Κανονικά και επίσημα το έφερε ο Q. Τυλιγμένο ως δώρο και μάλιστα με ένα χαρτί που όταν ξεκολλούσες το σελοτέιπ δεν σχιζόταν, πράγμα που μου αρέσει πολύ, γιατί μετά φυλάς το αμπαλάζ για όπου δει.
Είχε πάνω του κορδέλα που διέτρεχε και τα αυτιά και πάνω της έγραφε: «Τον Φάντε ή δεν το ξέρεις ή δεν μπορείς να το ξεχάσεις- The new York Times». Έτσι ακριβώς συνέβη. Τον αγνοούσα, αλλά την επόμενη μέρα με κράτησε έως τις 2 την νύχτα για να φτάσω στην 171η και τελευταία σελίδα και είναι πολύ απίθανο να τον ξεχάσω.
Αυτή η καλομεταφρασμένη πατρική νουβέλα, όπως ορίζεται στο εξώφυλλο, γράφτηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και αποτελεί μια τομογραφία της Αμερικής του τότε. Τότε που η πληγή του πολέμου στην Ινδοκίνα είναι μεγάλη και χαίνουσα, που ταυτόχρονα όμως υπάρχει ένα καλπάζον ελευθεριάζον κίνημα, ειδικά μέσα στην νεολαία, τότε που φυλετικός διαχωρισμός είναι ισχυρός και αμετακίνητος, ενώ οι Η.Π.Α. τρέχουν, παρά τα προβλήματα, πάνω στην κόψη των ονείρων και της ιδέας της γης των ευκαιριών.
Από τις πρώτες αράδες γίνεται διακριτό το εύθυμο κλίμα. Ο ήρωας αυτοσαρκάζεται και ο συγγραφέας δημιουργεί συνθήκες χιουμοριστικές, ευχάριστες. Συχνά πέρα από χαμόγελα, αναγκάζει τον αναγνώστη να γελάσει , αλλά η ένταση και τα προβλήματα δεν απουσιάζουν ποτέ. Το στόρυ έχει να κάνει με μια εξαμελή οικογένεια. Οι γονείς στην μεσηλικία, τα τρία αγόρια και το ένα κορίτσι πάνω και λίγο μετά τα είκοσι με τις σπουδές κλπ.
Επιφανειακά είναι όμορφα. Κατοικούν στην πιο πλούσια, πιο προοδευτική, πολιτεία, την Καλιφόρνια και μάλιστα σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία της, πάνω στην παραλία στο Point Dune. Yπάρχει, ανάμεσα σε άλλα στο γκαράζ, μια Porsche, ένα τρακτεράκι, κουρευτική του γκαζόν, μια σειρά μπαστούνια του γκολφ. Το σπίτι σε σχήμα Υ, με όμορφη θέα προς τον ωκεανό. Μια ευχάριστη άνεση είναι παρούσα.
|
Read more...
|
Με υπότιτλο: Η μεγάλη ευθύνη των Συμμάχων, ο ακαδημαϊκός Αγγ. Αγγελόπουλος δίνει μια μακροσκελή συνέντευξη στον Σοφοκλή Γ. Δημητρακόπουλο με αντικείμενο εκείνο το ζοφερό χρονικό διάστημα και ξετυλίγει σκέψεις και συμπεράσματά του.
Γεννημένος το 1904 ο Α.Α. σπούδασε στο οικονομικό Πανεπιστήμιο των Αθηνών όπου αναγορεύτηκε διδάκτωρ για να ακολουθήσουν μεταπτυχιακά στην Λειψία και το Παρίσι. Στα 35 του χρόνια ήταν τακτικός καθηγητής στην Νομική σχολή της Αθήνας. Το ’46 έχασε τη θέση του για πολιτικούς λόγους και από το ’49 έως το ’59 δίδαξε σε Πανεπιστήμια του εξωτερικού.
Το ’59 επιστρέφει στην Ελλάδα, το ’61 εκλέγεται τακτικός καθηγητής Οικονομικής Πολιτικής στο Πάντειο. Αφού είχε εκλεγεί πρύτανης, παραιτείται το ’67 διαμαρτυρόμενος για την επιβολή του πραξικοπήματος. Με την μεταπολίτευση αναγορεύτηκε σε ομότιμο καθηγητή και το ’76 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Συνεπώς, πέρα από τις πολιτικές του τοποθετήσεις και δράσεις, ως π.χ. εκπρόσωπος της Π.Ε.Ε.Α. στο συνέδριο του Λιβάνου και την υπουργοποίησή του στην πρώτη μεταπολεμική κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου, είχε μια κορυφαία παιδεία για οικονομικά θέματα, η οποία του έδωσε τα εφόδια για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της προεδρίας της Εθνικής Τράπεζας Βιομηχανικής Ανάπτυξης και του αναπληρωτή διοικητή της Διεθνούς Τράπεζας.
