Καλή είναι. Ικανή; - (Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2016) PDF Print E-mail

Αυτό είναι το καίριο ερώτημα. Η νέα Gulia, είναι ένα καλό αυτοκίνητο. Επιπροσθέτως, και καθόλου δευτερεύον, είναι και όμορφη. Ικανή όμως είναι;

Ικανή για τί; Για δυο αποστολές. Να στηρίξει, μόνη, την προσπάθεια ανασύνταξης της Alfa Romeo και να σταθεί με αξιοπρέπεια απέναντι στον Γερμανικό ανταγωνισμό.

Ας θυμηθούμε την τελευταία παράγραφο της πρώτης μας γνωριμίας μας στον ιστορικό χώρο του Βalocco: «Μακάρι να μπει η μιλανέζικη φίρμα γερά στο παιχνίδι των πωλήσεων, όχι μόνο για να αναβιώσει τον θρύλο της, αλλά και για να ταράξει τα σχέδια του γερμανικού επεκτατισμού».

Τα ζητούμενα δεν είναι εύκολα, ειδικά αν αναλογισθούμε τι έχει συμβεί τα τελευταία 40τόσα χρόνια. Ποια να ήταν π.χ. η τελευταία Alfa που συγκίνησε, που ταυτόχρονα ήταν ένα αξιόπιστο αυτοκίνητο, ικανό να κοιτάξει στα μάτια τον ανταγωνισμό. Κι όταν λέμε να συγκινήσει δεν εννοούμε να συγκινήσει τους λίγους ή πολλούς ανά τον κόσμο Alfisti, που συχνά παρασύρονται από το συναισθηματισμό όπως οι οπαδοί των ομάδων. Εννοούμε να  συγκινήσει τον οποιοδήποτε συνειδητό οδηγό.

Μήπως πρέπει να πάμε πίσω στις αρχές της δεκαετίας του '70 και στην Alfetta; Βγαλμένη από τα σπλάχνα του Centro Stile, είχε Ιταλικότητα, είχε χαρακτήρα και μπορούσε να περηφανεύεται για τη συνέχιση της παράδοσης. Η τετράπορτη παρά τα χονδρά ουραία τελειώματα ήταν καλλίπυγος, η δε κουπέ ίσως να μην έφθασε ποτέ μια Veloce αλλά, σχεδιαστικά, έφερε τα κελεύσματα της εποχής της, της δεκαετίας του '70.

Ήταν αυτοκίνητα με τον κινητήρα μπροστά, με την κίνηση πίσω, παιχνιδιάρικα, όμορφα, γρήγορα. Ήταν Alfa Romeo. Για να μην χαρακτηριστώ φανατικός και η Alfasud ήταν Alfa. Μικρό, γλυκό, νόστιμο, ταχύ, ρηξικέλευθο ένεκα ο μπόξερ, θά έδινε και ζωή στο Νότο εκεί στο Pomigliano d'Arco, άλλο αν σκόνταψε στα άσχημα μέταλλα, στις κακές επεξεργασίες, στις περίεργες πολιτικές ισορροπίες και οι ελπίδες σκούριασαν.

Εως εκεί όμως με τα προσθιοκίνητα.
Οι μεγάλες, οι καλές Alfa οφείλουν να έχουν μια κλασσική, μια παραδοσιακή διάταξη. Όπως τούτη η Ιουλία.
Να λοιπόν το πρώτο θετικό στοιχείο. Η επιστροφή στην πίσω κίνηση.
Το δεύτερο θετικό, δεν είναι άλλο από το βασικό στοιχείο του  Ιταλικού οπλοστασίου. Η εμφάνιση. Ασφαλώς και είναι όμορφη και κυρίως μακράν ομορφότερη από όλες τις Alfa που αντί για ονόματα είχαν νούμερα. Είναι ένα ευχάριστο και ευειδέστατο σύνολο που συνδυάζει κλασσικά και νεωτεριστικά στοιχεία, που παντρεύει αεροδυναμική και όμορφες γραμμές και συγκεντρώνει όχι μόνον υψηλή βαθμολογία αλλά και τα αντίστοιχα βλέμματα.

