Δεν ανήκω στη χωρία των ανθρώπων που έχουν παρακολουθήσει στενά την καλλιτεχνική πορεία του Πανούση. Δεν τον έχω ακούσει ποτέ ζωντανά και το πρώτο του βιβλίο (Πούστευε και μη ερεύνα), το διάβασα μόλις πριν τέσσερα χρόνια. Μου έκανε όμως καλή συντροφιά σε ένα καλοκαιρινό ατμοπλοϊκό ταξίδι.
Έτσι φέτος που έπεσε στα χέρια μου η τελευταία εκδοτική του δουλειά: «Μagic Baf Ο τυφώνας Τζέφρυ», δεν είχα κανένα ενδοιασμό ότι θα περνούσα, διαβάζοντάς το, πάλι καλά. Όπερ και εγένετο.
Ο συγγραφέας δεν ανήκει σε καμιά γκρίζα περιοχή και δύσκολα περνά απαρατήρητος. Από τα πρώτα χρόνια της καλλιτεχνικής του πορείας φρόντισε να έρχεται σε σύγκρουση με ότι θεωρούσε εκείνος κατεστημένο, στραβό και ανάποδο. Μπορούμε να πούμε ότι η τροχιά του ούτε εύκολη ήταν, ούτε ανεμπόδιστη. Για τις μουσικές του ικανότητες, αν και κάθε άλλο παρά ειδήμων είμαι, εκφράζω την άποψη ότι η φωνή του κάνει πράγματα που λίγοι τραγουδιστές μπορούν, ενώ με το στίχο του και γραπτά του, βάδιζε συχνά και με μεγάλη ευκολία πάνω σε συγκρούσεις που θα άντεχαν ακόμα λιγότεροι. Αυτά αντιλαμβάνομαι από την εξωτερική εικόνα και καλό θα είναι, να είναι έτσι και για αυτά που δεν ξέρουμε, που δεν βλέπουμε, δηλαδή, η καλλιτεχνική, σατυρική φιγούρα του να είναι καθ’ όλα γνήσια.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι ένας ευφυής και ταλαντούχος καλλιτέχνης. Παρατηρητικός, με άνεση στο λόγο, ενημερωμένος, συχνά υπερβολικός, ενίοτε και προκλητικός. Δεν υπάρχει αμφιβολία επίσης ότι ενοχλεί εκείνες τις ιδέες που δεν έχουν συνηθίσει να ενοχλούνται.
Εδώ τίθεται και το θέμα των ορίων της σάτιρας και προφανώς αυτοί που σατιρίζονται, υπερασπίζονται τον περιορισμό της, αντίθετα οι ακροατές που συχνά βρίσκονται στο απυρόβλητο υπερθεματίζουν.
Στο ίδιο μοτίβο λοιπόν κινείται και το τελευταίο του βιβλίο.
|
Read more...
|
Όλως τυχαίως το ανακάλυψα στο γραφείο συναδέλφου τινός, υπερασπιστή υποθέτω των απόψεων του συγγραφέως. Ακολούθως είχε την καλοσύνη να μου το δανείσει κι όταν λίγες μέρες αργότερα το επέστρεψα, ήταν διάστικτο από διακριτικές, μολυβένιες σημειώσεις και παρατηρήσεις, που εύκολα μπορούν να απομακρυνθούν. Αυτές θα συμβουλευτώ προκειμένου να γράψω λίγες λέξεις για το σύγγραμα. Ας ξεκινήσουμε με λίγες παρατηρήσεις.
1. Περιγράφει τις σχέσεις της Ελλάδας και της Σερβίας κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90.
2. Eκδόθηκε πρώτα στην αγγλική και ακολούθως στην πατρική του συγγραφέως γλώσσα, το 2003, από μετάφραση του πρωτότυπου.
3. Έγινε δεκτό με θετικά σχόλια από τα πιο έγκυρα διεθνή έντυπα.
4. Απασχόλησε διεθνούς εμβέλειας τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές.
5. Απέσπασε κολακευτικά σχόλια από επώνυμους αλλοδαπούς κυρίως, αλλά και από ημεδαπούς εργαζόμενους στο εξωτερικό.
6. Ο συγγραφέας συνοδεύεται από σοβαρά εφόδια, καθώς έχει κάνει πτυχιακές και μεταπτυχιακές σπουδές σε εθνολογία και φιλοσοφία στην Δανία, στην Κροατία, στην Καλιφόρνια. Επιπροσθέτως γνωρίζει πέρα από τα Ελληνικά, Αγγλικά, Δανικά, Νορβηγικά, Γερμανικά.
7. Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου διαφαίνεται ξεκάθαρα ότι είχε τη δυνατότητα να έρχεται σε επαφή, να συνομιλεί με σχετική άνεση με ανθρώπους που όριζαν πράγματα και πολιτικές σε υψηλό επίπεδο, τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας.
Αυτά σαν μια πρώτη περιγραφή για το ποιος, έκανε τι. Ο συγγραφέας δεν έχει κανένα πρόβλημα να χάσει σχεδόν αμέσως την συμπάθεια των ελληνοκεντρικών αναγνωστών του, γράφοντας: «Η Ελλάδα ήταν μια χώρα που από την είσοδό της στην Ε.Ο.Κ. στα τέλη της δεκαετίας του ’70 κυριολεκτικά ζούσε από τις γενναιόδωρες εισφορές της». (σ.20) Για να διερωτηθεί στην επόμενη αράδα: «Ποιο σκεπτικό θα μπορούσε να βρίσκεται πίσω από την απόφαση της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού να υποστηρίξει κάθε τι που η Δύση αποστρεφόταν;» Ας διερωτηθούμε κι εμείς με τη σειρά μας, αν έτσι περνά την εικόνα ενός λαού, ο οποίος δεν σέβεται το χέρι που, περίπου, χαριστικά, τον ταΐζει.
Ξεκινά την αντίθεσή του, για την ανερμήνευτη υποστήριξη του συνόλου σχεδόν του πολιτικού φάσματος προς το καθεστώς Μιλόσεβιτς, βρίσκοντας πολλά, είναι η αλήθεια στηρίγματα, για να εδραιώσει την άποψή του. Αντλεί επιχειρήματα από κάθε δυνατή πηγή, από τον μαρξιστή, όπως αναφέρει, ιστορικό Τομ Νερν (σ.31), τον καθηγητή Πασχάλη Κιτρομηλήδη (σ.32), τον πρώην Γάλλο πρόεδρο Ζακ Σιράκ (σ.46), τον αναλυτή Λεωνίδα Χατζηπροδρομίδη (σ.65), τον διαπρεπή Ζακ Αμαλρίκ (σ.79) ο οποίος ανάμεσα σε άλλα έθετε το ερώτημα «κατά πόσο θα μπορέσουμε ποτέ να συγχωρέσουμε τον Βαλερύ Ζισκάτ ντ’ Εστεν που έβαλε την Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα». Την Σαμπρίνα Ράμετ που ορίζει τη λειτουργία της ελληνικής εκκλησίας ως «προώθηση των εθνικών μυθολογιών και της συλλογικής αφοσίωσης». (σ.209). Τον πρώην υπουργό παιδείας Β. Κοντογιαννόπουλο που ισχυρίζεται ότι: «τα παρωχημένα ιδεολογικά αντανακλαστικά της αριστεράς συναντώνται με τα εθνικιστικά αντανακλαστικά της λαϊκής Δεξιάς σε ένα ακαριαίο και ισοπεδωτικό αντιαμερικανισμό που θέτει σε ομηρία την εξωτερική πολιτική της χώρας» (σ.242).
|
Read more...
|
Ας ξεκινήσουμε με ένα συμπέρασμα.
Όσοι επλήγησαν ή διαφωνούσαν με τα έργα και τις ημέρες της Ε.Ο. 17 Ν., θα συνεχίσουν θα διαφωνούν και μάλιστα περισσότερο οργισμένα. Όσοι ήταν αδιάφοροι απέναντι το θέμα, επίσης θα συνεχίσουν στον ίδιο δρόμο. Κι’ όσοι, τέλος, έβρισκαν τις ενέργειες της, θετικές ή χρήσιμες θα ενισχύσουν τις απόψεις τους.
Το πρώτο συμπέρασμα λοιπόν αφορά στο γεγονός, ότι αυτή η έκδοση, δεν πρόκειται να αλλάξει τις απόψεις κανενός.
Σαν δεύτερο, συμπέρασμα, ας θεωρήσουμε την πολεμική που ασκήθηκε τόσο στον συγγράψαντα όσο και στον εκδοτικό οίκο που το κυκλοφόρησε. Για να μπω στη διαδικασία να επισκεφτώ το κατάστημα Ιπποκράτους & Σόλωνος και να καταβάλλω το ποσόν των 15 €, προφανώς δεν συμφωνώ με αυτή την τοποθέτηση.
