Σαν παυσίπονο (29.05.2012). PDF Print E-mail

Το απόγευμα ήταν νεφελώδες. Κυριολεκτικώς και μεταφορικώς. Η εργάσιμη μέρα κυλούσε προς το τέλος, τα κέφια και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα στη δουλειά, ήταν σε χαμηλό επίπεδο και δεν υπήρχαν πολλά “εξωτερικά” στοιχεία, να προσφέρουν μια ανάσα χαράς ή αισιοδοξίας.

Ο απόμακρος τηλεοπτικός δέκτης, μας βομβάρδιζε με τις συνήθεις σχιζοειδείς του αναφορές. Από την μια τα δακρύβρεχτα, θλιβερά, Τούρκικα σήριαλ από την άλλη το σύνολο των καταθλιπτικών ειδήσεων που αφορούσαν τη χθεσινή μέρα, όπως το μνημόνιο, τα αδιέξοδα με τις επικείμενες εκλογές, τις δηλώσεις Lagarde, το λάθος θέμα της Φυσικής, τη διαμάχη για τη μοιρασιά του του ποσού του χρηματισμού του πρώην υπουργού Εθνικής Αμύνης, τη σφαγή στη Χούλα, την ανακεφαλαιοποίηση των τεσσάρων μεγάλων ελληνικών τραπεζών.

Τέλμα.

Πάνω στο γραφείο ένα μοναχικό κλειδί με τη φτερούγα  στο πλαστικό του τμήμα, που είχε αφήσει ο Πάνος. Πέντε μέρες το χρησιμοποιούσε για τις ανάγκες κάλυψης του “Ακρόπολις”

- τι είναι ψηλούλη;

- Crossrunner!

Έχοντας ήδη δυο άγνωστες λέξεις είπα να μην συνεχίσω τις ερωτήσεις. Του έσπρωξα το κλειδί από το turbo Juke που είχε, επίσης για το “Ακρόπολις” ο Βανζέλ πήρα κράνος, τζάκετ, γάντια, αποχαιρέτησα και κάπως ανόρεχτα, αποχώρησα.

Το Crossrunner περίμενε κάτω, ντυμένο σε ένα έντονο ρουμπινί χρώμα, πασπαλισμένο με χώμα, αρκετά λερωμένο από τις ανοιξιάτικες βροχές που έδωσαν ένα διαφορετικό χρώμα στο 58ο “Ακρόπολις”.

Νόστιμο αισθητικά. Δρασκέλισα στη σέλα , είδα την τιμόνα να έρχεται από τα έγκατα του μπροστινού ντυμένη στο πλαστικό, στοιχείο που παραπέμπει σε αυτά τα δύσμορφα σκούτερ. Είπα να μην ξανακοιτάξω αλλά μια κίτρινη ένδειξη με τα γράμματα ABS στο πίνακα οργάνων τράβηξε πάλι την προσοχή μου προς τα εκεί. Πάλεψα μπας και το απενεργοποιούσα, αλλά εις μάτην.

- Να διαβάσουμε το manual; ρώτησε από δίπλα ο Πάνος διακριτικά.

- Δεν έχω διαβάσει δεύτερη φορά τους “επτά επί Θήβας” το manual θα διαβάσουμε;

ψέλλισα απατώντας, αναιδώς, με ερώτηση και έφερα στη ζωή τα 782 κυβικά του.

Είπαμε κάτι για τα καύσιμα, χαιρετιστήκαμε και έφυγα.

Μόλις πάτησα

στον καθρέφτη της Κλεισθένους με χαρά ανακάλυψα ότι η ουρά είχε την τάση να χαράσσει ανεξάρτητες, αυθάδεις τροχιές. Όσο πιο βίαιη η περιστροφή του δεξιού καρπού τόσο πιο αυθάδεις . Είχα ήδη ξεχάσει την καρατιμόνα. Κάτι το γεγονός ότι κάποιος θα με είχε “στολίσει” με κάποια κοσμητικά, κάτι ότι τα παιδιά με τα μπλε που ταξιδεύουν ζευγάρια με άλλα μηχανάκια, μπορεί να με εντόπιζαν πριν τα δω, ησύχασα.

