Agora & Αλκυονίδα – Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2015 Print

Πρέπει να πάμε σχεδόν σαράντα χρόνια πίσω για την τελευταία μου επίσκεψη στην «Αλκυoνίδα». Δεκέμβρης του ’75 ήταν, όταν είχα δεί τον Κάου Μπόυ (60 West) με τον Buster Keaton. Μια ταινία που είχε γυριστεί, άλλα πενήντα χρόνια πίσω από τότε, το 1925.

Αυτή η κινηματογραφική αίθουσα είχε ξεκινήσει την πορεία της, στο ισογείο μιας πολυκατοικίας στο νούμερο 42, της  οδού Ιουλιανού το ’69. Μεσούσης της δικτατορίας. Γρήγορα αποκαλύφθηκαν οι προθέσεις των δημιουργών της. Αντιγράφω από το athensmagazine.gr:


«Η δημιουργία της ήταν αποτέλεσμα της απόφασης του πολιτικού μηχανικού Βαγγέλη Σιδέρη να λειτουργήσει ως κινηματογραφική αίθουσα το ιδιόκτητο ισόγειο της νεότευκτης πολυκατοικίας. Τη διεύθυνση ανέλαβε ο φίλος του, οικονομολόγος Μίμης Μανωλάκος και την επιλογή των ταινιών ο νεαρός δημοσιογράφος/κριτικός κινηματογράφου της εφημερίδας «Θεσσαλονίκη», Χρίστος Χριστοδούλου. Μετά τα πρώτα δειλά βήματα, αποφασίζεται η Αλκυονίς να οδηγηθεί σ' ένα πρόγραμμα ταινιών ακραιφνώς καλλιτεχνικού περιεχομένου.Οι ευρωπαϊκές ταινίες των μεγάλων δημιουργών κυριάρχησαν στα δύο πρώτα χρόνια λειτουργίας της: Μπέργκμαν, Αντονιόνι, Γκοντάρ, Φελλίνι, Τρυφό, Ρόζι, Παζολίνι, Ντράγερ, Βισκόντι κ.α.»

Έτσι, όταν πληροφορήθηκα ότι το ντοκυμαντέρ του Γιώργου Αυγερόπουλου, «AGORA από την Δημοκρατία στις αγορές», θα παιχτεί στην Αλκυονίδα (πέρα από την Ααβόρα και το Στούντιο), σκέφτηκα ότι σαράντα χρόνια ήταν αρκετά, ας μην γίνουν περισσότερα και η ευκαιρία φαινόταν ιδανική.

Όπερ και εγένετο. Να λοιπόν, από την δικτατορία, στη ελπιδοφόρα πρώτη περίοδο της Μεταπολίτευσης και από εκεί στο σήμερα, με εξελίξεις που κανείς δεν θα μπορούσε να προβλέψει, πίσω στην Αλκυονίδα, η

οποία μετά από ένα μεγάλο χρονικό διάστημα που είχε σιγήσει, επανήλθε από το φθινόπωρο του ’13, με σκοπό να καταστεί μια κυψέλη πολιτισμού με πολυποίκιλες εκδηλώσεις.

Αγορά (AGORA). Τέσσερα χρόνια εργάζονταν οι συντελεστές του ντοκυμαντέρ, βιντεσκοπώντας, μιλώντας με πρωταγωνιστές, πολιτικούς, οικονομολόγους, διαχειριστές, εκπροσώπους της εξουσίας, ημεδαπούς και αλλοδαπούς, αλλά και με ανθρώπους άγνωστους βασανισμένους. Παρακολουθώντας και καταγράφοντας τα τεκταινόμενα.  Σκύβει πάνω στο πρόβλημα, τον τρόπο που δημιουργήθηκε και κυρίως τις συνέπειες του πάνω στην ελληνική κοινωνία.

Έχω την βεβαιότητα, ότι τον μέσο θεατή τον κατακτά. Με μια φιλοσοφία ήπιων τόνων, χωρίς ακραία επιχειρηματολογία, δίχως ειρωνικό ύφος, παραθέτει στοιχεία, αναλύει τα γεγονότα και φθάνει σε συμπεράσματα. Είναι μια σαφώς αντιμνημονιακή απόπειρα, καλοδουλεμένη, δεμένη σωστά σε σχέση με το σκοπό της, ψύχραιμη.

Ιδού και η άποψη του δημιουργού της:

«Το «Αγορά» είναι η προσωπική μου αντίδραση στην κρίση, η θέση που παίρνω απέναντι στην αδικία. Στόχος μου είναι να δώσω φωνή στους ανθρώπους που δεν μπορούν να ακουστούν. Από τις αρχές της κρίσης το 2010, με μία ομάδα συνεργατών ξεκινήσαμε να παρακολουθούμε ζωές ανθρώπων διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων παρατηρώντας πώς οι ζωές τους αλλάζουν καθώς ο χρόνος περνά και πώς η κρίση επηρεάζει ή όχι τις ζωές τους. Παράλληλα, καταγράφουμε τη δραματική χρονική ακολουθία της ίδιας της κρίσης, αναζητώντας απαντήσεις από ανθρώπους-κλειδιά, πολιτικούς ή insiders τόσο στην Ελλάδα όσο και στον υπόλοιπο κόσμο. Παρακολουθούμε επίσης την άνοδο του φασισμού αλλά και των κινημάτων αλληλεγγύης. Η ταινία γίνεται τελικά μια αναζήτηση για την αρχική σημασία της Αγοράς. Στην Αρχαία Αθήνα ήταν η καρδιά και η μήτρα της Δημοκρατίας, το κέντρο της πολιτικής, οικονομικής και θρησκευτικής ζωής. Σήμερα, στα Νέα Ελληνικά, η λέξη Αγορά υποδηλώνει απλώς ένα τόπο εμπορικών συναλλαγών.»