Σε πρώτο πρόσωπο υπερασπίζομαι την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και όσο πιο τερατώδεις θεωρούνται από την πλειοψηφία του πληθυσμού, τόσο ας τεθούν στο περιθώριο.
Εξ άλλου βαθιά στη πέμπτη δεκαετία της ζωής μου κρίνεται απίθανο να διολισθήσω σε παραβατικά αντικοινωνικές πράξεις. Επίσης, για όσους αγωνιούν ότι μπορεί να αποτελέσει διαβολική σπορά για τα τέκνα τους, ας είναι βέβαιοι ότι αν έχουν οι ίδιοι, ως γονείς, επιτελέσει με πληρότητα και σύνεση την αποστολή τους, δεν υπάρχει κανείς λόγος ανησυχίας.
Τέλος η κάθε καταγραφή που περιγράφει γεγονότα, συμπεριφορές, ειδικά από θέματα που εκ των πραγμάτων δεν μπορεί εύκολα να φτάσει ο ερευνητής, είναι χρήσιμη. Χρήσιμη σαν συμβολή στην οικουμενική αντίληψη των πεπραγμένων, της Ιστορίας.
Στο προκείμενο τώρα. Ο Δημήτρης Κουφοντίνας, ή «Αντώνης», ή «Λουκάς», ή «φαρμακοχέρης», κάνει ευθύς εξαρχής μια φανερή προσπάθεια να πείσει τον αναγνώστη για δύο θέματα.
Πρώτον, την συναισθηματική, άρα ανθρώπινη προσέγγιση των πολιτικών προβλημάτων – αδιεξόδων άρα και τη δικαιολόγηση του ένοπλου αγώνα, σε συνδυασμό (πάντα κατά την άποψή του) με την χρεωκοπία των νόμιμων μέσων. Δεύτερον την θεωρητική του μόρφωση, την ευρύτερη καλλιέργειά του, την πνευματική του πληρότητα μέσα από την οποία γεννήθηκε η πολιτική δράση.
Τούτη η προσπάθεια, γίνεται ευκολότερα αντιληπτή τόσο από τους συνομηλίκους του, που προφανώς τους συνδέει ο κοινός χρόνος, όσο και από τους πολιτικοποιημένους που τους συνδέει ο κοινός τόπος. Σε τίποτα αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει ταύτιση, συμφωνία ή εναντίωση. Σημαίνει ότι μπορούν να καταλάβουν πιο εύκολα. Ένας σημερινός απολιτικός 20χρονος, ή ένας εβδομηντάχρονος που ψήφιζε ΕΡΕ δεν θα έχει πολλά να κατανοήσει. Αν τώρα αυτές οι δύο συνιστώσες, του κοινού τόπου και χρόνου συναντώνται στο πρόσωπο του αναγνώστη, το ανάγνωσμα γίνεται πιο κατανοητό και σε κάποιες περιπτώσεις πιο αποδεκτό.
Πάμε τώρα στο περιεχόμενο.
|
Read more...
|

Ο συγγραφέας, στις περισσότερες, από τις 329, σελίδες του πονήματός του, περιγράφει σκηνές από τα Επίκαιρα που προβάλλονταν στις κινηματογραφικές αίθουσες πριν την κάθε παράσταση και αργότερα στο πρόγραμμα των κρατικών τηλεοπτικών καναλιών, την περίοδο της στρατιωτικής δικτατορίας.
Μιλώντας για Επίκαιρα, να πούμε για όσους δεν τα πρόλαβαν και να θυμίσουμε σε όσους τα αχνοθυμούνται, ότι ξεκινούσαν με εκείνες τις μαυρόασπρες εικόνες όπου κινούμενα κιονόκρανα χάνονται στο βάθος του πλάνου την ώρα που ανατέλλει περιστρεφόμενη η υδρόγειος και ταυτόχρονα αναδύονται οι λέξεις Ελληνικά Επίκαιρα.
Στις μέρες μας, σχεδόν πέντε δεκαετίες αργότερα, εκείνα τα φιλμάκια, αποτελούν πολύ χρήσιμα στοιχεία για τον μελετητή του παρελθόντος. Η έγγραφη περιγραφή όμως, ίσως φανεί κουραστική σε κάποιους, κυρίως σε νεότερους σε εκείνους που δεν έζησαν τα γεγονότα. Ενδεχομένως φανεί αδιάφορο και σε μερικούς που τα έζησαν.
|
Read more...
|
Γεννημένος τον μεσοπόλεμο ('37), γόνος εφοπλιστικής οικογένειας, μεγαλωμένος τα τρία πρώτα χρόνια της ζωής στη Σύρο, βρέθηκε, όταν ξέσπασε ο πόλεμος, μαζί με την οικογένεια του στην Αμερική.
