Παλακίδι & Αρμενάκι – (Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2018) |
Βέβαιο και αναμενόμενο ήταν, πως η βαθιά οικονομική ύφεση και η βαθύτερη κοινωνική κρίση που μαστίζει τον τόπο από την αυγή της τρέχουσας δεκαετίας, θα γινόταν και κινηματογραφικό θέμα. Κάπως πρόχειρα ξεχωρίζω δυο παραγωγές. Το «Highway to Hellas» (Ραντεβού στην Ελλάδα) και το «Σ’ Αυτή τη Χώρα Κανείς δεν Ήξερε να Κλαίει».
Διαφορετικής φιλοσοφίας αλλά με αρκετά κοινά στοιχεία, πέρα από την βάση της σύγκρισης, ενίοτε και σύγκρουσης ανάμεσα σε Ευρώπη και Ελλάδα . Κατ’ αρχάς το σκηνικό, ότι δηλαδή ξετυλίγουν το στόρυ τους πάνω σε Ελληνικά νησιά, φανταστικά στη σύλληψη, αλλά στην Τήνο και στην Ικαρία στην πραγματικότητα. Ακολούθως το χάσμα που μπορεί να χωρίσει μια χώρα της κεντρικής Ευρώπης με έναν τόπο που αναδύθηκε στο αρχιπέλαγος. Πρώτη, χρονικά, μας ήρθε η δημιουργία του Γερμανού Aron Lehmann, γυρισμένη στην Τήνο το Φθινόπωρο του ’14, βασισμένη στο βιβλίο των επίσης Γερμανών Arnd Schimkat και Moses Wolf. Σε τμήμα του Γερμανικού Τύπου, άρεσε το βιβλίο, δεν άρεσε η κινηματογραφική μεταφορά.Σεναριακά, πάνω στη δύνη της κρίσης στην Ελλάδα, φτάνει στο φανταστικό νησί Παλακίδι, Γερμανός, στέλεχος τράπεζας προκειμένου να διαπιστώσει αν τα έργα τα οποία έχουν δανειοδοτηθεί έχουν ολοκληρωθεί. Επειδή όμως η τράπεζα που έχει δανειοδοτήσει, είναι στα χειρότερά της, σχεδόν εύχεται να υπάρχουν προβλήματα και θα κάνει τα πάντα για να βρεί τον τρόπο να βάλει χέρι στην εγγύηση. Η εγγύηση είναι η καλύτερη, αναξιοποίητη παραλία του νησιού, την οποία ορέγεται να μετατρέψει σε χρυσωρυχείο, με τερατώδη ξενοδοχεία. Και καθώς τα έργα έχουν πραγματοποιηθεί κατά το ήμισυ, ξεκινά η αντιπαράθεση των δυο πλευρών. Ο εργατικός, τυπικός, σχολαστικός και τιμωρητικός Γερμανός και ο πονηρός, καταφερτζής, ολίγον έως πολύ κομπιναδόρος και επιπόλαιος Έλληνας. Δυο κόσμοι διαφορετικοί στην ίδια δύνη. Δύσκολο να πεις αν η ταινία κρατά τις ίδιες αποστάσεις. Εύκολα βρίσκονται απόψεις που να κριτικάρουν θετικά ή αρνητικά και τις δυο πλευρές. Εύκολα επίσης στοχοποιούνται οι προθέσεις του σκηνοθέτη. Η ίδια εποχή που γεννά το σενάριο, είναι η ίδια εποχή που δημιουργεί την αντιπαράθεση. Στο φινάλε και όταν όλα αποκαλύπτονται, το μέλλον παραμένει αβέβαιο και πιθανότατα ζοφερό για την παραλία του νησιού, αλλά ο γερμανός ελεγκτής αποκηρύσσει το χαρτογιακάδικο, φορμόλικο, τυπολατρικό παρελθόν του αποφασίζοντας να μην γυρίσει στην πατρίδα του. Ρίχνεται, κυριολεκτικά βουτάει, ψυχή τε και σώματι στην αγκαλιά του νησιού. Ιδεολογικά, θα περιγραφόταν ως μια ισοπαλία, όχι και τόσο λευκή όμως. Γεμάτο δυσχέρειες θέμα, κάνει όμως την απόπειρα, βάζει τα ερωτήματα, προχωρά, έστω και σε επιφανειακές κριτικές. Το επιχειρεί με χιούμορ και με κάποια μηνύματα. Δεν την λες και σουξέ, δεν αποτελεί ακριβή ιστορική καταγραφή, είναι μια ταινία κάπως άδεια στο πλήθος των κομπάρσων, αλλά έγινε, υπάρχει και αυτό είναι καλό.
