Monaco. Το πετράδι του στέμματος (29.05.2011) |
Ιστορικά, δεν υπάρχουν αγώνες που αφ’ ενός μεν προπολεμικά, να τους έχουν κερδίσει προσωπικότητες όπως ο Tazio Nuvolari, o Achille Varzi, o Rudolf Caraciolla, αφ’ ετέρου δε μεταπολεμικά άλλες, όπως ο Stirling Moss, o Juan Manuel Fangio, o Graham Hill, o Jackie Stewart, o Ayrton Senna και ο Michael Schumacher.
Τέτοιος διαχρονικός γαλαξίας αστέρων στον ίδιο χώρο δεν υφίσταται. Τα 500 μίλια της Ινδιανάπολης είναι ένας παλιότερος (κατά 18 έτη) αγώνας, και εξακολουθεί να τελείται αλλά Grand Prix του Monaco δεν είναι. Αυτό συνάγεται τόσο από το τοπογραφικό ενδιαφέρον των δρόμων του πριγκιπάτου, όσο και από το γεγονός ότι την τελετή απονομής επάθλων τελούσε, τελεί ένας πρίγκηψ. Η Ευρώπη δε, συνέχισε να «κερδίζει» τις μάχες των εντυπώσεων με άνεση, καθώς από το ’56 ως το ‘82 η σύζυγος του πρίγκιπα ήταν μια Αμερικανίδα που φυσικά προτίμησε το Monaco από την Πενσυλβάνια. Κανείς βέβαια δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι ο Rainier έμοιαζε στον Clark Gable, στον James Stewart, ή στον Cary Grant, όλοι συμπρωταγωνιστές της Grace Kelly, αλλά από την άλλη όταν δέχεσαι πρόταση γάμου από ένα πρίγκιπα, δεν θα είναι δύσκολο να λησμονήσεις όλες τις υπόλοιπες.
Επίσης κανείς Αμερικανός δεν κέρδισε ποτέ στο Μεσογειακό GP, ενώ όταν αποφάσισαν οι Ευρωπαίοι να διεκδικήσουν σοβαρά τα 500 τα κατέκτησαν. Ο Colin Chapman έφτιαξε το μονοθέσιο, ο Jimmy Clark το οδήγησε για πρώτη φορά το ’64, οπότε και προηγήθηκε μέχρι να εγκαταλείψει ενώ το ’65 που επέστρεψε, δεν άφησε κανένα περιθώριο και μαζί με την νίκη εισέπραξε το πλούσιο έπαθλο. Ατυχώς αυτό ήταν το κίνητρο (money rules). Επίσης ατυχώς ο προικισμένος Σκωτσέζος πιλότος δεν κέρδισε ποτέ στο Monaco. Αυτό το κενό ήρθε την επόμενη χρονιά να καλύψει ο Graham Hill. Κέρδισε στη Ινδιανάπολη ενώ μέχρι το ’92 ήταν και ο ρέκορντμαν νικών στους δρόμους του πριγκιπάτου. Ήρθε όμως ο Ayrton, τότε, τον Μάιο του ’92, έγραψε την υπ’ αριθμόν έξι νίκη του εκεί και ο μυστακοφόρος Graham έμεινε στη δεύτερη θέση με τις πέντε νίκες του, όσες έχει κάνει (μέχρι στιγμής) και ο Schumacher.
Από τον αγώνα του ’66. Jackie Stewart, Jimmy Clark, Graham Hill. Μόνο παραπονεμένος όμως δεν πρέπει να ήταν ο Hill. Στο φινάλε είναι ο μόνος που έχει πετύχει το triple Crown. Έχει κερδίσει 24 ώρες του Le Mans, Indy 500, & Monaco GP. Είναι και ο μόνος παγκόσμιος πρωταθλητής, πατέρας παγκόσμιου πρωταθλητή. Δυστυχώς δεν μπόρεσε να το χαρεί. Έχασε τη ζωή του σε αεροπορικό δυστύχημα 21 χρόνια πριν τη στέψη του Damon.