Εκεί απόκτησε Δυτική παιδεία και Ελληνική κουλτούρα. Απ΄ όσο φαίνεται το πάντρεμα αυτών των δυο κόσμων, τον διακατέχει ακόμα. Eξακολουθεί να μοιράζει το χρόνο του ανάμεσα στη δυτική ακτή του Ατλαντικού και την προγονική του γη, τη Σύρο, από όπου υπόγραψε και το τελευταίο του πόνημα, με τον προαναφερθέντα τίτλο.
Έχουμε να κάνουμε με την καταγραφή ενός αληθινού περιστατικού, που λαμβάνει χώρα στις αρχές του Φθινοπώρου του '69. Ο συγγραφέας γνωρίζει, ερωτεύεται και νυμφεύεται την Μαρία Μυλωνά, θυγατέρα του Γιώργου Μυλωνά, νομικού, βουλευτή Ιωαννίνων, υφυπουργού Παιδείας & Προεδρίας στις κυβερνήσεις του “Κέντρου”. Όταν συμβαίνουν αυτά, ο Μυλωνάς έχει ήδη συλληφθεί από το δικτατορικό καθεστώς των Αθηνών και έχει εκτοπισθεί στην Αμοργό. Εκεί τον επισκέπτονται η θυγατέρα του και ο γαμπρός του και τότε στο μυαλό του Κουλουκουντή, διαποτισμένο από ιδανικά και επιθυμία για δράση, γεννάται η ιδέα της απόδρασης.
Υπάρχει παραδοξότητα ανάμεσα στην κοινωνική – οικονομική του θέση και στο τολμηρό εγχείρημα του. Το σχεδίασε όμως, το αποτόλμησε και το πέτυχε. Αυτήν ακριβώς, την ιστορία του σχεδιασμού και της εκτέλεσης της απόδρασης του πεθερού του, Γιώργου Μυλωνά, έρχεται, 43 χρόνια αργότερα, να μας αφηγηθεί με το τελευταίο του, μέχρι στιγμής, βιβλίο.
Από τις σελίδες του παρελαύνουν γνωστά τότε ονόματα της πολιτικής, που έμελλε αργότερα να γίνουν ακόμα γνωστότερα. Όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Κώστας Μητσοτάκης, η ο Μιχάλης Ράπτης γνωστότερος ως Μισέλ Πάμπλο, με τους οποίους συναντάται, συνομιλεί και ακολούθως περιγράφει το ρόλο τους στο δικό του εγχείρημα, αλλά ταυτόχρονα
|
Read more...
|
Με υπότιτλο «βιογραφική μυθιστορία» και με την υπόμνηση πως η έκδοση αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας ως προς την πλοκή του, η συγγραφέας αφηγείται τη ζωή της Λώρας Μάρξ. Η Λώρα υπήρξε το δεύτερο από τα έξι παιδιά του Γερμανού φιλόσοφου και της Βαρώνης Τζένυ φον Βεστφάλεν. Ήταν η μόνη μαζί με την Ελεονώρα που επέζησαν μέχρι τον θάνατο του πατέρα τους. Τα υπόλοιπα τέσσερα παιδιά, η πρωτότοκη Τζέννυ, το πρώτο αγόρι, Έντγκαρ, το δεύτερο, Γκίντο και η Φραντσέσκα, ο Κάρλ Μάρξ, τα είδε να πεθαίνουν από το 1850 έως το το 1883 πριν ο ίδιος εγκαταλείψει τα εγκόσμια. Δυο χρόνια πριν τον θάνατό του, ένοιωσε και τον πόνο από την απώλεια της συζύγου του, Τζένυ.
Η ζωή της οικογένειας υπήρξε περιπετειώδης, αντισυμβατική, με μεγάλα σκαμπανεβάσματα. Η συγγραφέας μας παρέχει ένα μεγάλο πλήθος πληροφοριών. Όπως επεξηγεί: «…το υλικό είναι αποτέλεσμα πολύχρονης έρευνας σε σχετική βιβλιογραφία όπως πολιτικά κείμενα, αλληλογραφία Μάρξ – Ένγκελς, βιογραφίες ιστορία τέχνης, λογοτεχνία εποχής καθώς και επισκέψεων σε τοποθεσίες που έδρασαν οι ήρωες.»
