Τέσσερις εικόνες, τέσσερις ιστορίες – Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2014 PDF Print E-mail

Στο ερώτημα περί ορισμού της ευτυχίας, μια από τις απαντήσεις είναι: «Καλή υγεία και κακή μνήμη». Τη βρίσκω απολύτως εύστοχη και με σωστή δόση, περίτεχνου κυνισμού. Πάνω σε αυτό το μοτίβο, διάλεξα τέσσερις εικόνες, αρκετά παλιές, από την άνοιξη του ’68 έως το θέρος του ’77.

Έτσι για να θυμηθούμε, πρόσωπα, συνθήκες, πράγματα. Για να τα συγκρίνουμε με το σήμερα και να αντιληφθούμε κατά πόσο στέκει ο προαναφερθείς ορισμός της ευτυχίας.

Μάιος του '68. Στην Ελλάδα το καθεστώς των συνταγματαρχών ελέγχει τα πάντα. Στη Γαλλία ξεδιπλώνονται οι σημαίες της εξέγερσης, που πάλλεται στο Quartier Latin με κυρίαρχο σύνθημα «Φαντασία στην εξουσία» αλλά και «Κάτω από το πεζοδρόμιο, η παραλία».

Στο Τατόι ο Rauno Aaltonen γράφει τον επίλογο των μεγάλων επιδόσεων των Mini στο «Ακρόπολις», με ένα εξίσου grand finale.


Την προηγούμενη μέρα με καταιγιστική επίθεση εξασφάλισε την πρώτη θέση στα 1.300 κ.εκ. και την 5η γενικής πίσω από δύο 911 και δυο Τwin cam, κρατώντας αρκετά πίσω του τον HarrySputnikKallstrom με HF Fulvia.

Έτσι, στο στρατιωτικό αεροδρόμιο της Δεκέλειας, στην τελευταία δοκιμασία του ΙΣΤ' Δ.Ρ.Α. θα αφήσει στην μουντή, ένεκα συννεφιάς ατμόσφαιρα, αρκετό γαλάζιο καπνό από τα racing Dunlop, που κάπως φαρδύτερα, έβρισκαν στους μικρούς θόλους των τροχών.

Ήταν η τελευταία εμφάνιση Μini από το Abington στην Ελλάδα, σε ένα βροχερό, λασπωμένο, περίεργο «Ακρόπολις, όπου επικράτησε για πρώτη φορά Escort. Ήταν ένα λευκό MK I με τους Roger Clark - Jim Porter.

Τρείς μόλις μήνες αργότερα στο τέλος του Αυγούστου, κάποιο άλλο Mini θα έπαιρνε την τελευταία καρώ σημαία, σε Ελληνικό πρωταθληματικό αγώνα ταχύτητας. Ήταν ο Σταύρος Ζαλμάς στο street circuit της Κέρκυρας, όπου επίσης είχαν ανοίξει οι ουρανοί. Η σύντομη αλλά γεμάτη σημειολογία (Δαυίδ – Γολιάθ) υπεροχή, των Βρετανικών αυτοκινήτων  κάπου εκεί τελείωνε, τόσο στο διεθνές στερέωμα όσο και στα εθνικά επίπεδα .


Δεύτερη Κυριακή (14) του Νοεμβρίου του ’71. Τρίωρο Τατόι. Ο Σταύρος Ζαλμάς (αριστερά) είναι 45άρης, ο Γιώργος Μοσχούς 27 ετών. Ο Cooperman στη δύση της αγωνιστικής του καριέρας, έχει τρείς Πανελλήνιους τίτλους και δύο Βαλκανικές νίκες. Ο Γιώργος έχει ήδη δώσει σαφή δείγματα ενός δυσανάλογου για τα Ελληνικά δεδομένα, ακατέργαστου, υπέρπληθωρικου ταλέντου.


Έχει κάνει απίστευτα πράγματα με την λευκή «δύο δύο» electronica στο Αυγουστιάτικο Τατόι του ’70, αλλά και στη Ρόδο την ίδια χρονιά. Το '71 με την ισχυρότερη πορτοκαλιά «δυο - δύο», δίνει νέα μεγάλη παράσταση την πρωτομαγιά στη Ν. Σμύρνη αλλά και δυο μήνες αργότερα στο τέλος του Ιουνίου στην Κέρκυρα, όπου συνέτριψε κάθε ρεκόρ και επίδοση, ταχύτερου γύρου, μ.ω.τ. κλπ.