Monaco Grand Prix, 22 Απριλίου 1935. O αλυτάρχης Charles Faroux ενημερώνει τους οδηγούς πριν την εκκίνηση. (από αριστερά): Philippe Etancelin, Antonio Brivio, Tazio Nuvolari, Rene Dreyfus, Giuseppe Farina, Rudolf Caracciola, Earl Howe, Luigi Fagioli, Raymond Sommer, Faroux and Goffredo Zehender Όπως και να έχει το θέμα, το αχανές οβάλ της Ινδιανάπολις δεν θα κερδίσει ποτέ την αίγλη ενός street circuit, δεν θα αποκτήσει ποτέ λιμάνι όπου θα δένουν τα εντυπωσιακότερα γιωτ του πλανήτη. Το Monaco δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τις υψηλές ταχύτητες των 500 μιλίων. Εξ’ άλλου δεν τίθεται ζήτημα για το ποιος αγώνας απαιτεί περισσότερη τέχνη. Από τότε που ο Varzi κέρδιζε με τα 2,3 λίτρα της Bugatti T 51 στο μπροστινό του καπό, από τότε που οι DVF Cosworth κλωτσούσαν με βία τους πιλότους πίσω από την πλάτη τους, μέχρι τους κολασμένους γύρους του Ayrton με τα διαμάντια από την Ιαπωνία μέσα στις McLaren, το Monaco απαιτούσε τα πάντα.
Ο Lorenzo Bandini το κατάλαβε στον 82ο γύρο (από τους 100) του αγώνα του ’67 όταν κυνηγώντας τον νικητή Denny Hulme στιγμιαία έχασε την αυτοσυγκέντρωσή του στο σικαίην του λιμανιού. H Ferrari 312 που οδηγούσε ανατράπηκε, ανεφλέγη, και: «Το μόνο που άκουγες ήταν τα ουρλιαχτά του, αν δεν περνούσε αυτοκίνητο» όπως ομολόγησε ο Giancarlo Baghetti, που έτυχε να ήταν θεατής στο σημείο εκείνο. Τρεις μέρες αργότερα ο Bandini εξέπνευσε. Lorenzo Bandini Περισσότερο τυχερός ήταν ο Alberto Ascari στον αγώνα του ’55 που «έχασε» την Lancia που οδηγούσε και βούτηξε στο λιμάνι. Ανεσύρθη από τα νερά αγραντζούνιστος. Η τύχη του όμως δεν είχε διάρκεια. Τέσσερις μέρες αργότερα, στις 26 Μαΐου έχανε τη ζωή του στη Monza κατά τη διάρκεια ιδιωτικών δοκιμών με μια Ferrari. Ήταν 37 ετών και ορφανός από τα επτά του χρόνια, όταν 13 μέρες μετά τα γενέθλιά του, στις 26 (!) Ιουλίου του ΄25 έχανε τον πατέρα του Antonio στο Γαλλικό GP. Πέντε έτη μετά την απώλεια του Bandini, ο Roman Palanski πήρε το συνεργείο του και ακολούθησε το ζεύγος Stewart στον αγώνα του ’72. Ο Jackie ήταν ήδη δυο φορές εστεμμένος (’69 Matra, ’71 Tyrrell) αλλά το ’72 ήταν για αυτόν μια χρονιά με μέτριο εξοπλισμό, καθώς ο Ken Tyrrell δεν είχε λύσεις ώστε να αντιμετωπίσει τις δημιουργίες του Colin Chapman και ο Emo (Fittipaldi) θα γινόταν ο πρώτος Βραζιλιάνος παγκόσμιος πρωταθλητής. Τον Μάιο του ’72 λοιπόν, ο Πολωνός σκηνοθέτης ακολουθεί κατά πόδας τον Σκωτσέζο πρωταθλητή καταγράφοντας όλες του τις δραστηριότητες. Μοντάρει το υλικό και με τίτλο: “Weekend of a champion” παραδίδει ένα άριστο ντοκυμαντέρ μήκους 80 λεπτών. Είναι περισσότερο μια ανθρωποκεντρική ταινία, που δείχνει τον χαρισματικό επικοινωνιακά Jackie σε προσωπικές στιγμές. Την ώρα που τρώει το πρωινό του γυμνός από την μέση και πάνω εξηγώντας τεχνικά θέματα, όταν επισκέπτεται στο γκαράζ της ομάδας και