Στο τέλος του βιβλίου, ο αναγνώστης θα βρει τρεις ιδιαιτέρως χρήσιμες ενότητες για να κατανοήσει το πνεύμα της εποχής που αναφέρεται. Μικρές βιογραφίες μεγάλων προσωπικοτήτων, Χρονολόγιο και τους επεξηγηματικούς αστερίσκους με περισσότερα στοιχεία για κάποιες πληροφορίες που υπάρχουν στο κείμενο.
Μέσα από ένα φλας μπακ, ανεβοκατεβαίνει το χρόνο μας περιγράφει το άστατο της ζωής της οικογένειας Μάρξ, τη βαθιά σχέση με τον Ένγκελς που υπήρξε σοβαρό και μεγάλο οικονομικό στήριγμα της, τα αλλεπάλληλα βαριά χτυπήματα της τύχης με τους θανάτους των παιδιών (τέσσερα από τα έξι πέθαναν, όσο ζούσε ο Καρλ Μάρξ),
|
Read more...
|
Η σχέση είναι αμφίδρομη. Το έργο αναδεικνύει τον δημιουργό, όσο και ο δημιουργός το έργο. Ισχύει φυσικά και για τον Ηλία Καφάογλου που τέσσερα χρόνια μετά τον “Αυτοκίνητο κόσμο” επανέρχεται εποχούμενος και φουριόζος με το “Ελληνική αυτοκίνηση 1900 – 1940 άνθρωποι δρόμοι οχήματα αγώνες”.
Ευθύς εκ πρώτης στιγμής, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι ο δημιουργός αυτού του πονήματος των 609, απολύτως πυκνογραμμένων με ελάχιστο “αέρα” σελίδων, έχει τω όντι,πονέσει. Έχει κοπιάσει με την σύγχρονη εννοιολογία. Εν πρώτοις λοιπόν το μέγεθος. Είναι μια ογκώδης δουλειά, με ακόμα περισσότερη, πολυεπίπεδη έρευνα
Ακολούθως είναι μια τακτική εργασία. Εκκινεί με τα αρκτικόλεξα και ακρωνύμια που αναφέρονται και τα επεξηγεί. Συνεχίζει με τα “οφειλόμενα”, μια ευχαριστήρια, ευγενική κάρτα του συγγραφέα σε όσους τον βοήθησαν να ολοκληρώσει το έργο του.
Ακολουθεί η Εισαγωγή και τα 66 κεφάλαια, δηλαδή η ουσία, ή ψίχα, ο πλούτος της έκδοσης. Κι όμως δεν βρισκόμαστε παρά στα 2/3 του βιβλίου, διότι στη συνέχεια μας περιμένουν οι 63 σελίδες του επίμετρου με τρεις εξαίρετες εργασίες των Ταξ. Ανδριτσόπουλου, Νικ Ποριώτη, Τασ. Τσιπλάκου, οι οποίες με τη σειρά τους προηγούνται των εβδομήντα σελίδων που καλύπτουν επτά συνεντεύξεις με τους: Χρήστο “Μπούμπη” Βαλασόπουλο, Βασίλη Δεσποτόπουλο, Θόδωρο Καλαμίτση, Μανώλη & Παύλο Κοντέλλη, Γιώργο Ραπτόπουλο, Δημήτριο Σαρακάκη, Αλέξανδρο Τοπάλογλου.
Έτσι τακτικά, αλφαβητικά βαλμένες, γεμάτες αποκαλυπτικά, ενδιαφέροντα στοιχεία, που μέχρι πρότινος δεν ήταν κατατεθειμένα, αλλά κυρίως δεν ήταν συγκεντρωμένα. Τέλος, το φινάλε δίδεται μέσα από τις βιβλιογραφικές σημειώσεις, άλλες 60 πυκνογραμμένες σελίδες για τις οποίες, υποπτεύομαι πως ο Ηλίας είναι πολύ περήφανος και δικαίως. Κρύβουν, ή καλύτερα αποκαλύπτουν πολύ δουλειά και όσοι επιχείρησαν να ερευνήσουν κάτι μέσω βιβλιογραφίας το νιώθουν.
|
Read more...
|
Είχα τη χαρά να γνωρίσω το Ρένο Αποστολίδη ανήμερα του Αγίου Ανδρέα, 30 Νοεμβρίου του 2003, στο σπίτι του κοινού φίλου μας, Ανδρέα, τον οποίον πλειστάκις αναφέρει στο βιογραφικό “Ουλάν Μπατόρ”.
