Σημειώσεις για το καλοκαίρι που φεύγει – Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013 |
Μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι το Ελληνικό καλοκαίρι αρχίζει από τις πρώτες ζεστές μέρες του Μαΐου. Ασφαλώς και δεν ισχύει κάτι τέτοιο τόσο για τη Φλώρινα όσο και για τη Γαύδο. Σε κάθε περίπτωση όμως, το καλοκαίρι προβάλει με αμετακίνητη θέρμη στην προγραμματισμένη ετήσια συνάντησή του πάνω από τον τόπο μας. Κάθε χρονιά, για τον κάθε ένα από εμάς, υπάρχει μια στιγμή, ένα γεγονός που σηματοδοτεί την έλευσή του. Ενδεχομένως κάτι αντίστοιχο συμβαίνει που οριοθετεί το τέλος του. Το πρώτο, συνήθως, εμπνέεται από αισιοδοξία, κάτι σαν ανατολή, το δεύτερο είναι ποτισμένο από ένα είδος μελαγχολίας, κάτι σαν δύση. Φέτος λοιπόν, εκείνο που όρισε την έλευσή του, ήταν η εμφάνιση μιας πυγολαμπίδας. Τότε ένοιωσα ότι το καλοκαίρι άνοιγε με μια απρόσμενα ευχάριστη έκπληξη. (...για περισσότερα, επ' αυτού, εδώ: cannileddi di picuraru - Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2013 ) Συνεχίζοντας με τα ευχάριστα του θέρους, να αναφέρω την απομάκρυνση ιχθυοτροφείων που τα τελευταία χρόνια είχαν επιβαρύνει και είχαν καταστήσει μη επισκέψιμες αγαπημένες θάλασσες και πονεμένες βραχονησίδες, καθώς και μερικές στιγμές θαλασσινής κατάνυξης που, ίσως, κάποια περασμένα χρόνια θεωρούσαμε δεδομένες. Αποφεύγοντας να αναφερθώ στα δυσάρεστα, παραθέτω μια μικρή συλλογή από εικόνες συνοδευόμενες από αντίστοιχα κείμενα, έτσι, για ένα ακόμα καλοκαίρι που άφησε τα σημάδια του.
Στην ανατολική πλευρά της Αττικής και στα πρώτα της λεπτά πάνω στον ουράνιο θόλο, η πανσέληνος του Ιουνίου τα διαγράφει με την ανταύγεια της Δύσης ακόμα έντονη. Η τρίτη μεγαλύτερη μέρα του χρόνου παραχωρεί τη θέση της στην αντίστοιχη μικρότερη νύχτα. Η πανσέληνος θα φροντίσει να είναι και μια από τι φωτεινότερες.
Λίγη ώρα αργότερα και ενώ η τελευταία ανταύγεια της Δύσης έχει σβήσει, τα τεχνητά φώτα του περιαστικού ιστού δείχνουν χλωμά, συγκρινόμενα την έντονη ασημί ανταύγεια του δορυφόρου της γης πάνω στο νότιο Ευβοϊκό. Σχηματίζει αυτό που συχνά περιγράφεται ως: “το μονοπάτι του έρωτα”.
Την επόμενη νύχτα, από τις πλαγιές του Παρνασσού, η Αράχωβα μοιάζει σαν παραχωμένο φωτεινό στολίδι, ανάμεσα από ορεινούς όγκους. Κάτω από τον γλαυκώδη ουρανό κι οπωσδήποτε μακρυά από το είδωλο που αναδύεται εκεί τους χειμερινούς μήνες, τα τελευταία είκοσι, τουλάχιστον, χρόνια και με όλο το, αρκετά, ανισόρροπο τρόπο ανάπτυξης.
Στις βόρειες πλαγιές του Πεντελικού από ένα μικρό πλατό με εξαιρετική θέα δυτικά προς την Πάρνηθα, βόρεια προς τη λίμνη του Μαραθώνα και ανατολικά προς τον νότιο Ευβοϊκό, ξεκινά ένας δύσβατος πέτρινος δρόμος που τετρακόσια μέτρα αργότερα μετατρέπεται σε μονοπάτι και καταλήγει στο εκκλησάκι του Αγίου Λουκά. Στο φόντο δεξιά μόλις που διακρίνεται τμήμα της λίμνης του Μαραθώνα, ενώ η μακριά σκιά του διτροχου, η οποία εκτείνεται προς τη Δύση, μαρτυρά το πολύ νεαρόν της ημέρας.