βοηθά το τεχνικό τημ να στήσει το αυτοκίνητο, όταν φθάνει στην πίστα, τους διάλογους με συναθλητές του. Παράλληλα περιλαμβάνει άφθονες σκηνές δράσης από τον αγώνα που ήταν βροχερός και σημαδιακός, αφού τότε σημείωσε την μοναδική του νίκη ο Jean Pierre Beltoise, οδηγώντας B.R.M., για την οποία ήταν η τελευταία της νίκη στα GP. Τέλος ήταν το τελευταίο «παλιάς διαδρομής» Monaco. Ο Jackie θα τερμάτιζε 4ος, έχοντας εκκινήσει από την 8η θέση. Έξι χρόνια αργότερα, το ’78, θα σημείωνε εκεί την πρώτη του νίκη ο Patrick Depailler. Ήταν η πρώτη νίκη της Tyrrell από τον Ιούνιο του ’76 όταν ο Jody Scheckter κέρδισε τον μοναδικό αγώνα με την εξάτροχη Ρ34 στη Σουηδία. Ο τελευταίος Γάλλος που κέρδισε στο πριγκιπάτο όμως, ήταν ο Olivier Panis το ’96 με Ligier. Ήταν η μοναδική του νίκη. Έβρεχε. Συμπτώσεις. Πέντε χρόνια μετά τη νίκη του Panis βρέθηκα στο πριγκιπάτου για τον αγώνα του 2001. Η Scuderia έδείχνε ότι δύσκολα θα έχανε τον έλεγχο που είχε ανακτήσει από την προηγούμενη χρονιά, o Mika Hakkinen έδειχνε και ήταν κουρασμένος και η McLaren δεν έβρισκε λύσεις απέναντι στην ομάδα από το Maranello. Επιστρέφοντας από το πριγκιπάτο έγραψα το ακόλουθο editorial για το περιοδικό F racing ένθετο του Car & Driver. Με τίτλο «Αστραφτερός και χαοτικός», εκτιμώ ότι παραμένει επίκαιρο.
“Ο αγώνας του πριγκιπάτου ανέτως αποσπά αυτούς τους χαρακτηρισμούς. Αν το παγκόσμιο πρωτάθλημα της F1 είναι το στέμμα, το Monaco είναι το πετράδι του στέμματος. Αν το Spa είναι ο αγώνας της ταχύτητας, το πριγκιπάτο είναι ο αγώνας της απόλυτης ακρίβειας. Εβδομήντα οχτώ ολόκληροι γύροι, ένα ανελέητο παιχνίδι όχι με μέτρα, αλλά με πόντους. Αν βρεθείς μια φορά εκεί, μπορείς να καταλάβεις τα λόγια του Ayrton περί τούνελ με μπαριέρες.
Monaco ’88 H McLaren του Ayrton πάνω στις μπαριέρες. Είναι η υπέρτατη δοκιμασία. Δεκατρία χρόνια μετά από εκείνο το λάθος του στην portier που βάρεσε τη McLaren στα αρμκό και εγκατέλειψε, μπορείς να νιώσεις το γιατί. Αν ο βραζιλιάνος είχε κερδίσει εκείνον τον αγώνα, οι περισσότεροι θα το είχαμε λησμονήσει, αν όμως είχε ρίξει γύρο στο δεύτερο και ωσαύτως χειριζόμενο McLaren Prost, θα ήταν διαφορετικά. Θα ήταν εκείνη η νίκη ή καλύτερα εκείνος ο θρίαμβος η τελεσίδικη εκδίκηση για τον αγώνα του ’84, όπου οι αγωνοδίκες, ο αλυτάρχης Jackie Ickx και, γιατί όχι, ο Jean M. Ballestre ή όπως αλλιώς ονομάζεται το κατεστημένο του αφαίρεσε την ύψιστη διάκριση, ίσως την πιο επική απ’ όλες! Τότε που στο πλημμυρισμένο πριγκιπάτο ανέτειλε το άστρο του αγωνιστικού πρίγκιπα που με μια Toleman οδήγησε όπως μόνο αυτός ήξερε και μπορούσε και ήταν θέμα χρόνου πότε θα περνούσε τον εστεμμένο Γάλλο που οδηγούσε ό,τι καλύτερο υπήρχε τότε στα box της F1. Τώρα πια εύκολα νιώθεις ότι πολύ καλά έκανε ό,τι έκανε το ’88 ο Βραζιλιάνος. Αν δεν το έκανε αυτός, δεν θα το έκανε κανείς, δεν θα ήταν μύθος.
