Δαίμoνα στο μυαλό, ρόζους στα χέρια (06.04.2012) Print

(Ασμένως, προσφέρω χώρο έκφρασης στον φίλτατο Γ.Δ. Παρά το γεγονός ότι συχνά διαφωνούμε, παραμένει χαρά μου να φιλοξενώ σε αυτό τον ταπεινό ιστότοπο τις απόψεις του. Όχι μόνον διότι είναι πληκτρολογημένες με χάρη και ουσία, αλλά διότι όλοι χρειαζόμαστε να ακούμε μια άλλη φωνή που θα μας βοηθήσει να ανοίξουμε έστω και ένα καρτίνι τις παρωπίδες μας)


Πριν από τρία χρόνια, σε εφημερίδα της Μυτιλήνης, διάβασα την εξής απίστευτη είδηση: Ο εκεί νομάρχης είχε προσπαθήσει να έλθει σε συμφωνία με τους τοπικούς εστιάτορες, προτείνοντάς τους να χρησιμοποιούν στα εστιατόρια και τα ταβερνεία τους ως μαγειρικόν έλαιο, το του πανέμορφου νησιού παρθένον ελαιόλαδον, το οποίο και θα προμηθεύοντο σε προνομιακές, εννοείται, τιμές. Να τηγανίζουν δηλαδή τις πατάτες και ό,τι άλλον ήθελε τηγανίσαι με εξαιρετικώς παρθένο ελαιόλαδο και όχι με τα τσίπικα κι υποδεέστερα λίπη και έλαια.

Με το επιχείρημα ότι, εμβαπτιζομένη εις ελαιόλαδον, η τηγανισμένη πατάτα βαρυτέρα κέκτηται γεύσινi, προς ήν απαρέσκονται ημεδαποί και αλλοδαποί τουρίσται, οι εστιάτορες του νησιού ηρνήθησαν την πρόταση.

Και έτσι, το σχετικώς αγνό (λέγω «σχετικώς» διότι κι αυτό συνιστά κρατική παρέμβαση που νοθεύει τον ανταγωνισμό) το σχετικώς αγνό, λοιπόν, εγχείρημα που θα έδινε ανάσα ζωής σε μερικές χιλιάδες παραγωγούς που κάθε χρόνο τόνους αδιάθετο λάδι αναγκάζονται να διακρατούν στις αποθήκες τους, ναυάγησε.

«Πεισθείς» ότι ο άγγλος κοκκινολαίμης που επέστρεψε από το Κόβεντρυii, κι ο θορυβώδης Φριτς από το Βισμπάντεν που έκανε απόβαση στο νησί με τις άσπρες του κάλτσες, αλλά κι η Πάβλα η τσαχπίνα Σλοβάκα με τα μικρά γαλακτοφόρα κτήνηiii, ήλθαν άπαντες στην Ελλάδα όχι για να γευτούν το ούζο, όχι για να βουτήξουν τις θυλλίδες της γλώσσας τους στην ντομάτα, την πιπεριά και τη ρίγανη αλλά για να ξαναγευθούν τα ποτισμένα σε νέφος άλατος και χιλιοτηγανισμένη λαδούμπα άθλια πατατάκια των McDonalds, προσπέρασα την είδηση.

Και έσπευσα στις αθλητικές σελίδες, να διαβάσω το αποτέλεσμα του ντέρμπυ Καλλονή – Παράκοιλα που, σίγουρα, θα έκρυβε λιγότερη ανοησία.

Εκείνη η απόπειρα δεν έφθασε ποτέ στον αθηναϊκό Τύπο. Βλέπετε, το αφειδώς σπαταλούμενο κρατικό χρήμα, ραδίως δανεισμένο, ελέω ευρώ, από τις διεθνείς χρηματαγορές, κρατούσε τους Έλληνες σε απόλυτη χαύνωση, για τη διατήρηση της οποίας σε κλινικά επίπεδα είχε φροντίσει μεταξύ άλλων ο κ. Σημίτης με το -κωμικότατο σήμερα- σύνθημα περί «Ισχυρής Ελλάδας».

Ακολούθησε μία (ακόμη) δημοσιονομικά αμαρτωλή πενταετία -αυτή της μαλθακής διακυβέρνησης Καραμανλή ο οποίος θα επανίδρυε το κράτος- κι έτσι το σαπιοκάραβο που με περηφάνεια ναυπήγησε ο Ανδρέας Παπανδρέου, συνέχισε να πλέει αγέρωχο μέχρις ότου σκάσει στα βράχια του ΔΝΤ.