Επόμενη θετική εντύπωση, η ποιότητα κατασκευής. Εδώ που έχουμε φτάσει στις μέρες μας, εκεί που έχει ανεβάσει το επίπεδο ο ανταγωνισμός, είναι απαιτητά πράγματα που την δεκαετία του '90, συναντούσες σε ελάχιστα μοντέλα.
Είναι περισσότερο από εμφανής, λοιπόν, η διαφοροποίηση, κατ' αρχάς, με ότι έχει προηγηθεί και στη συνέχεια με το πόσο κοντά έχουν πλασαριστεί στον ανταγωνισμό. Σε ότι αφορά τη σχεδίαση, τα υλικά, την συναρμογή του εσωτερικού, επιτρέψτε μου να ισχυριστώ ότι «αουντίζει», πράγμα θετικό σε ότι αφορά το επίπεδο της ποιότητας, με μια υποψία προσβολής, ίσως, για τους φανατικούς Alfisti. Πλην όμως τόσο η διάταξη των χειριστηρίων, όσο και η μορφή τους, αλλά και η λογική τους εκεί παραπέμπουν. Οφείλουμε να δώσουμε τα εύσημα για την προσπάθεια και για το αποτέλεσμα.

Οι χειρισμοί όλων των συστημάτων είναι άμεσα κατανοητοί, εύκολοι παρά το πλήθος των παραμετροποίησεων. Υπάρχει ρύθμιση ακόμα και στο πόσο ευαίσθητη γίνεται η επισήμανση  της αλλαγής λωρίδας.
Το μπουτόν της μίζας, βρίσκεται πάνω στο flat bottom τιμόνι, κίνηση που επιδιώκει άλλη μια σπορ πινελιά, ενώ πίσω από το βολάν, προβάλουν οι, αρκετά μεγαλύτεροι του συνήθους, μοχλοδιακόπτες του αυτομάτου κιβωτίου. Βοηθητική η μεγάλη έκτασή τους καθώς ο χειριστής δύσκολο να τους «χάσει» ακόμα και αν τα χέρια του είναι μπερδεμένα πάνω στη στεφάνη του τιμονιού.

Τα όργανα ευανάγνωστα σε κλασσική στρόγγυλη διάταξη, ενώ ανάμεσά τους, η ψηφιακή οθόνη παρέχει πλήθος άλλων πληροφοριών. Στην κεντρική κονσόλα, προείπαμε τι μας θυμίζει, ο βασικός επιλογέας και το χειριστήριο των διαθέσιμων προγραμμάτων όπου, στο a (Advanced Efficiency) θα μας καλύψει την επιθυμία για οικονομική και  αποδοτική οδήγηση, στο n πάμε normal και στο d το γνωστό μας dynamic, για να συνθέσουν όλα μαζί το αρκτικόλεξο dna.
Κάπου εδώ οι ανυπόμονοι θα πουν: Εντάξει με τις σχεδιάσεις, τις ποιότητες και τα ρέστα. Από τα ουσιαστικά, τα μηχανολογικά τι έχουμε;

Έχουμε λοιπόν,

έναν νέο, πετρελαιοκινητήρα, τον πρώτο αποκλειστικά αλουμινένιο, χωριτικότητας 2,2 λίτρων και απόδοσης 180 ίππων στις 3.750 rpm (μέγιστη ροπή 450 Nm στις 1.750 σ.α.λ.) . Οι σκληροπυρηνικοί θα δυσφορήσουν γιατί προς το παρόν δεν υπάρχει ένας βενζινοκινητήρας, αλλά προς το παρόν, δεν είναι απαραίτητο ότι έχουν δίκιο. Τετρακύλινδρος σε σειρά, φέρει το σύστημα ψεκασμού τελευταίας γενιάς MultiJet II και Injection Rate Shaping, που φθάνει στα 2.000 bar. Ο ηλεκτρικά εργαζόμενος συμπιεστής μεταβλητής γεωμετρίας ελαχιστοποιεί τους χρόνους απόκρισης και ταυτόχρονα εγγυάται μεγάλη αποτελεσματικότητα.

