιαμάντικες παννυχίδες υπομειδιώ συγκαταβατικά». (σ. 45)
«Ήταν φτωχοί άνθρωποι δεμένοι με τη γη. Κάθε μέτρο γης, κάθε ρίζα είχε γι’ αυτούς αξία και σημασία. Σκοτώνονταν πραγματικά για μια σπιθαμή γης» (σ.74)
«Οι μανάδες κι οι γιαγιάδες ξέρανε τη μεγάλη τέχνη να σκεπάζουν τη φτώχια, να μην γίνεται αισθητή». (σ.75)
«Ο θάνατος των μικρών παιδιών ήταν κάτι φυσικό, συνέβαινε σε όλες τις μανάδες, δεν ήταν μια σκληρή μοίρα που χτύπαγε μιαν άτυχη. Χωρίς υπερβολή, όπως ήταν αναμενόμενο να μη ζουν όλα τα κατσίκια μιας γίδας, έτσι και τα παιδιά μιας γυναίκας. Και σίγουρα το να χάσεις ένα μεγάλο ζο ήταν χτύπημα σκληρότερο από το θάνατο ενός νηπίου». (σ.77)
|
Read more...
|
Με ένα κατατοπιστικό σημείωμα του μεταφραστή Αιμίλιου Χουρμούζιου, γεννημένου, το 1904 στην Λεμεσό, αλλά από τα 21 του χρόνια στην Ελλάδα, ξεκινά η ελληνική έκδοση του ’59. Την εποχή εκείνη είναι διευθυντής Σύνταξης της εφημερίδας «Καθημερινή», θέση που κράτησε μέχρι το ’67, όταν η εκδότρια Ελένη Βλάχου αποφάσισε να κλείσει το εκδοτικό της συγκρότημα, ευθύς μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα. The
Δύσκολο το μεταφραστικό του έργο, λόγω της ιδιομορφίας του λόγου του. τοlπολυγραφότατου και κοσμογυρισμένου Βρετανού συγγραφέα. Επιπροσθέτως με μια σειρά σημειώσεων και επεξηγήσεων πλουτίζει την ελληνική έκδοση με σειρά πληροφοριών.
Ιδιαίτερη περίπτωση ο L.D. ο οποίος, έχοντας ήδη ζήσει, στην Κέρκυρα, στο Παρίσι, στη Ρόδο, στην Κόρντομπα, στο Κάιρο και στο Βελιγράδι, εγκαθίσταται το 1953, στην Κύπρο. Εκεί, δίδαξε αγγλική λογοτεχνία στο Πανκυπριακό Γυμνάσιο, ενώ αργότερα ανέλαβε τις δημόσιες σχέσεις της Βρετανικής κυβέρνησης. Όταν κορυφώνονταν ο ένοπλος αγώνας της Ε.Ο.Κ.Α για Ένωση με την Ελλάδα, αποχώρησε από το νησί. Ο Durrell βρέθηκε σε αυτή την μετάβαση, όταν από έναν ειρηνικό φτωχό τόπο, μεταμορφωνόταν σε ένα πεδίο βίαιης αιματηρής διαμάχης.
Όταν ολοκληρώθηκε ο επαγγελματικός του κύκλος στο νησί, έγραψε τις εντυπώσεις του, όπου περιγράφει αυτό ακριβώς το πέρασμα, τις τόσο δραματικές αλλαγές, κερδίζοντας μάλιστα το ’57, το λογοτεχνικό βραβείο Daff Cooper. Ο τίτλος Bitter Lemons (Πικρολέμονα), είναι τόσο ταιριαστός με το περιεχόμενο, καθώς ξεκινά με λυρικές, γλυκές περιγραφές και ολοκληρώνει με καταθλιπτικές, πικρές εικόνες.
|
Read more...
|
Ο γεννημένος το ’39 στο Delaware των Η.Π.Α., Daniel Martin Klein, ξεκίνησε τη ακαδημαϊκή ζωή του με ένα πτυχίο φιλοσοφίας από το Harvard. Μετά από μια μικρή τηλεοπτική πορεία, στράφηκε στη συγγραφική δραστηριότητα.