Δεν μπορεί λοιπόν, παρά οι απόψεις του για τον οικονομικό αντίκτυπο της Κατοχής να γίνουν απολύτως σεβαστές. Αφού λοιπόν εξηγεί την δια του πληθωρισμού μέθοδο, της ληστείας του τόπου, καταλήγει:
|
Read more...
|
Πρέπον δεν ήταν, αλλά συνέβη και δεν ήταν και τόσο λάθος. Ή έστω το ανάποδο θα ήταν μεγαλύτερο λάθος. Έτσι το πρώτο βιβλίο του Christopher Montague Woodhouse, πέμπτου βαρόνου του Terrington, το διάβασα μόλις προ ημερών. Θα έπρεπε, ίσως να είχε γίνει πριν 45 χρόνια, αλλά τότε ήταν πολύ πιο ελκυστικά τα βιβλία του Dominique Eudes, του Γιάννη Κάτρη. Κι έτσι παρέμειναν έως σήμερον. Επίσης ξεκίνησα με το λάθος βιβλίο. Το «Καραμανλής Ο Ανορθωτής της Ελληνικής Δημοκρατίας» όπως έπεται στην χρονική σειρά των δημιουργιών του συγγραφέα, έτσι δεν θα έπρεπε να προηγείται στην αναγνωστική σειρά.
Σαφώς έπρεπε να προηγηθεί το «Μήλον της Έριδος», ωραίος τίτλος, εμπνευσμένος για τη ζοφερή εποχή που περιγράφει. Ο συγγραφέας ανήκει σε εκείνες τις πολυσχιδείς, πολυσήμαντες προσωπικότητες που άνθισαν στο μεσοπολεμικό Ηνωμένο Βασίλειο, τότε που ο ήλιος δεν έδυε ποτέ στην αυτοκρατορία, όπως με δόση μετρημένης αλαζονείας λεγόταν.
Με κλασσικές σπουδές στην Οξφόρδη, κατετάγη με την έναρξη του πολέμου στο πυροβολικό, μας ήρθε στη χώρα μας, ανέβηκε στο βουνό γνωρίστηκε με τον Άρη με τον Ζέρβα, είχε ενεργό ρόλο στην ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, μας ξανάρθε το ’45 και το ΄46, μετά τον βρίσκουμε στην Τεχεράνη να εργάζεται σε συνεργασία με την C.I.A., για την πτώση του Μοσαντέκ ώστε να προστατευτούν τα Βρετανικά συμφέροντα. Αργότερα τον περιμένουν θητείες στο κοινοβούλιο και ασφαλώς το συγγραφικό του έργο.
Έτσι το ’82, κυκλοφορεί την βιογραφία του Έλληνα πολιτικού Karamanlis: The Restorer of Greek Democracy, που εκείνη την εποχή υπηρετούσε την πρώτη του προεδρική θητεία.
Ευθύς εκ πρώτης στιγμής γίνονται διακριτά δυο πράγματα. Η θαυμαστική του στάση απέναντι στον Έλληνα πολιτικό και η σφοδρή αντιαριστερή στάση του. Αν το βιβλίο το έγραφε ο ίδιος ο Καραμανλής θα ήταν πιθανότατα λιγότερο κολακευτικό, και περισσότερο αυστηρό σε ότι αφορούσε τις όποιες αλληγορίες του. Το αυτό και για την εμμονή του συγγραφέα στις ενέργειες των πολιτικών σχημάτων και προσώπων που δεν ανήκουν στη Δεξιά, όπου τίποτα από όσα κάνουν δεν είναι σωστά.
|
Read more...
|
Αδελφή του Γιώργου Σεφέρη, σύζυγος του Κων/νου Τσάτσου, η Ιωάννα είχε καταγράψει τις προσωπικές της εμπειρίες από την Κατοχή. Εικοσίενα χρόνια μετά την απελευθέρωση, εκδίδονται για πρώτη φορά. Στον πρόλογό της αναφέρει ότι δεν τα προόριζε για δημοσιότητα.
«…έγραφα και κάθε τόσο έρριχνα τα φύλλα του σε ένα τενεκεδένιο κουτί, θαμμένο σε μια γωνιά του κήπου μας, για να τα διαβάσουν κάποτε τα παιδιά μου».