Να λοιπόν στο 3ωρο όπου παίζεται ο Πανελλήνιος τίτλος ταχύτητας. Ο Γιώργος έπρεπε να τερματίσει τουλάχιστον δεύτερος ώστε να κατακτήσει το πρώτο του πρωτάθλημα. Ξεκινά με πυροτέχνημα. Pole με 6 δευτερόλεπτα διαφορά από τον δεύτερο «Σιρόκο» (!).

Αλλά, ο αγώνας του πάει ολότελα ανάποδα. Κάνει κακή εκκίνηση, χάνει την πρωτοπορία, περνά στον πρώτο γύρο τέταρτος, πίσω από «Σιρόκο» (Α110), Ν. Καπετανάκη («δυο – δυο») και Π. Μαδεντζή (Escort), αλλά και με σπασμένο παρ – μπριζ από πέτρα προπορευόμενου οχήματος, πράγμα όχι και τόσο σπάνιο, στο Τατόι. Αναγκαστικά στα pits ώστε να απομακρύνουν τα σπασμένα γυαλιά, να βρεί μαντήλι, γυαλιά, και τζάκετ, να προστατευτεί από το κρύο και να ξαναμπεί στην μάχη. Φυσικά τελευταίος.

Ανεβαίνει ένατος πλην όμως, νέα τεχνικά προβλήματα τον καθυστερούν ακόμα πιο πολύ. Ξανά υποχρεωτική επίσκεψη στα pits. Όταν επανέρχεται στον αγώνα, είναι πάλι τελευταίος. Και τότε ξεδιπλώνει το ταλέντο του. Κάνει μια κούρσα τρομερή, διαλύει κατά 3,5 δεύτερα το ρεκόρ του γύρου, που υφίσταται από το 3ωρο του ’70, σχεδόν οκτώ δεύτερα πιο γρήγορο από τον ταχύτερο γύρο του νικητή εκείνης της ημέρας, «Σιρόκο». Ακολουθεί έναν ρυθμό αχαλίνωτο, αλλά δεν έχει χρόνο. Πέφτει η καρώ σημαία. Τερματίζει τρίτος. Του λείπουν δυο πόντοι.

Ο Τζώνυς, αφού φιλμογράφησε τον αγώνα, συγχαίρει τον «Σιρόκο», ο οποίος με την συμμετοχή, την απολύτως μελετημένη, κρατημένη κούρσα και την νίκη, του  προσέφερε ένα πρωταθλημα. Ο Γιώργος θα περιμένει άλλα τέσσερα χρόνια για τον πρώτο του τίτλο. Για το πως ήταν ή έστω πως έβλεπα - βλέπω τον Γ. Μοσχού, περισσότερα εδώ: Για τον Γιώργο.

Όλα αυτά, ήταν άδηλα την ώρα του κλικ αυτής της εικόνας, που επιμελήθηκε με τη γνωστή του αφωσίωση  ο Φώτης Φλώρος, όταν οι δύο οδηγοί είναι έτοιμοι να δεθούν για την εκκίνηση. Πάνω στην ευθεία του αεροδιάδρομου, μέσα στις πανέμορφες nomex της εποχής, αλλάζουν κουβέντες και βλέμματα με λίγο από το προγωνιστικό άγχος, μάλλον, έκδηλο.

 

Μέσα δεκαετίας του ’70. Ανάβαση. Πιθανότατα Βούλας, απ’ ότι μπορώ να καταλάβω από το περιβάλλον. Τρείς άνθρωποι των αγώνων, ποζάρουν σε ένα χαρούμενο ενσταντανέ. Πρώτος από δεξιά ο Γιάννης Παγώνης. Μπολιασμένος από μικρός με το μικρόβιο του μηχανοκίνητου αθλητισμού, πήρε γερή δόση κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αμερική. Σαν γύρισε αφομειώθηκε γρήγορα στο χώρο ως Δημοσιογράφος, όπου διακρίθηκε για τους χαμηλούς τόνους, τις γνώσεις, και τις σωστές κρίσεις του. Κάλυπτε χρόνια κάθε αγωνιστικό ρεπορτάζ σε εφημερίδες και περιοδικά, ενώ ανάμεσα σε άλλα, διετέλεσε επικεφαλής στο εξωτερικό δελτίο της «Απογευματινής» και αρχισυντάκτης στο περιοδικό «ωτο – τουρίσμ».