Κάποια χρόνια νωρίτερα είχα διαβάσει μια ειδική έκδοση περιοδικού αφιερωματική στον Μιλτιάδη Έβερτ. Ανάμεσα στα πάρα πολλά, που είχαν δημοσιευτεί όχι ιδιαιτέρως κολακευτικά για τον πρώην υπουργό, Δήμαρχο Αθηναίων, αρχηγό της Ν.Δ. και παρ' ολίγον πρωθυπουργό, είχε μείνει χαραγμένο στην μνήμη μου ένα περιστατικό, που αναφερόταν στα παιδικά χρόνια του. Η μητέρα του πολιτικού, έχει καλέσει τον Ρένο για ιδιαίτερα και μετά από λίγα μαθήματα, όπως κάθε γονιός ρώτησε το δάσκαλο για την πορεία του, για να λάβει την απάντηση: “Κυρία Έβερτ το παιδί δεν παίρνει μερεμέτι”.
Αφού λοιπόν μας σύστησαν, συζητήσαμε διάφορα, ακολούθως τον ρώτησα πόσο ακριβής ήταν εκείνη η περιγραφή για να λάβω την απάντηση ότι ήταν ακριβέστατη. Επεκτάθηκε βέβαια σε αρκετά άλλα, εξ' ίσου όχι και τόσο κολακευτικά για τον, τότε, ενεργό ακόμα, πολιτικά, Έβερτ.
Μου είχε κάνει εντύπωση, η διαύγεια του Ρένου, η ικανότητά του να θυμάται γεγονότα, ημερομηνίες, πρωταγωνιστές, παρά το γεγονός ότι ήταν, παρά τρείς μήνες, 79 ετών. Για την ευφράδειά του, την άνεση να γοητεύει τον συνομιλητή, ούτε λόγος.
Ατυχώς, εκείνη η πρώτη ήταν και η τελευταία φορά που βρεθήκαμε. Μόλις 110 μέρες αργότερα εγκατέλειψε τα εγκόσμια χτυπημένος από βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο, οκτώ μέρες αφού είχε διαβεί το κατώφλι για τα 80 χρόνια.
Σχεδόν μια δεκαετία αργότερα,
|
Read more...
|
Αδυνατώντας να θυμηθώ πως είχε βρεθεί στα χέρια μου, αυτή η έκδοση από την «Ποικίλη Στοά Λέσχη» του Απριλίου του ’89, πρόθυμα άρχιζα να τη διαβάζω αφού έσχιζα τις ενώσεις των σελίδων, μια παλιά εκδοτική συνήθεια, όλίγον επίπονη αν δεν διαβάζεις σε γραφείο.
Με παρουσίαση, μετάφραση, σημειώσεις και βιβλιογραφικό σημείωμα από τον Γ.Π. Σαββίδη, το μικρό διαστάσεων και λίγων σελίδων βιβλιαράκι, αποκτά άλλες διαστάσεις.
Ο Brague (1882 – 1963), όπως επεξηγεί ο μεταφραστής, δεν ήταν ο μόνος ζωγράφος που μας άφησε κείμενα αντάξια του εικαστικού έργου του, ενώ μας προϊδεάζει, πως δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε αυτούς τους γραπτούς στοχασμούς και στον προφορικό του λόγο όπως κατέγραψαν κατά καιρούς φίλοι και θαυμαστές του.
Διαχωρίζει μάλιστα πως διαφορά μορφής, ίσως και περιεχομένου υπάρχει, αλλά όχι ήθους, υπογραμμίζοντας έτσι την αυθεντικότητα του καλλιτέχνη. Επίσης κάνει έναν σαφή διαχωρισμό, από τα κείμενα του Γάλλου με τα «κοσμικά, μηχανικά ευφυολογήματα του Oscar Wilde ή και του George Bernard Shaw» .
Ο Brague άρχισε να καταγράφει τους στοχασμούς του, 35 χρονών, το 1917, στο διάστημα της ανάρρωσής του από βαρύ πολεμικό τραύμα στο κεφάλι. Στα επόμενα 38 χρόνια κατέγραψε συνολικά 179 πορίσματα εμπειρίας.
Ιδού λίγα από αυτά:
|
Read more...
|
|
|