Αριστοτέλης Ωνάσης Αν, Αν, αν ... Η ιστορία δεν είναι ποίημα του Kipling και δεν γράφτηκε ποτέ με «αν». Το Monaco είναι μια τοποθεσία όπου κατεξοχήν ισχύει αυτό. Σχεδόν μισό αιώνα νωρίτερα, την άνοιξη του ’67, ένας διάσημος Σμυρνιός έχασε εδώ ένα παιχνίδι που μπορεί να του απέφερε 9,5 δις δολάρια, αλλά: «Μας έγδυσαν», απεφάνθη, και σάλπαρε, όπως αφηγείται ο βιογράφος του Peter Evans. Eννοείται πως εκείνη τη νύχτα οι Γκριμάλντι άνοιξαν σαμπάνιες και ο Αρίστος πρόφερε στα ελληνικά όσα μπινελίκια γνώριζε (και γνώριζε πολλά). Η απώλεια του οικονομικού ελέγχου του καζίνου και των λοιπών μεγάλων συμφερόντων εκεί, ήταν η πρώτη μεγάλη ήττα της επιχειρηματικής του καριέρας, ανεξάρτητα τι πως και γιατί συνέβη.
Στο Monaco, πάντως, μπορείς να νιώσεις σε μεγάλη κλίμακα οτιδήποτε. Όπως ότι κανείς δεν είναι αρκετά «παραλής». Όσο μεγάλο σκάφος και να έχεις, κάποιος μεγαλύτερος θα δέσει δίπλα σου. Κι αν έχεις το μεγαλύτερο εντός του λιμένος, τα πραγματικά μεγάλα θα βρίσκονται αρόδο, γιατί δεν χωράνε, ούτε να δέσουν, ούτε να μανουβράρουν μέσα!
Αλλάζει η μορφή της πόλης ώστε να υποδεχτεί τον αγώνα.
Το σύνολο των ανθρώπινων ονείρων, επιθυμιών, στόχων και βέβαια ο ορισμός της ματαιότητας παρελαύνουν εδώ ακαταπαύστως και υπερηφάνως. Πολύ σύνηθες να ακούς το γουργουρητό του φλατ 6 μιας κυρίας από το Τσουφενχάουζεν και εξίσου σύνηθες τις αναπνοές ενός V12 μιας κόκκινης ντίβας από το Μαρανέλλο. Όταν μάλιστα περνούν μέσα από το tunnel de la Serraville, δεν λησμονούν να ρίχνουν μια γκαζιά, έτσι για να ζωντανεύουν τα πράγματα. Αυτά εκτός πίστας, διότι εντός τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Μόνο τυχαίο δεν είναι ότι στα πρώτα δοκιμαστικά, της Πέμπτης, δύο πιλότοι που δεν είχαν ξαναστρίψει εκεί μέσα βγήκαν στο ίδιο σημείο παραμορφώνοντας αρκετά τα μονοθέσιά τους. Ο λόγος για τους Τ. Μarques και J. P. Montoya, που άφησαν βιαίως γαλάζιο από Compaq και μαύρο από European στις μπαριέρες της Rascasse. Ένας από τους λόγους που μετατρέπουν τους ιπτάμενους γύρους σε εφιάλτη είναι ότι, αν όχι όλα τα φρένα, τα περισσότερα είναι τυφλά. Στην Devote φρενάρουν στο ελαφρύ χάσιμο χωρίς να έχουν οπτική επαφή ούτε με την είσοδο της