Το 2012, κυκλοφορεί το βιβλίο Travels with Epicurus: «A journey to a Greek Island in search of a fulfilled life», το οποίο κυκλοφόρησε ένα χρόνο αργότερα σε ελληνική έκδοση με τίτλο: «Ταξίδια με τον Επίκουρο: Αναζητώντας την φύση της ευτυχίας μέσα στο ελληνικό φως».
Ο συγγραφέας είναι τακτικός επισκέπτης του τόπου μας, έχοντας έρθει για πρώτη φορά την δεκαετία του ’60, συνεχίζοντας μέχρι τα περασμένα 70του να περνά αρκετό χρόνο στην Ύδρα. Το σενάριο του βιβλίου είναι ένα είδος εξερεύνησης της ζωής.
Σε αυτή την εξερεύνηση πορεύεται έχοντας από την μια μεριά, το φως, την καθημερινότητά την μοναδικότητα του ελληνικού νησιού και των κατοίκων του, και από την άλλη, μια βαλίτσα γεμάτη βιβλία που έφθασαν στο νησί από την Μασαχουσέτη των Η.Π.Α., μόνιμο τόπο κατοικίας.
Χρησιμοποιεί ως σταθερή αξία, ως άξονα την διδασκαλία του Επίκουρου ευθύς αμέσως (σ.28) μας θυμίζει τμήμα της σοφίας του διάσημου Αθηναίου «Είναι αδύνατο να ζει κανείς συνετά, καλά και δίκαια, αν δεν ζει ευτυχισμένα». Επιχειρεί κάτι σαν αποτίμηση της μέχρι τότε ζωής του.
Δεν χάνει ευκαιρία να μιλήσει με τρυφερά λόγια για τον τόπο και τους κατοίκους, χωρίς να τους κολακεύει, δίχως να είναι ρηχός σαν τουριστικός οδηγός. Στηρίγματα του στο ταξίδι της αφήγησης είναι οι γνώσεις που έλκει από τα βιβλία.
|
Read more...
|
Στην οικογενειακή βιβλιοθήκη, παρκαρισμένο, δίπλα σε άλλα συνομήλικα, καθόταν πάνω από μισό αιώνα ο «Γύρος του Κόσμου» του Μίνου Αργυράκη.
Έκδοση από τον Νοέμβριο του ’66 με την μικρή ένδειξη στην πρώτη εσωφύλλου printed in Greece και την σημείωση:
«Βιβλιοθήκη Ελλήνων και Ξένων Συγγραφέων Εκδοτική Εταιρεία Αθηνών, οδός Σωκράτους 59, Αθήναι».
Ήταν, βεβαίως, μια από τις εκδοτικές δραστηριότητες της Ελένης Βλάχου, που περιελάμβανε τις ταξιδιωτικές εντυπώσεις του Μίνου Αργυράκη, γνωστότερου για τις ζωγραφικές, σκηνογραφικές, σκιτσογραφικές του δημιουργίες.
Μέσα δεκαετίας του ’60, παιδάκι τότε με είχε εντυπωσιάσει με το πενάκι του, από τον τρόπο που αποτύπωνε πράγματα που ήξερα.
Θυμάμαι τις δουλειές του από τα ετήσια τουριστικά αλμανάκ των εκδόσεων Hellenews. Έτσι ξεφύλλισα με προθυμία τον γραπτό του λόγο. Στο κεφάλαιο της Ιταλίας στέκεται πάνω σε τρείς πόλεις.
Την Ρώμη, την Βενετία και την Νάπολι. Θα μείνουμε στην τελευταία και θα την τοποθετήσουμε χρονικά ανάμεσα στο ’58 και στο ’61, διότι τότε πρωτοδημιοσεύτηκαν οι ταξιδιωτικές εντυπώσεις του, στην εφημερίδα Ελευθεία όπως ακριβώς αναγράφεται στο βιβλίο, εννοώ ότι λησμονήθηκε ένα ρ.
|
Read more...
|
Με υπότιτλο Από την: «Αχρίδα στις Πρέσπες», ο ρεπόρτερ της εφημερίδας «Καθημερινή», γράφει μια προσεκτική και κυρίως νηφάλια μελέτη για το θέμα που απασχολεί περισσότερο από ένα τέταρτο του αιώνα, δυο όμορα κράτη.