Ένα εκκλησάκι που έχει ξεφύγει από τις φλόγες, οι οποίες έχουν πλήξει αλλεπάλληλες φορές σχεδόν κάθε τετραγωνικό μέτρο του Πεντελικού. Η πρωινή βόλτα και η αντίστοιχη συλλογή δροσιάς κάτω από τα πλατάνια, τις λεύκες και τα κυπαρίσσια, αποτελεί μια ευχάριστη δραστηριότητα και αν υποτεθεί ότι την κάνεις με δίκυκλο απαιτεί και μια δεξιότητα η κατάβαση. Η ανάβαση ακόμα μεγαλύτερη. Με το εικονιζόμενο "μανιτζέβελο" CRF πάντως, ο βαθμός δυσκολίας μικραίνει. Υπάρχει βέβαια και ο δρόμος - μονοπάτι από τα λατομεία, ευκολότερος τόσο για τους αναβάτες όσο και για τους περιπατητές. Το εκκλησάκι εκεί, είναι καθαρό και περιποιημένο σαν ένα δείγμα μιας σεμνής αλλά και σοφής διαχείρισης της θρησκευτικής πίστης. Χρήσιμη, ειδικά τους θερινούς μήνες, η παρακείμενη περιποιημένη πηγή, που με το δροσερό νερό της θα ξεδιψάσει τους κάθιδρους περαστικούς
Με φόντο κάποιες άλλες ανατολικές πλαγιές του Πεντελικού, γυμνές από πράσινο, ταλαιπωρημένες από τις ριπές του βοριά, η πανσέληνος του Ιουλίου ανατέλλει και το γαλάζιο φόντο αναδεικνύει τα ελάχιστα κωνοφόρα που έχουν διασωθεί από τις καταστροφικές πυρκαϊές .
Μυστήριο πράγμα η γνώση. Όσα περισσότερα μαθαίνεις, τόσο περισσότερο νιώθεις την απουσία της. Ο Σωκράτης το είπε με πέντε λέξεις: “Εν οίδα ότι ουδέν οίδα” αλλά η ρήση του, σε τίποτα δεν πτοεί την ακρίδα που επιχειρεί, επί ματαίω, ένα Αυγουστιάτικο μεσημέρι, να αποκρυπτογραφήσει τον θαυμαστή της Ελλάδας του μεσοπολέμου, Αμερικανό συγγραφέα, Henry Miller. Μυστήριο πράγμα επίσης, το γεγονός ότι οι θερινές αναγνώσεις είναι σχεδόν πάντα πιο συναισθηματικές, περισσότερο συγκινητικές. Προφανώς έχει να κάνει με την επιλογή και το περιεχόμενο των εκδόσεων.
Τρίτη και τελευταία καλοκαιρινή πανσέληνος. Η θεωρούμενη και πιο λαμπρή. Εκείνη που για χάρη της παραμένουν ανοικτά τα αρχαιολογικά μνημεία ώστε να συρρεύσουν ημεδαποί και αλλοδαποί θαυμαστές. Ο κόλπος της Ελευσίνας δεν είναι, πια, ότι ειδυλλιακότερο, αλλά ο μύθος της Περσεφόνης ζει ακόμα. Από το 1975 χάρις στον Γκάτσο, το Χατζιδάκι, τη Φαραντούρη τραγουδιέται και έχει μια σπαραξικάρδια προσέγγιση που σιγοντάρεται δεόντως από γεμάτο φεγγάρι.
Λίγη ώρα αργότερα, στα υπήνεμα νερά του κόλπου των Μεγάρων, ο στεριανός, νυκτερινός, βοριάς αρκετά εξασθενιμένος σε σχέση με το πρωί, ρυτιδιάζει ήρεμα την επιφάνεια της θάλασσας. Ο φυσικός δορυφόρος της γης είναι αρκετά ψηλά ώστε να χαρίζει την απαράμιλλη ανταύγεια του και να κάνει τη γη της Σαλαμίνας να ξεχωρίζει από το φωτεινότερο ουρανό.