στροφής ούτε με το άπεξ της. Στην αριστερή του Casino έρχονται, παρά τη μεγάλη ανωφέρεια, τελειωμένοι και στρίβουν στην παρατεταμένη επιβραδύνοντας πάλι στο χάσιμο σε δύο στάδια, όπως δείχνουν τα αποτυπώματα στην άσφαλτο, προφανώς επειδή χάνεται ελαφρά η πρόσφυση λόγω διαμόρφωσης της επιφάνειας του δρόμου. Τα δυσκολότερα φρένα είναι στο σικέιν μετά το τούνελ, όπου φτάνουν σχεδόν με τελική και στο σημείο όπου πρέπει να φρενάρουν δεν υπάρχει οπτική επαφή με την κλειστή αριστερή, αφού είναι σε σημείο που χάνεται. Παρομοίως τυφλά είναι και τα φρένα για τη Rascasse, όπου μετά τη διαρκείας αριστερή που έχουν ανεβάσει ταχύτητα επιβραδύνουν βίαια, τυφλά και ενίοτε γλιστρώντας για τη δεξιά ανηφορική φουρκέτα. Το μενού ολοκληρώνεται με την ανάποδη Antony Noghes, όπου επίσης δεν βλέπουν την κορφή της.
Παραμονές του αγώνα το πριγκιπάτο ζει έναν παράξενο ρυθμό. Είναι η στιγμή που αντιλαμβάνεσαι το χαοτικό της υπόθεσης. Στήνεται ένας μοναδικός μηχανισμός προκειμένου μια πόλη να μετατραπεί σε σύγχρονη πίστα όπου εφαρμόζονται όλες οι διατάξεις της FIA περί ασφαλείας και βέβαια να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις των οργανωτών περί οικονομικής επιτυχίας. Μπαριέρες, κερμπς, εξέδρες, τοποθετούνται με περισσή προσοχή. Η οπτική επαφή με την πίστα για όσους δεν έχουν καταβάλει το τίμημα κάποιου εισιτηρίου είναι από αδύνατη έως πολύ δύσκολη. Σε κάθε σημείο που δεν ήταν δυνατό να στηθεί εξέδρα σηκώθηκαν μεταλλικά φράγματα, προκειμένου να αποκόψουν την οπτική επαφή με τους απανταχού παρεισφρήσαντες τσαμπατζήδες.
Για να εξυπηρετηθεί αυτό το σενάριο έχει εφαρμοστεί ένα απίθανο σύστημα από αποκλεισμούς περιοχών, με συρματοπλέγματα που επιτρέπουν ή απαγορεύουν τη διέλευση, και μάλιστα σε μια πόλη με πολλά τούνελ και υπόγειες διαβάσεις. Είναι απίστευτο πως σε όλο αυτό το εξαιρετικά μπλεγμένο περιβάλλον βρίσκουν άκρη. Βρίσκουν πάντως, ενώ οι δυνάμεις καταστολής –βλέπε τοπική αστυνομία και λοιποί σεκιουριτάδες με μαύρες στολές εκστρατείας, ασύρματη επικοινωνία με ντιζαϊνάτα μικρόφωνα και «ψείρες» ακουστικά, γιλέκα τελευταία λέξη αντιτρομοκρατικής μόδας και βέβαια το αντίστοιχο βαρύ, βλοσυρό, ενίοτε επιβλητικό ύφος.