Ευτυχώς που έκανε ότι έκανε, πού έγραψε, που εξέδωσε και προστέθηκε σε όσους μετέφεραν την ζοφερή εκείνη περίοδο στις επόμενες γενιές, ώστε οι τυχεροί που δεν την βίωσαν, να την γνωρίσουν μέσα από τα γραπτά.
Η Ιωάννα Τσάτσου ήταν μια αστή. Με ευρύ κοινωνικό κύκλο. Ανήκει στην καλλιεργημένη αστική τάξη. Ο πατέρας της είναι Πρύτανης στο Πανεπιστήμιο, ο μεγάλος αδελφός της διπλωμάτης, ο σύζυγός της καθηγητής στο Πανεπιστήμιο. Αλλά και η ίδια, τελειώνει την Νομική ολοκληρώνοντας και διδακτορική διατριβή.
Γεννήθηκε στη Σμύρνη, αλλά ήρθε οικογενειακώς στην Αθήνα πριν την καταστροφή, το ’14. Παιδί ευκατάστατης οικογένειας με υψηλή θέση στην κοινωνίας της πόλης της Ιωνίας.
Πράγμα που άλλαξε στην Ελληνική πρωτεύουσα. Ωστόσο η παιδεία και η καλλιέργεια της, την κράτησε σε εξίσου υψηλή κοινωνική θέση επίπεδο, ενώ επανήλθαν σε κάποιο οικονομικό επίπεδο ανώτερο του μέσου όρου, όπως μαρτυρά η παρουσία μόνιμης οικιακής βοηθού (Ευδοξία), αλλά και πιάνου για τις θυγατέρες της. Αναφέρονται όλα αυτά, τα σχετικώς γνωστά, ώστε να γίνει κατανοητό το σοκ της Κατοχής.
|
Read more...
|
Ακαδημαϊκός η Λένα Διβάνη, καθηγήτρια της Ιστορίας εξωτερικής πολιτικής στη Νομική Αθηνών, έχει πέρα από το διδακτικό κομμάτι, ένα ιδιαιτέρως πλούσιο πεδίο δημοσιεύσεων, από μελέτες άρθρα, σενάρια, μυθιστορήματα, θεατρικά.
Σε αυτή την δραστηριότητά της εμπίπτει και η παρούσα έκδοση. Ενδιαφέρουσα ιδέα που την πραγματοποιεί με αντίστοιχο τρόπο. Είναι η εξιστόρηση των σχέσεων οκτώ διαφορετικών ζευγαριών που χρονικά εκκινεί προεπαναστατικά και καταλήγει μεταπολεμικά. Τα επτά από αυτά είναι ερωτικά ζευγάρια, ενώ ένα είναι αδελφικό. Τοποθετημένα, σε μια περίπου χρονική σειρά είναι τα εξής μαζί με τους υπότιτλους που δίνει η συγγραφεύς.
Μαντώ Μαυρογένους – Δημήτριος Υψηλάντης: Έρωτας σαν πόλεμος, Όθωνας και Αμαλία: Ερωτευμένοι μες την Ελλάδα, Χαρίλαος και Σοφία Τρικούπη: Αδελφές ψυχές, Ιων Δραγούμης, Πηνελόπη Δέλτα και Μαρίκα Κοτοπούλη: Ο Άμλετ, η Κυρία και η θεατρίνα, Ελευθέριος Βενιζέλος και Έλενα: Ένας γάμος εθνικού συμφέροντος, Γεώργιος Παπανδρέου και Κυβέλη: Δυο ηθοποιοί στο ίδιο σπίτι, Παύλος και Φρειδερίκη, Η Βασίλισσα που έγινε Βασιλιάς, Νίκος Μπελογιάννης και Έλλη Παππά: Έρωτας και επανάσταση.
Κατ’ αρχάς να διευκρινιστεί γιατί είναι ενδιαφέρουσα. Πρώτον διότι είναι καλογραμμένο και κατανοητό. Ακολούθως διότι έχει την δύναμη να περάσει πληροφορίες σημαντικού περιεχομένου μέσα από ένα ελαφρύ σενάριο, πετυχαίνοντας έτσι το στόχο να επιμορφώσει πλατύτερες μάζες με ευχάριστο τρόπο. Οι περισσότεροι θα μάθουν κάτι που δεν ξέρουν, και αρκετοί θα προχωρήσουν στο επόμενο σκαλοπάτι της πληροφορίας και της γνώσης.
|
Read more...
|
Με υπότιτλο: Μια οικογένεια στην Ανατολική Γερμανία, ο γεννημένος στο Ανατολικό Βερολίνο Μαξίμ Λέο μας οδηγεί σε ένα μοναδικό ταξίδι μέσα από τρείς διαφορετικές γενιές. Των παππούδων του, που ξεκινά από τον μεσοπόλεμο, των γωνέων του που έχει αφετηρία το τέλος του πολέμου και της δικής του που βιώνει την πτώση του τείχους.