Στο μέσο ο Σταύρος Ζαλμάς, έχοντας κλείσει πια την αγωνιστική του καριέρα αλλά πάντα κοντά στους αγώνες είτε ως Αλυτάρχης, είτε ως πρόεδρος του Πειθαρχικού της Λέσχης.

Αριστερά ο Μίμης Κόλιας. Ένθερμος οπαδός των αγώνων με εξαιρετικές τεχνικές γνώσεις, αυτοδίδακτος, εκτελωνιστής στο επάγγελμα και άτομο με ξεχωριστή φυσική δύναμη. Παγώνης και Κόλιας μεγάλωσαν μαζί στα στενά της Καλλιθέας, από την Μενελάου ως τη Δημοσθένους. Εκεί έκαναν τις αταξίες τους, εκεί ανδρώθηκαν.

Αργότερα ο Μίμης είχε μια κόκκινη Ferrari Dino σε άψογη κατάσταση. Την παρκάριζε στο σπίτι του στην ανηφοριά της οδού Χατζοπούλου ένα μικρό κάπως αδιέξοδο στενάκι, σχεδόν παράλληλο με τη Συγγρού απέναντι από τον. Αγ. Σώστη.

Περνούσα σχεδόν καθημερινά από εκεί, με κάποιο από τα μηχανάκια που κυκλοφορούσα στα μέσα της δεκαετίας του ’80 και την έβλεπα, αφού δούλευα για μια εικοσαετία, λίγο παρακάτω, στη διασταύρωση της Συγγρού με τη Βαλέστρα. Χαιρόμουν, που υπήρχε εκεί, που την αντίκριζα, στην μικρή αυλή που με τόση επιμέλεια την φρόντιζε ο ιδιοκτήτης της. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι, τριάντα χρόνια αργότερα θα στοίχιζε ένα τέταρτο του εκατομμυρίου ευρώ, ή για να μιλήσουμε με δραχμές 85 εκατομμύρια. Ποσό που εκείνη την εποχή, μπορεί να αγόραζες και βαπόρι.

Από τους παριστάμενους ο Σταύρος εγκατέλειψε το μάταιο κόσμο μας πριν 15 χρόνια, ο Μίμης πριν έντεκα καθώς ταλαιπωρήθηκε αρκετά στα στερνά του, ενώ τα τελευταία τέσσερα σχεδόν χρόνια, ο Γιάννης βιώνει με τεράστια αξιοπρέπεια τις δικές του μεγάλες απώλειες.

 

Τελευταία μέρα του Ιουλίου του ’77. Πλατεία Ελευθερίας Λαμία. Εκκίνηση ράλυ Φθιώτιδος. Είκοσι τρία Abarth για τον αγώνα του ενιαίου και άλλα 53 αυτοκίνητα, στην ελεύθερη κατηγορία!

Στην εικόνα, με το νο 5 οι «Παύλος» - «Σόμιτ». Στην τρυφερή ηλικία των 22 ο οδηγός, σχεδόν δυο χρόνια μεγαλύτερος ο συνοδηγός.


Service Βλάχος αναγράφει το Α70 και ο Μάκης είχε πάρει εκκίνηση το προηγούμενο λεπτό με το νο 4. Ξεχωρίζει επίσης και το αυτοκόλλητο του «Ιαβέρη» με το πορτοκαλί κράνος και το γείσο στο πάνω άκρο του παρ-μπριζ. Διακρίνονται επίσης, από αριστερά ο Σπύρος Αναλυτής με μπλουζάκι ΚΟΝΙ, ο Μίλτος Ανδριόπουλος με τη σημαία και πίσω δεξιά ο Νίκος Γραμματικόπουλος με τον εξοπλισμό του. Χρυσή εποχή των αγώνων, με πολλές συμμετοχές, πολλά νέα ταλέντα, πολλούς και όμορφους αγώνες.

Παρακολούθησα εκείνο το Φθιώτιδος. Παρεμπιπτόντως, ήταν η πρώτη συμμετοχή του φίλου Τάσου Αρωνίτη, δεξί κάθισμα στο λευκό 1.100 Εscort του Θοδωρή Ρούσσου. Δεν είχα δεί μέχρι τότε αναμέτρηση ενιαίου με Abarth, είχα μείνει στην εικόνα του ενιαίου με Sud ti από το '75. Έτσι, ατα μάτια μου ήταν αποκάλυψη, το πόσο γρήγορα κατέβηκαν οι καλοί με τα Abarth τον Μπράλο.