Πλησιάζοντας σπίτι, και καθώς τα σύννεφα πύκνωναν πάνω από το βουνό, έκανα αυτό θα έκανα και πριν 35 χρονιά. Έστριψα προς το βουνό και όχι προς το σπίτι.

Ο δρόμος άδειος, ο ουρανός βαρύς, ή άσφαλτος χωρίς σκιές,. Στα πρώτα φρένα, συνηθισμένος από το γέρικο CBR μου, έδωσα μπρος και πίσω και παραλίγο να περάσω ολόκληρος πάνω από το καντράν. Έτσι ξέχασα και το ABS.

Μετά τις 6.500 σ.α.λ. αλλάζει ο ήχος του V κινητήρα (ενεργοποιείται το VTEC), γίνεται πιο επιθετικός, πιο βροντώδης αλλά μετά την τρίτη σχέση δεν τον ακούς αφού τον σκεπάζει η βουή της ροής του αέρα. Προσπαθούσα να νιώσω το σύνολο, αλλά υπήρχε το περιβάλλον που συνεχώς μου αποσπούσε την προσοχή. Τα σπάρτα μοσχοβολούσαν παραπλανητικά, ο κίτρινος τοίχος τους φυλάκιζε το βλέμμα μου, τα σύννεφα έφτιαχναν σχήματα που προσπαθούσα να ερμηνεύσω, στο βάθος η θάλασσα ασκούσε τη δική της γοητεία και η συγκέντρωση του αναβάτη είχε κονιορτοποιηθεί.

Ξεκίνησα για το σπίτι, πλην όμως βρέθηκα αρκετά μακρύτερα, έτσι μοιραία ο δείκτης του καυσίμου αναβόσβηνε. Ανεφοδιασμός λοιπόν και πριν την επιστροφή, τρεις κρεμούλες από παρακείμενο γαλατάδικο, καλά συσκευασμένες, χωρούν στο σακίδιο. Η ανηφόρα περιμένει, πιο φιλική από την κατηφόρα και καθώς υπάρχει πια μια εξοικείωση βγάζω λίγο πιο έξω τα σημάδια στο πίσω ελαστικό, αλλά όσο και αν ευχαριστιέμαι από την αίσθηση της απρογραμμάτιστης οδήγησης σε έναν ανοικτό, ορεινό, άδειο δρόμο, ένα δροσερό, συννεφιασμένο, ανοιξιάτικο απόγευμα, τα όμορφα χιλιόμετρα τελειώνουν.

Τα πρώτα φανάρια

σηματοδοτούν το περιαστικό περιβάλλον, οι εγκάρσιες τομές, οι λακκούβες, τα κακοτοποθετημένα φρεάτια κάνουν την πίσω ανάρτηση να διαμαρτύρεται, αλλά η λεία άσφαλτος κάνει τη ζωή πιο παιχνιδιάρα, ειδικά εφόσον έχεις στο καρπό σου τον έλεγχο από εκατό ίππων. Σκέφτηκα ότι σπίτι θα μπορούσε να περιμένει λίγο ακόμα.

Στο γραφείο η τηλεόραση είχε σβήσει και η μαύρη, βουβή οθόνη της είχε απομακρύνει τη βαρβαρότητα της μέρας. Συνολικά έξι άτομα εργάζονταν ακόμα, το διπλάσιο του τρία δηλαδή και τις επόμενες στιγμές μοιραζόμασταν τις τρεις κρέμες μαζί με ιστορίες από το παρελθόν. Τελείωνε εκείνο το απόγευμα, πολύ πιο χαρμόσυνα απ' ότι προβλεπόταν και την ώρα που ο ήλιος χανόταν πίσω από τα τελευταία σύννεφα και τις πλαγιές της Πάρνηθας συνειδητοποίησα ότι μια Cross Runner, τρία – τέσσερα λίτρα καύσιμου, και τρείς κρέμες δια του δύο μπορούσαν να γίνουν το καλύτερο παυσίπονο, το πιο υγιές ψυχοτρόπο.

Ένοιωσα υπόχρεος στην άνοιξη, στον άγνωστο Έλληνα κτηνοτρόφο, στον Soichiro Honda και βέβαια στην παρέα μου, καθώς όλα τούτα ευθυγραμμίστηκαν και δούλεψαν σαν παυσίπονο