Ακούγεται κάπως κλισέ, αλλά ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Είναι μια υψηλού επίπέδου αφήγηση τόσο σε ότι αφορά την λογοτεχνική πλευρά όσο και το πολιτικό κομμάτι. Για όσους βιαστούν να αποφασίσουν ότι αποτελεί μια αντικομμουνστική κραυγή, ας γραφτεί ότι είναι πολύ περισσότερο ένα βαθύ, λεπτομερές, ανθρώπινο σημείωμα, μια κεντημένη δαντέλα πάνω στο οδυνηρό τμήμα της ιστορίας του 20ου αιώνα, παρά οτιδήποτε άλλο.
Στο θέμα του κομμουνισμού πάντως, η υστερία των αντί, συχνά γίνεται ιστορικά πιο επικίνδυνη από την θέρμη των υπέρ.
Συνεπικουρούμενη από μια μικρή σειρά καταπληκτικών μαυρόασπρων φωτογραφιών, ο δημοσιογράφος - συγγραφέας, φέρνει το παρελθόν στο προσκήνιο με έναν τρόπο αριστουργηματικό, μεταφέροντας όλον τον πόνο και την απόγνωση, ανθρώπων δοκιμασμένων, καλλιεργημένων για την αποτυχία του πειράματος, αλλά και την ανεξήγητη πίστη δοκιμασμένων στελεχών πάνω στο ίδιο μοτίβο, ακόμα και όταν όλα κατέρρεαν.
Είναι το παρελθόν που δεσμεύει τους αρχαιότερους, που δεν μπορούν να απαλλαγούν, έτσι αβρόχοις ποσίν, ούτε από ηρωικά του, μήτε από τα αίσχη του.
Είναι το παρόν που αγκυλώνει την μεσαία γενιά, που την πνίγει ο κομματικός μηχανισμός, ο κρατικός έλεγχος αλλά δεν βρίσκουν κανένα λιμάνι στο δυτικό κόσμο.
|
Read more...
|
Το είχα προμηθευτεί παραμονές της 28ης του 2019. Μπήκε στη λίστα αναμονής και κατάφερα να το διαβάσω παραμονές της 25ης του ’20. Κάλλιο αργά παρά ποτέ. Εξ΄άλλου το μεσοδιάστημα υπήρξε γόνιμο και για άλλες εκδόσεις.
Πολύ χρήσιμο βιβλίο, καθώς ξεκινά με μια εισαγωγή, ακολουθεί ένα χρονολόγιο, συνεχίζει με το κυρίως θέμα χωρισμένο σε 14 κεφάλαια για να ολοκληρωθεί με ένα επίμετρο. Είναι δε χρήσιμο, διότι με μια συντεταγμένη επαγωγική μέθοδο μεταφέρει στον αναγνώστη την πληροφορία και τον οδηγεί σε αντίστοιχα συμπεράσματα. Όλα αυτά με τρόπο και ύφος ήπιο και κυρίως αντιληπτό σε ένα μεγάλο εύρος αναγνωστών, χωρίς το πόνημα να χάνει την επιστημονικότητα του.
Ταυτόχρονα προχωρεί και σε μερικές σημαντικές σημειώσεις που ερμηνεύουν πολλές από τις ιστορικές εξελίξεις. Όπως:
- «Ο θάνατος του πρώην πρωθυπουργού Ανδρέα Μιχαλόπουλου τον Μάρτιο του ’38 που άρρωστος σύρθηκε στην εξορία, υπήρξε ίσως η χειρότερη από τις ακρότητες που διέπραξε ο Μεταξάς» (σ.36).
- «H εντύπωση της ιταλικής διοίκησης ότι ο στρατός τους θα έκανε περίπατο οφειλόταν στην πλήρη άγνοια της ελληνικής προετοιμασίας και αποφασιστικότητας» (σ. 70).
- «Ο αγώνας έγινε πλέον υπόθεση επιβίωσης από τα κρυοπαγήματα. Η θέα των ακρωτηριασμένων νέων έγινε συνηθισμένο τόσο στην μεταπολεμική Ελλάδα όσο και στην μεταπολεμική Ιταλία. Οι ελλείψεις σε τρόφιμα που έγινε μάστιγα στην Κατοχή αρχίζουν ήδη από 1941 όπως και η χρήση δελτίου» (σ.120).