Είναι εμφανές από την πρώτη σελίδα, ότι ο συγγραφέας, είναι γνώστης του θέματος, ότι το παρακολουθεί με αφοσίωση πολλά χρόνια από κοντά και κυρίως έχει οικοδομήσει σχέσεις με αρκετούς από τους πρωταγωνιστές, συνεπώς έχει πρόσβαση σε πληροφορίες.
Ξεκινά την αφήγησή του από τις πρώτες στιγμές της δημιουργίας του γειτονικού κράτους, μέσα από την πορεία διάλυσης της πρώην Γιουγκοσλαβίας.
Φέρνει το θέμα της πρότασης Μιλόσεβιτς προς Μητσοτάκη για διαμελισμό των Σκοπίων, για να λάβει την απάντηση από τον Έλληνα πρωθυπουργό:
«Μαζέψου, τέτοια πράγματα δεν γίνονται. Μην ξεχνάς ότι ήμαστε Ευρώπη και εγώ τέτοια πράγματα δεν κάνω. Και προπαντός είδα και έπαθα να γλυτώσουμε από τους Σλαβομακεδόνες και θα τους ξαναβάλω εγώ πάλι μέσα στην Ελλάδα, τρελός είσαι;» (σ.28)
Ο ίδιος πολιτικός, καταθέτει για την περίφημη Σύνοδο των Υπουργών Εξωτερικών του Δεκεμβρίου του ’91.
Τότε που η Γερμανία πίεζε ασφυκτικά τους εταίρους για την αναγνώριση της Κροατίας και ήταν η καλύτερη, ίσως, ευκαιρία για την Ελλάδα να πάρει κάτι καλό:
|
Read more...
|
Αρχές της δεκαετίας του ’70, κάποιες εφημερίδες είχαν στην ύλη τους σκακιστικά προβλήματα, τα περισσότερα των οποίων κοιτούσα με δέος. Έτσι, ως πιτσιρικάς, αντιμετώπιζα τους σημαντικούς σκακιστές ως υπέρτατα όντα. Τους δε πρωταθλητές, ως θεότητες. Έκτοτε δεν άλλαξε κάτι. Συνεχίζω να πιστεύω ότι έχουν κάτι ιδιαίτερο.
Ίσως διότι ποτέ δεν έπαιξα σκάκι της προκοπής. Κυρίως όμως διότι όντως αιτιολογούν τον θαυμασμό των μικρών και τον σεβασμό των μεγαλύτερων. Σε πνευματικό επίπεδο. Το τι χαρακτήρες είναι, αποτελεί άλλο κεφάλαιο.
Ο Γκάρυ Κασπάροφ κατέκτησε το παγκόσμιο στέμμα στα 22 του και αποτέλεσε κορυφαία μορφή στο ανώτατο επίπεδο του επαγγελματικού σκακιού για μια εικοσαετία. Μετά το 2005 που αποσύρθηκε, ανάμεσα στις πολλές δραστηριότητές του, όπως πολιτικός ακτιβιστής, συνέγραψε και μια σειρά από βιβλία.
Το «Η ζωή είναι μια παρτίδα σκάκι», αποτελεί μια μίξη αυτοβιογραφίας, παρουσίασης των πιο σημαντικών σκακιστικών προσωπικοτήτων, ιστορικών αναδρομών καθώς και οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών αναλύσεων.
Το ότι ο γεννημένος στο Μπακού της τότε Ε.Σ.Σ.Δ., Γκ. Κασπάροφ ήταν ένα προικισμένο αγόρι δεν χωρά αμφιβολία.
Θα ήταν όμως πελώριο σφάλμα να μην υπολογιστεί το αμέτρητο πλήθος ωρών που αφιέρωσε στην μελέτη, όχι μόνον για να γίνει καλύτερος σκακιστής, αλλά για να γίνει πληρέστερος άνθρωπος και κυρίως ανθεκτικός στις απαιτήσεις του πρωταθλητισμού.
|
Read more...
|
|
|