Παρελαύνουν μπροστά από το φακό της κάμερας, όλοι σχεδόν οι υπουργοί που βρέθηκαν επικεφαλής, του υπ. Οικονομικών από το 2001 και μετά, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου Μάρτιν Σούλτζ, ο επικεφαλής της Ε.Κ.Τ . Ζ. Κ. Τρισέ, ο πρόεδρος του Σύριζα Αλ. Τσίπρας και διαλεκτοί οικονομολόγοι και μελετητές από την Ευρώπη και την Αμερική.

Οι περισσότεροι επιχειρηματολογούν υπερασπιζόμενοι της θέσεις τους, αλλά υπάρχει μια τετράδα που όχι μόνον δεν πείθει τον θεατή, αλλά τον εκνευρίζει. Τόσο λόγω περιεχομένου των απόψεων της, όσο και λόγω ύφους. Οι Γ. Αλογοσκούφης, Ε. Βενιζέλος, Σ. Σταυρίδης (πρώην επικεφαλής ΤΑΥΠΕΔ, δεν ζεί πιά) και Α. Γεωργιάδης, εμφανίζονται να κινούνται στο όριο της πρόκλησης. Δεν δέχτηκαν να καταθέσουν τις απόψεις τους οι Γ. Παπανδέου και Α. Σαμαράς.

Ακολούθως καλύπτει με χρονική σειρά, σχεδόν ότι συνέβη, σε πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο εκείνη την τετραετία, τις εκδηλώσεις των αγανακτισμένων στο Σύνταγμα, την άνοδο της Χ.Α., τη δολοφονία Φύσσα, την δολοφονία των δύο μελών της X.Α., τα επεισόδια στην Αθήνα. Δεν αναφέρεται στους νεκρούς της Marfin.

Επίσης ακολουθεί την πορεία απολυμένων, ανέργων, αστέγων, προσώπων που είχαν μια φυσιολογική, ανθρώπινη ζωή και η ύφεση τους ρήμαξε. Είναι εκείνοι που καταβάλουν το μεγαλύτερο τίμημα, άνθρωποι που δεν διέπραξαν κανένα λάθος, καμιά υπερβολή αλλά η ύφεση δεν τους στέρησε μόνον σπίτια, εισοδήματα, εργασία, αλλά κάτι πολύ σπουδαιότερο: Την αξιοπρέπεια.

Περιγράφει τον τρόπο λειτουργίας των τραπεζών, την αγωνία του συστήματος να τις σώσει και την αδιαφορία του, για το μέλλον των εργαζομένων. Αντιλαμβάνεται ότι ο ρόλος των πολιτικών ολοένα και συρρικνώνεται καθώς υποτάσσεται σε οικονομικά συμφέροντα και μας παραθέτει τον τρόπο με τον οποίον μια χώρα μπορεί να καταστραφεί από ένα λάθος, σε κάποιο εξελόφυλλο, κάποιας μελέτης, κάποιων οικονομολόγων, που μπορεί να χρησιμοποιήσει το σύστημα έτσι, σχεδόν αυθαίρετα.

Μπήκαμε στην αίθουσα με το τελευταίο φως του απογεύματος, βγήκαμε σε μια βροχερή νύκτα, με διάθεση επίσης σκοτεινή. Δεν έχω σκοπό να υπεραπισθώ την Ελλάδα και τους κατοίκους της, αλλά θα επιμείνω σε μια πάγια άποψη (μου), πως ότι και να έχει συμβεί δεν μας έπρεπε αυτή η εξέλιξη. Ο βροχερός καιρός, ο χειμώνας, η νύκτα ήταν πολύ μακρία από τη γλύκα που κομίζουν οι  αλκυονίδες μέρες και το ευρύτερο κοινωνικό κλίμα, πολύ μακρύτερα από τον χειμώνα του '75, όταν είχα περάσει το κατώφλι της Αλκυονίδας για τελευταία, μέχρι χτες, φορά.

Δεν ήταν επίσης και ο καλύτερος τρόπος να περάσεις το τελευταίο προεκλογικό βράδυ. Όλη αυτή ενθύμηση και ανάλυση του τι έχει συμβεί, δημιούργησε μια σκοτεινή διάθεση και μια ακόμα μεγαλύτερη αποστροφή για μια σειρά αποφάσεων ολότελα λαθεμένων, με ακόμα περισσότερα θύματα και ανεκτίμητες, προς το παρόν, καταστροφές.

Δεν παύει να είναι μια αλήθεια όμως, μια πραγματικότητα με την οποία πρέπει να επι-ζήσουμε και υπό αυτή την έννοια καλό θα είναι να δούμε την Agora. Να θυμηθούμε, να μάθουμε και να καταλάβουμε καλύτερα τι και γιατί συνέβη. Αυτό το πέρασμα από την, όποια τέλος πάντων, Δημοκρατία είχαμε στις «αγορές»,  δείχνει να έχει κοινά στοιχεία με μια κύρηξη πολέμου. 

Περνούν τα χρόνια...