Δίτροχα (χωμάτινα) μονοπάτια – Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014 Print

Ήταν από αυτές τις μέρες, που έχεις την πολυτέλεια να ξεφύγεις από τον κλοιό της καθημερινότητας. Όχι για όλη τη διάρκεια τους, αλλά ξεκλέβοντας δυο τετράωρα σε δυο διαδοχικά πρωινά, διεκδικείς ένα είδος πληρότητας, μια ενδιαφέρουσα κόπωση και έναν καλύτερο ύπνο το βράδυ.


...στους Αγ. Ασώματους

Τόσο πέρσι, όσο και φέτος δεν καταφέραμε να επαναλάβουμε την ιδιαίτερη επίσκεψη στη βορειοδυτική Ελλάδα που είχαμε πραγματοποιήσει το '12 (περισσότερα επί τούτου, εδώ: Δίτροχοι στο Γράμμο). Έτσι, τα σχέδια για Ανατολές στο Σμόλικα, για Δύσεις στις Δρακόλιμνες περίσσεψαν και αναγκαστικά μετακινήθηκαν για όταν θα δημιουργηθούν ευνοϊκότερες συνθήκες. Προφανώς δεν ήταν ευχάριστο αλλά μας γεμίζει προσμονή για μια ακόμα πληρέστερη, πλουσιότερη σε συναίσθημα, μελλοντική απόδραση.

Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί, πως ήταν άλλη μια ένδειξη μιας άχαρης και για πολλούς άδικης εποχής. Από την μεριά μου τουλάχιστον έτσι το αντιμετωπίζω. Κι εδώ όμως, υπάρχει το αντίδοτο. Καθώς δεν μπορέσαμε το μείζον, ας διεκδικήσουμε το έλασσον.

...στη θέση Πύριζα. Κάποτε υπήρχε και ταμπέλα στον στύλο. Στο βάθος ο κόλπος του Σχινιά.

Αφού λοιπόν δεν μπορέσαμε το «δύο520», τη Φούρκα και τους Αρένες, στραφήκαμε προς στους αγίους: Ασώματοι, Ιωάννης των Λατόμων & Λουκάς. Όλοι συγκεντρωμένοι στο Πεντελικό. Δίπλα μας. Οι πρώτοι στις νότιες πλαγιές, ο τρίτος στις βόρειες. Όλοι σε ταπεινούς ναίσκους, όλοι με μια κρήνη δίπλα τους. Με μάλλον δύσκολη πρόσβαση που φροντίσαμε  την κάνουμε όσο δυσκολότερη γινόταν, ακολουθώντας τα πιο επίπονα μονοπάτια. Η αναφορά, δεν είναι θρησκευτικού περιεχομένου, μα περισσότερο τοπογραφικού, λαογραφικού.

Σε ένα βουνό ταλαίπωρο, που βασανίζεται αιώνες, που έχει δώσει την πρώτη ύλη για το πιο θαυμαστό, ίσως, μνημείο Ευρωπαϊκού πολιτισμού, που από τα σπλάχνα του οικοδομήθηκε ο θαυμαστός διάκοσμος της χρυσού αιώνα και το οποίο μεταπολεμικά έγινε κρανίου τόπος με διαδοχικές πυρκαϊές. Ανήμπορος να το υπερασπίσει, ο σύγχρονος άνθρωπος, το είδε να κατακαίεται, ενώ ταυτόχρονα του ήρθαν σκέψεις για φωτοβολταϊκά πάρκα και λοιπές αξιοποιήσεις. Σε όλο τον ορεινό όγκο δεν έχουν απομείνει παρά μικροί, διάσπαρτοι θύλακες κωνοφόρων. Μολοντούτο ακόμα και οι ξανακαμμένες, το '07, νοτιοδυτικές πλαγιές που είχαν πληγεί βάναυσα και το '81, ξαναπρασινίζουν δηλώνοντας την επιθυμία της φύσης για αναγέννηση.

Αγ. Λουκάς. Eνας άνθρωπος που δεν είναι πια ανάμεσά μας, Λουκάς κι αυτός, βοήθησε να σουλουπωθεί, να συμμαζευτεί το μικρό αυτό εκκλησάκι.

Τέλος πάντων, μετά την εύκολη πρόσβαση στον Αγ. Ιωάννη, τα μικρά πέτρινα περάσματα προς τους Αγ. Ασώματους, δωρεά από τον μεσοπόλεμο αυτό το εκκλησάκι, της οικογένειας Μοσχού, και την πάντα δύσκολη κατάβαση από το «σταυρό» για τον Αγ. Λουκά, είπαμε να φθάσουμε μέχρι τη λίμνη του Μαραθώνα.

Μπορώ να θυμηθώ όλους τους χωματόδρομους που κατεβαίνουν από την βορεινή πλευρά του Πεντελικού, προς το νεότευκτο φράγμα της Ραπεντόζας κατάφυτους από πεύκα, όπως και και αυτούς πριν το φράγμα του Μαραθώνα που φιλοξένησαν ετάπ από το πρώτο και δεύτερο 4Χ4 ράλυ, την άνοιξη και το φθινόπωρο του ’87. Αν πάμε ακόμα πιο πίσω τη δεκαετία του '70, ο Διόνυσος αποτέλεσε πεδίο αναμέτρησης τόσο σε ασφάλτινο τερέν όσο και σε χωμάτινο (Γερμανικό νεκροταφείο) σε αγώνες ράλυ και βέβαια με την κλασσική ανάβαση από την Ανατολή προς τον Αγ. Πέτρο. Τίποτα από τη πυκνή βλάστηση εκείνης της εποχής δεν έχει απομείνει