Πινακίδα άλλης εποχής, στα Εξαμίλια Κορινθίας, που στέκει ορθή, παρά το πέρασμα του χρόνου, τις σκουριές και την πιθανή μη χρησιμότητά της πια. Το εκκλησάκι στη γωνία δεξιά, άλλη μια ελληνική συνήθεια που συναντούμε στους επαρχιακούς δρόμους, συνήθως σημάδι θλίψης για τους αγαπημένους που αφησαν εκεί την τελευταία τους πνοή, αλλά και ευχαριστηρίου επί τη διασώση.
Κάτω από το νερό, σχεδόν όλα φαίνονται ομορφότερα. Είναι το μαλακό φως, το γεγονός ότι πλέεις, η απατηλή αίσθηση της έλλειψης της βαρύτητας, οι κινήσεις που είναι πιο αργές, πιο αρμονικές. Το κορίτσι της εικόνας πάντως, μια μικρή αναδυόμενη Αφροδίτη, δεν έχει ανάγκη το νερό για να φανεί ομορφότερο...
Πόσεις δόσεις Ευρωπαϊκού πολιτισμού και Κοινοτικών οδηγιών χρειάζονται άραγε ακόμα, προκειμένου να κλείσουν οι υπαίθριες αγορές καρπουζιών; Πόσo χρόνο ζωής να έχει αυτό το τοπικό φωτινό σημάδι πάνω στο φρύδι το παλιού δρόμου που συνδέει την Ελευσίνα με τον Λουτρόπυργο, πριν το σβήσουν κάποιες εντολές από έναν τόπο όπου δεν γνωρίζουν τι είναι μποστάνι; Πόσος χρόνος να έχει απομείνει ώστε να χαθεί η εντοπιότητα με όσα θετικά ή αρνητικά κουβαλά τόσα χρόνια;
Στην καρδιά του Σαρωνικού, το σύγχρονο Καταμαράν που έχει καταπλεύσει από την Μάλτα έρχεται σε μια αντίθεση με το παραδοσιακό ψαροκάικο. Είναι όμως η ελληνική θάλασσα, που τελικά γεννά την αρμονία, που κρατά, φιλοξενεί και τα δυο πλεούμενα στην γαλανή επιφάνειά της.
Ασφαλώς και πρέπει να κατηγορήσουμε τους Γερμανούς για ότι κτηνώδες έκαμαν στην Κατοχή. Βεβαίως μπορούμε να μιλήσουμε για τους Βρετανούς αποικιοκράτες που συνέβαλαν στο βύθισμά μας στον εμφύλιο. Προφανώς έχουν και οι Aμερικανοί τη συμβολή τους για το μόρφωμα που προέκυψε το ξημέρωμα της Παρασκευής 21 Απριλίου, όπως και σε πολλά άλλα. Πλην όμως, κανείς από τους προαναφερθέντες δεν ευθύνεται για αυτή την θλιβερή εικόνα. Ο μη σεβασμός του χώρου, η ανικανότητα υπεράσπισης της φυσικής ισορροπίας και η αδύναμία αντίληψης της καθαριότητας δεν αποτελεί κληροδότημα της παρέμβασης των ξένων δυνάμεων. Ούτε πρέπει να είναι μάθημα που να διδάσκεται στα σχολεία. Είναι αφετηρία. Όπου, απ' ότι φαίνεται δεν έχουμε φθάσει ακόμα. Αφιερώνεται, εξαιρετικά, στους κολυμβητές, περαστικούς, περιστασιακούς ψαράδες που άφησαν τα σκουπίδια τους στην Κακιά Σκάλα.
Στο μοιχό του κόλπου του Πόρου, στη μικρή Σφαιρία, την ώρα που ο ήλιος κρύβεται πίσω από τη γη της Πελοποννήσου τα ιστιοφόρα πάνω στην ακίνητη επιφάνεια είναι δεμένα στις προβλήτες. Δεν προσδοκούν παρά την ανατολή της επόμενης μέρας και λίγο άνεμο, που θα τους δώσει μια πνοή ζωής και λίγα μίλια ιστιοπλοίας.
..και ήρθε ο Σεπτέμβρης. Μαζί του και η πρώτη βροχή. Κάτω από έναν νεφοσκεπή ουρανό οι στάλες σβήνουν στο θαλασσινό νερό δημιουργώντας ένα μικρό πίδακα και μια μελαγχολική διάθεση. Η μυρουδιά από το διψασμένο χώμα αναπληρώνει τη χαμένη διάθεση. Καλό Φθινόπωρο
|