Για τις ανασφάλειες του δικτάτορα από το ημερολόγιό του στις 30 Νοεμβρίου, 34 μέρες μετά την κήρυξη του πολέμου:
- «Απόψε τσάι Άγγλων. Είμεθα όλοι. Με προσέχουν πολύ ολίγον. Δεν ξέρω Αγγλικά. Είμαι και κοντός» (σ.121).
|
Read more...
|
Η ανάγνωση του πονήματος του Κ. Κορνέτη κατέστη αναπόφευκτη μετά το «Όλη νύχτα εδώ» του Ιάσονα Χανδρινού. Οι συνεχείς αναφορές του Ι.Χ. στα «παιδιά της δικτατορίας», σχεδόν υποχρέωσαν την ταπεινότητά μου στην απόκτηση και μελέτη, για ένα κομμάτι του παρελθόντος που αφενός με ενδιαφέρει πάρα πολύ, αφετέρου από ένα χρονικό σημείο και μετά, έχω προσωπικές εκτιμήσεις, καθότι το βίωσα.
Κρίση πρώτη. Η έκδοση είναι πλήρης. Απολύτως. Έχει πέραν από το ρέον κείμενο, τις επεξηγήσεις των ακρωνυμίων, εκατοντάδες σημειώσεις που απορρέουν από το κείμενο, βιβλιογραφία, πηγές και ευρετήριο. Γίνεται άμεσα σαφές ότι ο συγγραφέας έχει κοπιάσει και μάλιστα επι μακρώ. Οι συνεντεύξεις με τους 51 πρωταγωνιστές εκείνης της περιόδου, οι περισσότεροι των οποίων ανήκουν στις γραμμές φοιτητικού κινήματος ξεκινούν από το 2001, ενδεικτικό του χρονικού βάθους της εργασίας.
Κρίση δεύτερη. Ο συγγραφέας είναι εξονυχιστικά ερευνητικός. Σε βαθμό που τον, όχι ιδιαίτερα εκπαιδευμένο, αναγνώστη μπορεί να τον κουράσει. Οι σημειώσεις του είναι λεπτομερέστατες και πολύ συχνά καταφεύγει σε άλλα συγγράμματα πλειάδας ερευνητών και διανοητών για να ενισχύσει τις απόψεις του.
Κρίση Τρίτη και τελευταία. Για όποιον ενδιαφέρεται για την «φοιτητική αντίσταση, πολιτισμικές πολιτικές και την μακρά δεκαετία του εξήντα στην Ελλάδα», όπως είναι και ο υπότιτλος της έκδοσης, οφείλει να το διαβάσει. Το βιβλίο έχει μια πολιτική άποψη. Την οποία δικαιολογεί και αποδεικνύει. Θα είναι δε, πιο χρήσιμο σε αυτούς που περισσότερο διαφωνούν, παρά συμφωνούν με αυτή, να το μελετήσουν. Για αυτούς δε, που διαφωνούν ολοκληρωτικά και κάθετα, υπάρχει η αμφιβολία αν μπορούν να το διαβάσουν.
|
Read more...
|
Έχει παρέλθει κάτι περισσότερο από μια δεκαετία από τότε που πρωτογνώρισα τον Αβραάμ Παυλίδη. Είχαμε συναντηθεί στο ακριτικό χωριό του Πωγωνίου, Δολό.
Μας φιλοξενούσε τότε ένα αρκετά ετερόκλητο ζευγάρι, που είχε δώσει κάποια ζωή, τότε, στο σχεδόν εγκαταλελειμμένο, χωριό. Δώδεκα ήταν οι μόνιμοι κάτοικοι πίσω στο 2009, μα ο τόπος απολάμβανε μια ιδιαίτερη προβολή καθώς το είχε προτιμήσει κατ’ επανάληψη ο πρώτος μινίστρος της κυβέρνησης, ανιψιός και συνεπώνυμος του και Εθνάρχου αποκαλούμενου.
Ο οποίος πρώτος μινίστρος, πρέπει να λεχθεί αυτό, έχαιρε μεγάλης εκτιμήσεως εκεί από τον τοπικό πληθυσμό για την απλότητά του, την συμμετοχή του στα κοινά και την αντοχή του στα τραπεζώματα.
Τον Αβραάμ λοιπόν εκεί τον γνώρισα, άνοιξη του 2009. Μορφή βιβλική, λιπόσαρκος, τέρας ηρεμίας, λιγομίλητος, καλοσυνάτος. Είχε ένα ταλαίπωρο 323, κόκκινο θαρρώ, πρέπει να είχε κάνει τριακόσιες χιλιάδες χιλιόμετρα, γυρίζοντας κατ’ επανάληψη όλη την επικράτεια.
|
Read more...
|
|
|