Διατίθεται και σε μια πιο ήπια έκδοση με 150 ίππους στις 4.000 rpm (μέγιστη ροπή των 380 Nm στις 1.500 σ.α.λ.). Και οι δύο εκδόσεις, μπορούν να συνδυαστούν με ένα μηχανικό κιβώτιο έξι ταχυτήτων ή εναλλακτικά με το νέο οκτατάχυτο αυτόματο. Η «δική μας» λευκή Giulia φορούσε το ισχυρό μοτέρ και το αυτόματο κιβώτιο. 
Μέσα στους θόλους και δίπλα στις, όμορφης αισθητικής, 18άρες ελαφρού κράματος ματ ζάντες, συναντάμε μπροστά διπλά ψαλίδια και πίσω πολλαπλούς συνδέσμους, «δεμένα» όλα τούτα με αντιστρεπτικούς ράβδους.

Πάμε...

Με παρούσες κάποιες τύψεις καθώς στην πρώτη παρουσίαση στην Ιταλία, η ταπεινότητά μου είχε κάπως περιφρονήσει την έκδοση αυτή, μπροστά στα κάλλη και στην  απαστράπτουσα γοητεία της Quadrifoglio, βολεύτηκα στη θέση του οδηγού. Θυμήθηκα ότι είχα μείνει σχεδόν εντυπωσιασμένος από το συνδυασμό της συνεργασίας του πλαισίου, της ανάρτησης και του αυτόματου κιβωτίου. Συγκρινόμενη, βέβαια, με τη θηριώδη μεγάλη εξαδέλφη της φάνταζε ασθενική αλλά μόλις υποχώρησε ο ενθουσιασμός για την τετράφυλλη, συνειδητοποίησα ότι ήταν ένα πολύ καλό πακέτο.


Ένα καλοκαίρι αργότερα, ξανασυναντιόμαστε στα ημέτερα εδάφη κι ήταν από εκείνες τις μέρες που ξεκινούν όμορφα. Τέλη Αυγούστου μεν, δροσιά δε, με μια ελαφρά νέφωση και πάνω στο βουνό οι αέρηδες προσέφεραν μια ευεξία. Η τύχη βοήθησε και η κίνηση ήταν ελάχιστη.
Πρώτη εντύπωση, πάνω στον καλό, από πλευράς συντελεστή τριβής, δρόμο η ίδια. Ένα πολύ καλό πλαίσιο, καλοζυγισμένο και άκαμπτο, για το οποίο, νιώθεις αμέσως ότι οι 180 ίπποι του πέφτουν λίγοι. Όχι τόσο σε επίπεδο επιδόσεων, διότι είναι αξιοπρεπέστατες αλλά σε αυτό της χαράς. Κι όσο η επιφάνεια του δρόμου παραμένει κοντά στο αντεστραμμένο σμυριδόχαρτο οδηγείς εύκολα, γρήγορα, σχεδόν αδιάφορα. Σαν η επιφάνεια αρχίζει να γλιστρά και έρθει η ώρα να παίξεις, ψάχνεις για κουμπί να απενεργοποιήσεις τα ηλεκτρονικά. Εις μάτην. Μπαίνεις στα έγκατα της κεντρικής οθόνης, κοιτώντας την με το ένα μάτι, καθώς το άλλο εστιάζει στον δρόμο. Εις μάτην. Σταματάς δεξιά, το ψάχνεις επισταμένως και πάλι εις μάτην.
Ποια η χρησιμότητα της πίσω κίνησης σε μια Alfa αν δεν σου παρέχεται τούτη η δυνατότητα;