Τρία χρόνια αργότερα, τον Σεπτέμβριο του '17, έρχεται ο Γιώργος Πανουσόπουλος, θαλερός, δραστήριος και δημιουργικός στα 76 του χρόνια. Κατεβαίνει στην Ικαρία και υφαίνει έναν κινηματογραφικό ιστό, το όγδοο ως σκηνοθέτης, γεμάτο από τόσα λαμπερά πράγματα. Αισιοδοξία, χιούμορ, προτάσεις, λύσεις, διπλοβελονιά η φαντασία με την πραγματικότητα, έρωτες, φιλίες και το χθες ως παράδοση, με το σήμερα ως γεγονός, πλέκονται πάνω σε όμορφες εικόνες. Προσωπάρες, μορφές όλοι του οι ηθοποιοί και πλούσια η παραγωγή καθώς αξιοποιεί επιτυχημένα δεκάδες ντόπιους για τις ανάγκες των γυρισμάτων. Εμπνευσμένο σενάριο που κινείται σύμφωνα με την έκφραση «έξω από το κουτί». Το στόρυ στήνεται πάνω στο φανταστικό νησί Αρμενάκι όπου φτάνουν ένας Γάλλος ευρωβουλευτής, μια Ελληνίδα οικονομολόγος και οι ακόλουθοί τους για να πραγματώσουν την ευρωπαϊκή ιδέα της ανάπτυξης. Δεν υφίσταται τόσο έντονα η αντιπαράθεση Ευρώπη – Ελλάς. Υπάρχει ως πλαίσιο, αλλά ο δημιουργός ανεβαίνει μια κλίμακα και με ένα είδος ευφυούς αφέλειας, αγγίζει με τρόπο ανατρεπτικό τα θεμέλια μιας κοινωνίας που έχει χάσει τον προσανατολισμό της. Οφείλουμε μια υπόκλιση στην ιδέα, στην κινηματογραφική της μεταφορά που ξεκινά με ένα κομμάτι του Ακη Πάνου, από όπου αντλείται και ο τίτλος, και συνεχίζεται με κέφι, ακροβατώντας πάνω σε μια ουτοπία, που όλοι θα θέλαμε να είναι μια πραγματικότητα. Ειδικά σε έναν χώρο σαν την Ικαρία. Κι όπως ο σχεδόν συνομήλικός του, F.F. Copolla χρησιμοποιεί την θυγατέρα του στις εξαίρετες δουλειές του, έτσι και ο Πανουσόπουλος δίνει πρωταγωνιστικό ρόλο στη δική του κόρη. Πετυχημένη επιλογή. Φυσιογνωμικά μάλιστα υπάρχει μια ομοιότητα στις δυο γυναίκες με την «δική μας», λυγερή και νεότερη Μαργαρίτα, να υπερέχει και με το όμορφο γκριζογάλανο των οφθαλμών της, από την Sofia. Για την ιστορία οι ηθοποιοί των δυο ταινιών. Highway to Athens: Christoph M. Herbst, Αδάμ Μπουσδούκος, Ακύλλας Καραζήσης, Κλεοπάτρα Μάρκου, Χρήστος Βαλαβανίδης, Γιώργος Κοτανίδης, Ερρίκος Λίτσης, Γεωργία Τσαγκαράκη, Pavlos Koechling, Gitta Schweighoefer . Σ’ Αυτή τη Χώρα Κανείς δεν Ήξερε να Κλαίει: Μαργαρίτα Πανουσοπούλου, Μπάμπης Χατζηδάκης, Φωτεινή Τσακίρη, Serge Requet-Barville, Γ. Χατζηγιάννης, Βαλέρια Χριστοδουλίδου, Σταύρος Μερμίγκης, Ηλίας Γιαννίρης, Κώστας Πλάκας, Πέτρος Χάμπας, Θάνος Πρίτσας.
|