Τώρα, όλες αυτές οι κάποτε ηρωϊκές μορφές που γλείφαμε φαντάζουν ξέφτια. Ομως αυτοί ήμασταν, τέτοιοι μας άξιζαν. Οι εναπομείναντες νοσταλγοί τους θα θυμίζουν σε λίγο χουντικά απολειφάδια και φιλοβασιλικά ζόμπι.

Σήμερα, η απόπειρα των παραγωγών να πουλήσουν απευθείας τα προϊόντα τους στους καταναλωτές κερδίζει δημοσιότητα και λόγια καλά. Εμένα με γεμίζει θλίψη. Όχι επειδή οι μεσάζοντες είναι κατ’ ανάγκην καλοί. Ανέκαθεν οι μεσάζοντες απλά ακρίβαιναν ένα προϊόν ή μία υπηρεσία εκμεταλλευόμενοι (κακό αυτό) ή αξιοποιώντας (καλό και ηθικό αυτό) κενά και ελλείψεις στην παραγωγική και την εμπορική διαδικασία.

Αλλά γιατί πιστεύω ότι για την απαξίωση ενός προϊόντος φταίει πρώτα από όλα και κυρίως ο π α ρ α γ ω γ ό ς του. Αυτός που έβαλε τα χέρια του στο χώμα, αυτός που ράβδισε τις ελιές, αυτός που πόνεσε να τις τσουβαλιάσει.

Στην Ελλάδα φύονται 132 εκατομμύρια ελαιόδεντρα. Μερικά, αρχαία όσο κι οι προγιαγιάδες μας. Παράγουν κάθε χρόνο χιλιάδες τόνους λάδι. Και αυτό το λάδι είναι το καλύτερο στον κόσμο.

Ένα μεγάλο ποσοστό διακινείται χύδην. Μέσα στους γνωστούς 17λιτρους βενζινο(ν)τενεκέδες με την γνωστή άθλια αισθητική. Το 70 τοις εκατό της παραγωγής το αγοράζουν Ιταλοί. Το επαναπροωθούν αμπαλαρισμένο καλύτερα και το πουλούν πανάκριβα. Το ίδιο κάνουν Γάλλοι και Ισπανοί με τα δικά τους ή ξένα λάδια: δείτε εδώ μερικές συσκευασίες.

Ετσι θα έπρεπε να πωλείται και το δικό μας: πανάκριβο, τυποποιημένο και πανέμορφο, σαν κόσμημα. Η υπεραξία που θα έδιδε στη ελληνική οικονομία θα μας έκαμε, σύντομα, να το θεωρούμε φτηνό. Ακόμη κι αν το αγοράζαμε 10 ευρώ το κιλό.

Τι θέλω να πω. Ας παλέψουμε έντιμα για τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα. Να πάψουμε να γκρινιάζουμε και να αρχίσουμε να δουλεύουμε. Και για να το καταλάβουμε αυτό πρέπει να ξεπεράσουμε τον οικονομικό αναλφαβητισμό μας. Να αφήσουμε πίσω την αντιπαραγωγική θαλπωρή των επιδοτήσεων. Να ξεπεράσουμε τον υπερκανονιστικό χαυνωτισμό των Βρυξελλών. Και, απομακρυνόμενοι από αριστερούς λαϊκιστές, κόκκινους και μαύρους φασίστες,νεοΛουδίτεςiv, κρατικοδίαιτους συνδικαλιστές, και απολιθωμένα κόμματα, να ξαναβρούμε τον δαίμονα στο κεφάλι και να προικίσουμε με ρόζους τα χέρια. Αυτά που μας έφεραν με κόπο ως εδώ, σ΄ αυτό το περίεργα ευλογημένο οικόπεδο.

Γιάννης Δοδόπουλος

 

i Ατυχώς για τους πελάτες των εστιατόρων, το τηγάνισμα στο λάδι είναι απείρως υγιεινότερο. Διότι για την παραγωγή του δεν χρησιμοποιούνται διαλύτες βενζολίου όπως στα άλλα λάδια. Επιπλέον όταν το ελαιόλαδο χαλάσει αλλάζει χρώμα και σου λέει «πέτα με». Όσο για τη γεύση, de gustibus non est disputandum.

ii Sent to Coventry. Στη Βρετανία η φράση έχει αλληγορική σημασία. Είναι περίπου το ισοδύναμο του «Τον έστειλαν στον Έβρο», αλλά όχι ως προς τη συνοριακή του υπόσταση. Έχει άλλη ιστορία. Δες εδώ

iii Η φράση είναι δάνεια. Περιέχεται σε στίχο του τραγουδιού «Αηδόνι στην Κερασιά» του Διονύση Σαββόπουλου, από το άλμπουμ «Ο Χρονοποιός». Μπορείτε να ακούσετε το τραγούδι πατώντας εδώ

iv Για τον όρο δες εδώ: