62ο Δ.Ρ.Α. Ένας άλλος απολογισμός - (Τρίτη 10 Μαίου 2016) Print

Το φετινό Δ.Ρ.Α., το 62ο της Ιστορίας, ήρθε κι' έφυγε μέσα στη σκόνη και τη λάσπη των αιφνίδιων, ανοιξιάτικων νεροποντών της Στερεάς Ελλάδας. Με έβαλε σε σκέψεις, που ακολούθως τις εκφράζω, με αντίστοιχες τοποθετήσεις.

Οι νικητές: R. Sirmacis - A. Siminis, Skoda Fabis R5.

Σε κοινωνικό επίπεδο: Δυο χρονιές τώρα, η Ο.Μ.Α.Ε. έχει σώσει την παρτίδα, κρατώντας το Δ.Ρ.Α. στο ERC. Με τα μέσα που είχε στη διάθεσή της είναι σημαντική επιτυχία, την οποία πιστώνεται η τρέχουσα διοίκηση της. Να μην λησμονηθεί μάλιστα, ότι κατ' ουσίαν είχε να οργανώσει δυο αγώνες μέσα σε εννέα μήνες.

Δεν έχει συμβεί ποτέ κάτι παρόμοιο στο παρελθόν, το οποίο, παρελθόν, ήταν σε ραλίστικους όρους, πάντα πιο αισιόδοξο από τις δυο τελευταίες χρονιές. Από το '53 έστω, που πρωτοβάδισε το Ρ.Α. Μα όπως όλες οι επιτυχίες, έτσι και αυτή, είχε το κόστος της.

Σε εποχές τόσο δύσκολες όσο και σκυφτές, σαν αυτές που ζούμε, φαντάζει ιδιαίτερα πολυτελές το να προσπαθήσεις να αντιταχθείς στις επιθυμίες του χορηγού και της επιβλέπουσας αρχής. Και στις αισθητικές τους επίσης.  Όπως οι γιγάντιες σε μέγεθος επιταγές, τα απανταχού περιφερόμενα κορίτσια, το αλαφρύ κλίμα του λετς πάρτυ.



Από καιρό με βασανίζει αυτό το θέμα, και για να μην με βασανίζει άλλο, ήρθε η ώρα να το εκθέσω και να εκτεθώ!  Έχουν περάσει μερικές δεκαετίες από τότε που ο γκουρού εκδότης του χώρου άφηνε σε κείμενά του, απροκάλυπτο τον μισογυνισμό του.

Το γράφω σαν να μια τοποθέτηση, ότι ένας ισορροπημένος άνθρωπος, καθόλου δεν μπορεί καθόλου να αντέξει τον μισογυνισμό. Όπως επίσης δεν μπορεί να αντέξει αυτό το κράμα γυναίκας και τροχών. Συγνώμην δηλαδή αλλά αυτός ο συνδυασμός, δεν αποκαλύπτει τίποτα περισσότερο από μια ξεκάθαρη πνευματική καθυστέρηση, μα και κάτι ακόμα πιο οδυνηρό. Στέρηση. Στο φινάλε, είναι πάρα πολύ φτηνό τόσο για τα αγαπημένα μαχητικά μέταλλα, όσο και πολύ ευτελές για το ζεστό γυναικείο δέρμα, να μπερδεύονται μεταξύ τους. Χωρίς αμφιβολία, είναι απόδειξη ένδειας.



Πλην όμως, το ιβεντ που λεν και στη Φθιώτιδα, οφείλει να συμβαδίζει με το πνεύμα της εποχής. Κι από την στιγμή που ο πρόεδρος της πρωταθλήτριας στην Premiership είναι Ταϋλανδός, ο πρώτος σκόρερ στην La Liga είναι Ουρουγουανός, ο βασικός υποστηρικτής της Euroleague είναι οι Τουρκικές αερογραμμές, ενώ στo ERC συμμετέχουν πληρώματα από την Παραγουάη και την Αργεντινή, έχουμε μια ιδέα για αυτό το συγκεχυμένο πνεύμα.

Σε μια άλλη προσέγγιση του ίδιου πνεύματος, με γνώμονα την αισθητική, ας αναλογισθούμε το θέμα της προβολής. Σαν το περιτύλιγμα (η προβολή), να είναι πιο σημαντικό από το περιεχόμενο (το γεγονός).  Όλη αυτή η υπερβολή περί του θεάματος, της υπερπληροφόρησης, των σόσιαλ μήντια, του που είμαι, τι κάνω, με ποιόν μιλώ, τι λέω, είναι παθογένεια. Διαπερνά κάθε επίπεδο ζωής. Κι όταν ξεπερνά και το ίχνος της σαχλαμάρας, γίνεται αφόρητα μελαγχολικό.

Είναι μια δύσκολη απόφαση. Αν, δηλαδή, στο βωμό του να επιζήσει οτιδήποτε, πρέπει να γίνει ευτελές. Εξίσου δύσκολο είναι να ορίσουμε το ευτελές. Αυτό που για κάποιον είναι όμορφο, ή ζουμερό, για κάποιον άλλο είναι ευτελές. Είναι και αυτό θέμα παιδείας. Όπως επίσης και ο τρόπος που συναναστρέφεσαι άτομα, που έχουν εξουσία ή χρήμα


Σε αγωνιστικό επίπεδο:

Για το θέμα που προέκυψε μεταξύ των δύο συγγενικών πληρωμάτων από την Κύπρο και του παρατηρητή του αγώνα, ας γραφτεί μόνον το εξής: Αν ζούσε ο σχωρεμένος ο Απόστολος Νικολαϊδης ή ο Αλέκος Δαρδούφας δεν υπήρχε περίπτωση να συμμετείχαν ξανά, τα συγκεκριμένα  πληρώματα σε Ελληνικό αγώνα. Δεν είναι (μόνον) το παράπτωμα, είναι (κυρίως) το ύφος της αντίδρασής τους.

H εθνοτική σύνθεση των συμμετοχών είχε μια εντονότατη χροιά από αυτό που Winston Churchill αποκαλούσε Iron Curtain την παλιά καλή εποχή του Ψυχρού Πολέμου και όχι παγωμένου όπως την αποκάλεσε (frozen war) ο φερόμενος και ως πρωθυπουργός της Ελλάδας. Από τα 12 πληρώματα της κορυφαίας κατηγορίας (R5), τα 10 ανήκαν στο πρώην σιδηρούν παραπέτασμα, το ένα ήταν Γαλάτικο και το άλλο από την αιωνία Ελλάδα.

Η ίδια κατάσταση επικρατεί και στη λίστα των τερματισάντων. Στούς έντεκα πρώτους οι εννέα είναι πρώην Ανατολικοί, ένας από την Παραγουάη (!) και το ελληνικό πλήρωμα. Έτσι, για όσους έχουν την κακή συνήθεια να λοιδορούν τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, καλό θα είναι, τουλάχιστον σε επίπεδο ράλυ να το ξανασκεφτούν.

Ralfs Sirmacis. Με μορφή εφήβου, ταπεινός, μαζεμένος και ταλεντάρα. Ήρθε είδε νίκησε. O νικητής, με τον αγωνιστικό διευθυντή του ERC, J.P. Nicolas και κάτω,  σαράντα και πέντε χρόνια νωρίτερα, όταν ο Nicolas ήταν νέος και αγωνιζόταν με Α 110. Οι αγώνες ήταν διαφορετικοί, οι οδηγοί επίσης και ιδού μια απόδειξη, από το 19ο Δ.Ρ.Α. ('71)




Ο νικητής, στα 21 του χρόνια, έτρεχε για πρώτη φορά με όχημα R5. Ο τρίτος με την ελάχιστη δυνατή διαφορά (0,1 του δευτερολέπτου) από τον δεύτερο, έτρεχε για πρώτη φορά στην Ελλάδα και για πρώτη φορά σε χωμάτινο αγώνα. Στην μέση το ταχύτερο Ελληνικό πλήρωμα των ημερών μας με εξοπλισμό, θεωρητικά τουλάχιστον, περίπου ίδιο επίπεδο. Σαν ενιαίο Fabia ήταν το podium.



Παλιότερα, ο Γιώργος Ραπτόπουλος με πολύ υποδεέστερο υλικό, ταπείνωνε πάνω στην Καστανιά όλη την Ευρωπαϊκή αφρόκρεμα, ο «Σιρόκο» μπορούσε με όχημα εξαετίας, να κερδίσει τον πεντάκις νικητή του Safari, ο άλλος Τάσος, ο «Ιαβέρης», άφηνε πίσω του όλα τα καταξιωμένα ονόματα και το τεράστιο ειδικό τους βάρος, ενώ και ο Άρης στα συγκροτημένα του με την γνωστή ορμή του, αμφισβητούσε παγκόσμιους πρωταθλητές.

Την Γιωργάρα την αφήνω απέξω, διότι ενώ είχε το πλέον υψηλό φυσικό χάρισμα, ένα απίθανο καπασιτέ, δεν είχε διάθεση να δουλέψει. Για να μην πάμε ακόμα πιο πίσω στη δεκαετία του '50 και σας μπερδέψω ακόμα πιο πολύ με τις επιδόσεις του Νίκι Φιλίνη

Λ. Αθανάσουλας – Η. Παναγιωτούνης 2οι γενικής.

Τιμώ, λοιπόν, Λάμπρο, ομάδα και υποστηρικτές, ευτυχώς που υπάρχουν και βλέπουμε την  γαλανόλευκη στο πόντιουμ, μα θαρρώ αυτά τα δημοσιογραφικά, τα περί  πειρατικού και τα τοιαύτα, υπερβολικά αν όχι άστοχα. Αμφιβάλλω δε, αν τέτοιου είδους προβολή τον ευνοεί.

Τιμώ ωσαύτως «Ιαβέρη jr», για την προσπάθεια του και συνοδεύω την τιμή, με τις πιο ειλικρνείς και ανιδιοτελείς ευχές για το αίσιο πέρας του Γολγοθά του.
Τιμώ, τέλος, όλους τους συμμετέχοντες, γρήγορους και γρηγορότερους, ικανούς και ικανότερους. Είναι, συνήθως, οι πρώτοι που θίγονται και οι τελευταίοι που φταίνε.
Τέλος,  συμπονώ όσους, στην προσπάθεια για το ταχύτερο βγήκαν από το δρόμο, τσαλάκωσαν τα αγαπημένα τους αυτοκίνητα. Φρονώ δε, ότι αυτό που δεν μπορεί να τσαλακωθεί είναι το φρόνημα ενός γνήσιου ράλυμαν.



Όλως τυχαίως, ψάχνοντας για κάτι άλλο, έπεσε στα χέρια μου απόκομμα εφημερίδας από τον Μάιο του '66. Αναφέρεται, όπως μαρτυρά ο τίτλος του, στις  «Ετοιμασίες για το “Ράλυ” Ακρόπολις». Το υπογράφει ο Νίκος Μαστοράκης, με το πολύ προσωπικό του ύφος που το (και τον) αναδείκνυε, τότε, στις στήλες των εφημερίδων.


Είναι το ίδιο στυλ που τον έκανε να μεταμορφωθεί σε γκαρσόνι, προκειμένου να πάρει μια αποκλειστική συνέντευξη από την τεθλιμμένη πριγκιπέσα Σοράγια, το ίδιο ύφος που τον έφερε σε πρωταγωνιστικό ρόλο στην φρέσκια «Μεσημβρινή» της  Ελένης Βλάχου. Για τα κατοπινότερα του, ας μην ασχοληθούμε.

Σε αυτό το δίστηλο, λοιπόν, μας μεταφέρει το πνεύμα της εποχής, φιλτραρισμένο ασφαλώς από την δική του οπτική.

Αξίζει μια ανάγνωση, ιδίως από τους νεότερους, ώστε να αποκτήσουν, έστω, μια εικόνα τόσο για τα πράγματα όσο και για την προσέγγισή τους.

Ιδιαίτερη και η μνεία, πάντα στο κλίμα της εποχής, που κάμει ο συντάκτης στις περιπέτειες του Γιώργου Ραπτόπουλου.

Σε ότι αφορά τον Timo Makinen, που τον βλέπουμε στο Τατόι εκείνου του ΙΔ’ Δ.Ρ.Α., η φτωχή 10η θέση, είναι απότοκη των τραυμάτων του Cooper από τον εξαντλητικό ρυθμό του.

Μα δεν ήταν τίποτα μπροστά την λατρεία των Ελλήνων θεατών, που αποδέχτηκαν το παρανόμι «καμικάζε» το οποίο του προσέδωσε ο ρεπόρτερ της Μεσημβρινής.

Μισό αιώνα αργότερα έχουμε πολλά ενδιαφέροντα να παρατηρήσουμε, από τον ίδιο αγώνα, που συνεχίζει να διεξάγεται, να υπάρχει, σε πείσμα των συνθηκών.

Η πρόσφατη υποβάθμισή του στο  ERC είναι, μικρότερο, πολύ μικρότερο πλήγμα από την απώλεια του χαρακτήρα του, κάτι το οποίο χρεώνουμε στην ευρύτερη αλλαγή του σπορ.

Τέσσερα ράλυ υπήρχαν, που ξεχώριζαν για τον αυθεντικό χαρακτήρα τους την δεκαετία του '60, και για τι όχι και του '70. Το δικό μας, το Monte, το Safari και οι 1000 λίμνες.

Ο αγώνας του πριγκιπάτου και ο φινλανδικός είναι εκείνοι που υφίστανται ακόμα με κάποια σχετική επαφή με το παρελθόν.

Ο Ελληνικός και αυτός της Κένυα(ς) είναι εκείνοι που λόγω συνθηκών έχασαν την γνησιότητα, την αυθεντικότητα και την εξωτικότητά τους.

Δεν θα το έγραφα τόσο ξεδιάντροπα, αν δεν είχα ξημερωθεί, τον προηγούμενο αιώνα, ως αγωνιζόμενος κάτω από τον Όλυμπο, και ως φωτογράφος στην Αφρικανική σαβάνα,

Σε μια χρονική στιγμή όπου όλοι βλέπουμε τον κόσμο πίσω από οθόνες, το πνεύμα του Ακρόπολις φαντάζει (σε κάποιους) πιο νοσταλγικό, πιο απόμακρο από ποτέ.

Μέχρι του χρόνου.

Που θα είναι ακόμα πιο απόμακρο.