...nach Dresden – Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014 PDF Print E-mail

Όσο μαθαίναμε, εμείς οι γεννημένοι τη δεκαετία του '50 (διεθνώς είναι δόκιμος και ο όρος baby boomers), για ότι συνέβη στο καμίνι του δεύτερου Μεγάλου Πολέμου του 20ου αιώνα, τόσο κλείναμε το γόνυ στις εκατόμβες των αμάχων, που έχασαν τη ζωή τους.

Χρειάστηκε λίγο περισσότερος χρόνος να φθάσουμε και στη Δρέσδη. Στους 20.000 περίπου πολίτες που έχασαν τη ζωή τους από τους ανηλεείς συμμαχικούς βομβαρδισμούς της 13ης και 14ης Φεβρουαρίου του '45, όπου ερρίφθησαν, κατά πως ομολογούν Αμερικανικές πηγές, χιλιάδες τόνοι εμπρηστικών βομβών.

Η πόλη ισοπεδώθηκε, το ηθικό κατέρρευσε. Σε λίγους μήνες κατέρρεε και ολόκληρη η Γερμανία.



Το ανήθικο της υπόθεσης είναι, ότι η πόλη δεν χτυπήθηκε για κάποιους στρατηγικούς λόγους ή στρατιωτικούς στόχους. Η Δρέσδη κλήθηκε να καταβάλει το τίμημα, πολλών βομβαρδισμένων πόλεων όπως του Coventry, πόλη που είχε ισοπεδωθεί αναιτίως από την  Luftwaffe τον Νοέμβριο του '40. Οι Γερμανοί, μάλιστα, επινόησαν τότε όρο προκειμένου να περιγράψουν, με τη σχετική κυνικότητα, την ολοκληρωτική κατεδάφιση: Κοβεντρίρεν. 

Αν το πρώτο πράγμα που χάνεται σε ένα πόλεμο, είναι η αθωότητα, το πρώτο που εφευρίσκεται είναι οι δικαιολογίες για τα εγκλήματα.

Τα γράφω όλα τούτα, διότι στο πλαίσιο υπηρεσιακής αποστολής και σε κάποιο διάλειμμα ενός πολύ βροχερού καιρού, πέρασα ένα απόγευμα περιδιαβαίνοντας τους δρόμους της Δρέσδης. Ως Γερμανική πόλη είναι πολύ, πάρα πολύ μακριά από

οτιδήποτε μπορεί να συγκινήσει έναν Μεσόγειο, έναν Βαλκάνιο και πολύ περισσότερο έναν Έλληνα. Αυτό το επιβλητικό, το βαρύ το «γοτθικό» ύφος των Δημοσίων κτιρίων, των Εκκλησιών είναι ασύμβατο. Συμπληρωμένο από τις σκούρες αποχρώσεις της πέτρας που έχει δομηθεί και από τον γκρίζο ουρανό, μετατρέπεται σε ένα αστικό τοπίο, επιτρέψτε μου αχώνευτο, πάντα για το Ελληνικό μέτρο.

Την παραπάνω άποψη, υπογραμμίζουν οι παρουσες της FrauenKirchen και το ανάκτορο Zwinger, που θεωρείται αριστούργημα της μπαρόκ αρχιτεκτονικής. Γκρουπ τουριστών περιδιαβαίνουν τα αξιοθέτα, όπως και πολλά ποδήλατα που μεταφέρουν κάθε ηλικίας πολίτες στις δουλειές και στις υποχρεώσεις τους. Στο αρκετά δροσερό έως κρύο βραδάκι τα εστιατόρια, οι μπυραρίες, τα ζαχαροπλαστεία της πόλης υποδέχονται ντόπιους και επισκέπτες σε ένα ήσυχο, γαλήνιο περιβάλλον.

Ακριβώς το αντίθετο δηλαδή, με την κόλαση που προέκυψε εξ ουρανών τον Φλεβάρη του '45. Αναλογίζομαι τα παιδιά και τις γυναίκες, που κατά χιλιάδες απανθρακώθηκαν ή έχασαν τη ζωή τους, από ασφυξία, μέσα σε ασύλληπτα κύματα πυρός, όπως και τους χιλιάδες νεκρούς που αποτεφρώθηκαν, μετά την επιδρομή. Εικόνες φρίκης.

Ακολούθως, αναρωτιέμαι το βαθμό της ενοχής τους. Κανείς, είναι η πρώτη απάντηση.