Και για να προχωρήσω σε ένα πιο ρητορικό ερώτημα: Ως προς τι, αυτό το είδος αυστηρού τιμωρητισμού; Ειδικά, απέναντι στην νομιμόφρονα ριζοσπαστισμό του Αλαμανού που αφήνει ελεύθερες τις Μπέμπες να γλιστρούν από μπαριέρα σε πεζοδρόμιο η Αναγεννησιακή Ιταλία θα έπρεπε να εμφανιστεί περισσότερο τολμηρή, πιότερο ποιητική.
Ας καταχωρήσουμε συνεπώς τούτο το χαρακτηριστικό ως αδυναμία, η οποία επιπροσθέτως δεν συνεισφέρει σε κάτι, αφού οι πιο συντηρητικοί ή ολιγότερο παιχνιδιάρηδες μπορούν να κινηθούν με το σύστημα on, και ας προτείνουμε την γρήγορη αποκατάσταση στις επόμενες εκδόσεις. Για να ολοκληρώσουμε το κεφάλαιο της γκρίνιας, ας καταχωρηθεί ότι ο κινητήρας στις χαμηλές στροφές διατηρεί ένα κάπως υψηλό επίπεδο θορύβου, θυμίζοντας παλιότερες τεχνολογίες.

Τα θετικά σχόλια για την ανάρτηση ενισχύονται έτι περαιτέρω, αφού ανταποκρίνεται άριστα στις σαφώς δυσκολότερες Ελληνικές συνθήκες και σε συνεργασία με την εξαιρετική πληροφόρηση που παίρνεις από το τιμόνι, χαίρεσαι να στρίβεις. Θετική και η εικόνα του αυτομάτου κιβωτίου που παντρεύεται ταιριαστά με το μοτέρ. 
Στην πίεση της κατηφόρας τα φρένα δεν χάνουν την αποτελεσματικότητά τους, ούτε το πετάλ χάνει κάτι από τη διαδρομή του, ακόμα κι αν στο τέλος της δοκιμασίας μετά από  μερικά σβέλτα χιλιόμετρα, μικρές στήλες καπνού αναδύονται από τους μπροστινούς τροχούς.




Συνεπώς:
Ναι! Είναι η καλύτερη Alfa των πολλών τελευταίων ετών. Ναι! Έχει όλα τα προσόντα να σταθεί με αξιοπρέπεια στον άγριο, ανταγωνιστικό κόσμο της κατηγορίας της. Ναί! Είναι αναμφίβολα όμορφη, είναι καλή, είναι ποιοτική, έχει τις καλύτερες βάσεις για να προχωρήσει. Απαντώντας δε, στο ερώτημα του τίτλου, με τον ίδιο τρόπο που την υποδεχτήκαμε, δηλαδή θετικά, συμπληρώνουμε πως νιώθουμε ότι η προσπάθεια είναι σε σωστό δρόμο, το πρώτο δείγμα της είναι ειλικρινές και αποτυπώνει σκληρή δουλειά.

Για να έχει καλύτερη τύχη, στη δύσκολη αποστολή της, δεν θα ήταν καθόλου κακή ιδέα να αδυνατίσει ολίγον, να πέσει κάτω από 1.400 κιλά, να αποκτήσει μια σειρά ελκυστικών βενζινοκινητήρων, να παραμείνει αξιόπιστη και ασφαλώς να αφήσουν ελεύθερη την ουρά της, να την κουνά κατά το δοκούν.    
Όλα τούτα δεν είναι εύκολα, αλλά αν θέλουν να παραμείνουν στο παιχνίδι και οι 30άρηδες του 2050 να μην αντιμετωπίζουν τις Alfa, σαν μια θολή ανάμνηση των παππούδων τους, οφείλουν να συνεχίσουν την προσπάθεια.