Όπως μπορώ να θυμηθώ και τους παραλίμνιους δρόμους ειδικά στο νοτιοδυτικό κομμάτι πολύ καθαρότερους κι όχι να βρίθουν στα σκουπίδια. Δεν ξέρω αν και γιατί είναι παράνομο ή νόμιμο να ψαρεύει κάποιος στη λίμνη του Μαραθώνα, υποθέτω ότι η εθνικότητα του ψαρά δεν είναι διαβατήριο νομιμότητας, όπως υποθέτω ότι για το σκουπιδομάνι που βασιλεύει δεν είναι και τόσο υπεύθυνος ο όποιος Δήμος έχει στην ευθύνη του το χώρο, όσο το πλήθος των επισκεπτών που δεν διαθέτουν τη ελάχιστη της παιδείας και της ευαισθησίας να μην αφήσουν οτιδήποτε πίσω τους.

...δεν είναι το XR ειδική παιδική έκδοση. Ο Πανούλης είναι δίμετρος. Για την άλλη, την «είμαι περίεργη κίτρινη»(*), τι να πω; Μέγας Έρως, διαρκεί περί τον μήνα, με μέλλον άδηλο, όπως όλοι οι μεγάλοι έρωτες.

Είπαμε να περάσουμε κι απέναντι, στα Βασιλικά. Κάτω από την εθνική, παράλληλα με τις γραμμές του τραίνου και μέσα από το «λαγούμι» ώστε να μπούμε στο δασωμένο. Το γεγονός ότι μας σταμάτησε νωρίς ένα φούιτ και μας ανάγκασε να επιστρέψουμε, 22 χιλιόμετρα με το πίσω λάστιχο του XR χωρίς αέρα, δεν με απομάκρυνε από το πρώτο συμπέρασμα, του πόσο έχει κουραστεί η γη από τα πολλά και άγρια περάσματα διτρόχων.

Και για να μην παρεξηγηθώ ως υστερικός οικολόγος, εννοώ ότι την συγκεκριμένη περιοχή την περιδιαβαίνω μια 30ετία. Μέχρι το '08, δεν διαπίστωνες παρά ελάχιστα σημάδια κόπωσης. Τώρα βαθιές χαρακιές, αυλακώνουν τις ανωφέρειες, τα μονοπάτια. Σκαμμένα με λύσα, προϊόν μιας ανώφελα επιθετικής οδήγησης. Σε αυτό το σημείο η λογική υπαγορεύει ότι από μια πιο συνετή χρήση κανείς δεν χάσει. Το παράδειγμα της Γερμανίας και άλλων χωρών όπου απαγορεύεται η οποιαδήποτε διέλευση σε οποιαδήποτε δασωμένη έκταση είναι χαρακτηριστικό. Αν αυτή είναι η μία άκρη του παραλόγου, δεν χρειάζεται εμείς, εδώ, να φθάσουμε στην άλλη, ξεχερσώνοντας το σύμπαν.

Επί τούτου, ενημερώθηκα, ότι σε κάποιο φόρουμ, κάποιος, προθυμοποιήθηκε και μάλιστα ανιδιοτελώς να συνεισφέρει στην αποκατάσταση μερικών από τα μονοπάτια. Απομένει το ερώτημα γιατί αντιμετωπίστηκε με απαξίωση.

...μαρμαρόσκονη στα εγκαταλελειμένα λατομεία                      ...αγράμπελη στα μονοπάτια που ακόμα είναι πράσινα

Με όποιο τρόπο κι αν αντιμετωπίζεις αυτά τα θέματα, τα τετράωρα, τέλειωναν και ερχόταν η επιστροφή στην καθημερινότητα μαζι με τις συνήθεις υποσχέσεις για γρήγορη επανάληψη.

Λίγες ώρες αργότερα ένα από εκείνα τα δειλινά που νιώθεις ότι το φετινό καλοκαίρι δεν έχει πεί την τελευταία του λέξη, έκλεισε με τρόπο βαθιά άλικο, ευχάριστο όσο και μελαγχολικό μια ξεχωριστή μέρα. Ένας Σεπτέμβρης ασυνήθιστα βροχερός, απρόσμενα δροσερός μας θύμιζε την παρουσία του. 


(*)Η ταινία «είμαι περίεργη  κίτρινη» (1967) αποτελεί το πρώτο μέρος της κινηματογραφική γραφής του Βίλγκοτ Σιόμαν. Ακολούθησε το '68 η προβολή του δεύτερου μέρους «είμαι περίεργη μπλε». Πάντως οι δυο ταινίες είχαν γυριστεί ταυτόχρονα. Ήταν μια ρηξικέλευθη "βόρεια" άποψη για την Σουηδία των τελών της δεκαετίας του '60.

Στην Ελλάδα τις είδαμε στην μεταπολίτευση, καθώς το τολμηρό υλικό τους δεν συμβάδιζε με τις ηθικές της επταετίας. Κίτρινο και μπλε όπως τα χρώματα της Σουηδικής σημαίας, όπως τα χρώματα της ΤΕ 610 Husqy.

Μόνο  που η ραγδαία αλλαγή των πραγμάτων, του κόσμου που ζούμε, μας προσφέρει την έκπληξη να διαβάζουμε  στην άδεια κυκλοφορίας της εργοστάσιο κατασκευής: MV Agusta. Ήταν η εποχή που την Huqsvarna είχε αγοράσει η Cagiva και έγινε τμήμα της Agusta. Ακολούθως, πέρασε στην B.M.W. και από εκεί σε θυγατρική της ΚΤΜ.
Άλλη μια εικόνα της παγκοσμιότητας...