Είναι ενδεικτικό ότι οι νικητές του ενιαίου Λέκκας - Λιωνής, υστέρησαν μετά από 72 λεπτά ειδικών, μόλις 19 δεύτερα των νικητών του αγώνα Τσομπανόπουλου – Τζιτζίλογλου που χειρίστηκαν Opel Kadett GTE. Οι οποίοι μάλιστα ήταν σε μεγάλη μάχη με το R5 των Πανουργιά – Φερτάκη που τερμάτισαν μόλις δυο δεύτερα πίσω από το GTE. Θυμάμαι επίσης πως ήταν μια μέρα με θερμοκρασία που άγγιζε τους 40 βαθμούς, που ταλαιπώρησε οχήματα και πληρώματα.

Οι εικονιζόμενοι, δεν κατάφεραν να τερματίσουν. Στο τέλος της χρονιάς όμως, ο οδηγός κατάφερε να αποσπάσει τον τίτλο του ενιαίου από τον «Talbot» με ένα μόνον βαθμό διαφορά, αφού στο «Παλάδιο», σημείωσαν ακριβώς τον ίδιο συνολικό χρόνο. Τελικά την πρώτη θέση, σε εκείνο τον νυκτερινό αγώνα, με κλασσικές ασφάλτινες ειδικές γύρω από το λεκανόπαιδιο,  κατέκτησε ο Θόδωρος «Talbot» Χαραγκιώνης, καθώς ο κανονισμός όριζε, ότι σε περίπτωση ισοβαθμίας νικητής αναδεικνύεται όποιος είχε σημειώσει ταχύτερο χρόνο στην 1η ε.δ..

Τέσσερα ράλυ (Αχαιός, Φθιώτιδος, Παλάδιο και το 400 λεπτών που δεν διοργανώθηκε) και πέντε αναβάσεις (τρείς Ριτσώνες, δυο Πιτίτσες), είχε ο θεσμός του ενιαίου τότε. Τον τίμησαν σημαντικά ονόματα της εποχής όπως οι Μοσχούς, Λέκκας, μελλοντικοί τιτλούχοι όπως οι Παύλος «Παύλος» Μοσχούτης, Νίκος Μακρυγιάννης, Κώστας «Steeve» Αποστόλου και 23 συνολικά οδηγοί που το ευχαριστήθηκαν.

Για να θέσω και τα προσωπικά δεδομένα, την επόμενη χρονιά (5-6 Αυγούστου ’78 νυκτερινός αγώνας), τρέξαμε μαζί με τον Τ. Αρωνίτη. Πρώτος μου αγώνας ως οδηγός. Με Cooper. Εγκαταλείψαμε, δυο ειδικές πριν τον τερματισμό από κομμένο σωληνάκι φρένων. Διότι χωρίς φρένα, δίχως service, χωρίς υγρά φρένων, και σχεδόν χωρίς εργαλεία, στην τέσσερις το ξημέρωμα, στη Σπερχειάδα δεν έχεις άλλες επιλογές. Όπως εγκατέλειψε και ο «Παύλος» με το ασημί Escort από σπασμένο κάρτερ, στην Μακρακώμη αν θυμάμαι καλά. Την μεθεπόμενη δε χρονιά, τον Ιούλιο του ’79, επίσης ολονύκτιος αγώνας, έκατσα δεξί κάθισμα στον «Παύλο» και τερματίσαμε 4οι γενικής και πρώτοι στο γκρουπ 1.

Ο πρωταθλητής του ενιαίου του '77 και ο για έναν αγώνα οδηγός μου, εκείνον το μακρινό Ιούλιο του '79, ήταν ένα εξαίρετα ραφιναρισένο ταλέντο, που πίσω από το τιμόνι πάντρευε με τέχνη την λεπτότητα με την επιθετικότητα. Γενικότερα ήταν ένας τυχερός άνθρωπος. Ξεκίνησε τη ζωή του με σημαντικά εφόδια. Ατυχώς, η καλή τύχη του, δεν συνεχίστηκε έως τέλους. Περισσότερα εδώ: Γράφοντας για απώλειες «Παύλος»

Το τότε, λοιπόν, σε σύγκριση με το σήμερα, επαληθεύει απολύτως τον ορισμό, της ευτυχίας που δόθηκε στην αρχή. Όσο το θυμόμαστε τόσο δυστυχούμε.