Περισσότερα Riva σε τόσο μικρό χώρο, δύσκολο να συναντήσεις αλλού, Εντυπωσιακό επίσης είναι πώς σέρνονται σε όλο το μήκος του σιρκουί εκατοντάδες χιλιομέτρων καλώδια που εξασφαλίζουν την τηλεοπτική κάλυψη και τις επικοινωνίες γενικότερα. Περνούν μέσα από τις υπόγειες διαβάσεις, ανεβαίνουν σκαλιά, κατεβαίνουν τα πρανή, κρέμονται από τα σύρματα και τις γέφυρες, είναι παντού. Είναι ένα καλωδιομένο βασίλειο. Το παράξενο σκηνικό συμπληρώνεται από τους ογκώδεις αλουμινένιους σκελετούς των εξεδρών που βρίσκονται σχεδόν παντού και στη βάση τους λειτουργεί άλλο ένα δαιδαλώδες σύστημα από διαδρόμους που εξυπηρετεί τη διακίνηση θεατών, οργανωτών και αγαθών. Απορίας άξιον και εκεί πως τηρείται το πρωτόκολλο, ποιοι περνούν που. Μια άριστη δικαιολογία είναι το μέγα πλήθος των απασχολουμένων που βρίσκεται παντού και ελέγχει την κυκλοφορία. Όλα τα παραπάνω συγκλίνουν στον ορισμό του σύγχρονου γκέτο, αν και επί της ουσίας το πλούσιο και το φτωχό, ο χλιδάτος και ο πένητας δεν χωρίζονται. Δίπλα στον κοστουμάτο κόμητα μπορεί να βαδίσει ο κάθε απίθανος οποιασδήποτε σλαβικής ή γερμανικής φυλής με τον κλασικό εξοπλισμό: φανελάκι, σαγιονάρα.
Έντονη η παρουσία του θηλυκού στοιχείου. Κάτι η F1, Κάτι το κοσμικό της υπόθεσης, η γοητεία των θηλέων ανέκαθεν περίσσευε εκεί. Ανώφελο ενταύθα να προσθέσω ότι η πασαρέλα του Monaco πάντως, πέρα από το λιμάνι όπου ο καθένας χαζεύει με λαιμαργία μερικά από τα ακριβότερα σκαριά της Μεσογείου και το έμψυχο περιεχόμενό τους, είναι αναμφίβολα η περιοχή του Casino τις βραδινές ώρες. Στο τρίγωνο Hotel de Paris, Casino, Café de Paris, το Monaco αναστενάζει και αραχτοί στην πλατεία, πάνω στις μπαριέρες, δεκάδες περίεργοι προσπαθούν να εντοπίσουν τον όποιο επώνυμο που καταφτάνει μετά βαΐων και κλάδων για να καταθέσει τον οβολό του στο ταμείο που κάποτε ανήκε στον Αριστοτέλη Ωνάση. Τι θα ήταν η ζωή χωρίς πρωταγωνιστές και θεατές;”
H απονομή του 2001. Η Grace λείπει ήδη 19 χρόνια. O Rainier θα δει άλλα τρία GP. O Eddie τρίτος με βαμμένο κίτρινο μαλί, στο πρώτο podium της Jaguar. Δέκα χρόνια αργότερα από εκείνες τις εντυπώσεις, ο αγώνας του πριγκιπάτου παραμένει το πετράδι του στέμματος, όσες επινοήσεις νυκτερινών, εξωτικών, ή άλλων αγώνων πόλης έχουν βγάλει από το εμπορικό τους καπέλο οι άνθρωποι του Bernie. Δέκα χρόνια αργότερα, λίγα είναι τα κοινά στοιχεία και έξι τα κοινά πρόσωπα ανάμεσα στους πιλότους. Αλφαβητικά είναι οι Alonso, Barrichello, Button, Heidfeld, Schumacher, Τrulli, ενώ ο πρωταθλητής 2010, και επικεφαλής του 2011, Sebastian Vettel, ήταν μαθητής της 2ης Γυμνασίου στο Heppenheim έχοντας κερδίσει όμως εκείνη τη χρονιά το Junior Monaco Kart Cup
Monaco 1932.Tazio Nuvolari
Monaco 2001.Michael Schumacher, στο δρόμο για τη νίκη. Δέκα χρονιά αργότερα τι θα συμβεί άραγε;
.
|