Την ίδια στιγμή, προσπαθώ να θυμηθώ και την εκφρασμένη, Γερμανική επιθυμία αντίστασης, στον Ναζισμό.

Αν εξαιρέσω το «Λευκό Ρόδο» (τα ελάχιστα μέλη του, συνελήφθησαν και  εκτελέστηκαν τον Ιούλιο του '43 δι' αποκεφαλισμού), όπως και τον συνταγματάρχη Claus Graf von Stauffenberg και τους συν αυτώ, δεν οδηγούμαι πουθενά αλλού και ελπίζω να συγχωρεθώ για τον ιστορικό αναλφαβητισμό μου αν λησμονώ κάτι σημαντικό.

Σε κάθε περίπτωση ότι συνέβη είναι αυτό που λένε οι Βρετανοί: πολύ λίγο, πολύ αργά.

Κάπου εδώ, μοιραία υπεισέρχεται στο προσκήνιο και ο πελώριος ρόλος της συλλογικής ευθύνης.

Προφανώς η Αγγλοαμερικανική θηριωδία δεν συνδέεται με την παραπάνω παράγραφο. Αν όμως σύμπασα η Γερμανία δεν είχε υποπέσει στον έρωτα με τον μυστακοφόρο παράφρονα, πολλά δεν θα είχαν συμβεί και η Δρέσδη πιθανότατα δεν θα είχε βομβαρδιστεί.

Στο κέντρο της πόλης δεσπόζει και το άγαλμα του Μαρτίνου Λούθηρου.

Εκεί στη Σαξονία, όπου γεννήθηκε ο σημαντικός για την, θρησκευτική των πραγμάτων, εξέλιξη στην Ευρώπη, γεννήθηκε και το πνεύμα του Προτεσταντισμού διαμoρφώνοντας σε μεγάλο βαθμό τα πράγματα στη Γερμανία.

Ο ποταμός Έλβας, που διασχίζει την πόλη της Δρέσδης, υπήρξε σημείο συνάντησης του Σοβιετικού Κόκκινου στρατού και των Συμμαχικών δυνάμεων αργά τον Απρίλιο του '45. Στις μέρες μας αρκετές γέφυρες ενώνουν την πόλη που είναι χτισμένη εκατέρωθεν. Η καφέ απόχρωση του ποταμού συμβαδίζει, χρωματικά, με το ύφος της παλιάς πόλης.

Να άλλο ένα εμπόδιο πλήρους αντίληψης αυτού του λαού, που απογυμνωμένος από προϊστορία, μυθολογία, 12θεο (πάντα σε σχέση με το Ελληνικό μέτρο κι' αφήνω τα βαριά χαρτιά μας, έξω από το λογαριασμό), πέρασε σε μονοθεϊκά δόγματα και στον συντηρητισμό της Μεταρρύθμισης. Του προέκυψαν και οι Βερσαλίες, προκάλεσε και τις «Νυρεμβέργες», αυτές τις αποτρόπαιες εορτές του Ναζισμού, διχοτομήθηκε το '45 και κάποιο τμήμα του, ίσως να έχει κάτι καταλάβει.

Η βροχή έπεφτε ακατάπαυστα από έναν σκοτεινό ουρανό, όλη την επόμενη μέρα. Δεν καταλάβαινες τι ώρα ήταν, ή που βρισκόταν η Ανατολή. Το βασικό συναίσθημα που διαπνέει τον μέσο Έλληνα για τη Γερμανία, συχνά απολύτως δικαιολογημένο, κάποιες τέτοιες στιγμές, αμβλύνεται.

Ευτυχώς, το βράδυ επέστρεψα στον τόπο μου.



Απότοκο σκληρών εποχών για την ανατολική Γερμανία, τα Trabant, που η δυτική μας κουλτούρα τα λοιδορεί, αλλά εμείς εδώ στην Ελλάδα, οφείλουμε να τα ζηλεύουμε, καθώς ούτε τέτοια δεν καταφέραμε να κατασκευάσουμε. To εργοστάσιο παραγωγής βρισκόταν στο Zwickau, της Σαξονίας, όπου κατασκευάστηκαν περισσότερα από 3.000.000 οχήματα, στα 34 χρόνια λειουργίας του. Κι όπως μαρτυρά η εικόνα, ακόμα και η Αστυνομία ήταν «λαϊκή».