E la nave va* – Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013. PDF Print E-mail

Ακούγεται κάπως ασυνήθιστο, έτσι εκτός εποχής, αρκετά κινηματογραφικό, σχεδόν σουρεαλιστικό. Τι μπορεί να σε κάνει στις μέρες μας να σταθείς στο λιμάνι μέχρι να χαθεί το είδωλο του βαποριού, όπου επιβιβάστηκε αγαπημένο σου πρόσωπο;

Πειραιάς, Τρίτη 07:30 το πρωί, προτελευταία ημέρα του Ιουλίου του 2013. Τέσσερα μεγάλα ποστάλια αναχωρούν λίγο πριν και λίγο μετά τις οκτώ, κατάφορτα, κατεβάζοντας οχήματα και κόσμο στο Αρχιπέλαγος. Εντάξει, μπορεί τα καταμαράν να είναι γρήγορα, να είναι ευρύχωρα, αλλά είναι και αρκετά αντιαισθητικά σε σύγκριση με την κλασσική φιγούρα του βαποριού. Υποπτεύομαι ότι το ίδιο μπορεί να έλεγαν όταν τα πρώτα ατμόπλοια συντόμευσαν τις θαλάσσιες οδούς που είχαν χαράξει τα ιστιοφόρα.Όπως το ίδιο καταθέτουν όσοι είναι συνηθισμένοι στα παλιά σκαριά και τους κάθονται άσχημα τα νεότερα, με τις βαρδιόλες να εξέχουν δυο μέτρα στον αέρα.

Στα εκδοτήρια πάσης φύσεως παρουσίες, ενώ τα ημίαιμα στο ντόκο βολεύονται ακόμα και με θαλασσινό νερό. Σαν λιμάνι, δύσκολο να κρατηθεί καθαρό. Η καθαρότητα είναι κάτι σαν το Σύνταγμα. Ειδικά στο άρθρο όπου αναφέρεται ότι η εφαρμογή του, επαφίεται στην πατριωτισμό των Ελλήνων. Προδικτατορικά ήταν το 114ο, εξ' ού και το περίφημο σύνθημα “ένα, ένα τέσσερα”. Στις μέρες αναγράφεται στην παράγραφο τέσσερα του 120ου (και τελευταίου) άρθρου. Έτσι ακριβώς συμβαίνει και με την καθαριότητα. Επαφίεται στον πολιτισμό των πολιτών.

Μιλώντας πάντως, για το Σύνταγμα και την Ελλάδα που γνωρίσαμε παιδιά, εμείς, οι γεννηθέντες τη δεκαετία του '50, δεν θα είναι υπερβολή αν διατυπώσουμε την άποψη ότι αργοπεθαίνει βασανιστικά ανάμεσα στις περήφανες πρωθυπουργικές εξαγγελίες για τη μείωση του Φ.Π.Α. στην εστίαση, τον παραλογισμό των κυβερνητικών αποφάσεων, την κοροϊδία του ότι δεν πρόκειται να ληφθούν νέα μέτρα, το γαϊτανάκι των μνημονίων και τελικά την απώλεια κάθε αξιοπρέπειας.

Βεβαίως υπάρχει και η άλλη άποψη. Ότι ο τόπος έχει μπει πλέον δυναμικά στο ευρωπαϊκό μονοπάτι, ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι οδυνηρές αλλά απαραίτητες, ότι στο τέλος του τούνελ μας περιμένει ένα λαμπρό αύριο, ότι η ανάπτυξη οσονούπω αφικνύεται.

Όπως και να έχει, είναι πράγματι περίεργο γιατί κάτω από αυτές τις συνθήκες, μπορεί κάποιος να επιθυμεί να είναι τμήμα της εξουσίας. Αν εξαιρεθούν η δικαιολογία της αγάπης προς την πατρίδα και η επιθυμία προσφοράς για το καλό του τόπου, ως προφανώς παρελκυστικές, δεν περισσεύουν άλλες.

Μολοντούτο η ζωή συνεχίζεται. Τα νησιά του Αιγαίου απορροφούν ένα μεγάλο πλήθος τουριστών. Τα ποστάλια ανεβοκατεβαίνουν συναγωνιζόμενα πιο θα φορτώσει, θα ταξιδέψει, θα ξεφορτώσει πιο γρήγορα, πιο αποτελεσματικά. Το τίμημα για το αγώι είναι πολλαπλάσιο από εκείνο του παρελθόντος. “Μα η τιμή των καυσίμων είναι πολύ υψηλότερη και τα βαπόρια είναι γρήγορα, καλύτερα, καθαρότερα” θα αντιτάξει η άλλη πλευρά. Μπορεί να είναι και έτσι και όσο γεμίζουν τα δρομολόγια, έτσι θα είναι.

Αυτά σκεφτόμουν καθώς η αγαπημένη μου φιγούρα χανόταν από το πρυμιό, γινόταν κουκκίδα μη αναγνωρίσιμη, και λίγες στιγμές αργότερα η μπούκα του λιμανιού εξαφάνιζε ολάκερο το ποστάλι από το οπτικό μου πεδίο.

Αυτά σκεφτόμουν, σαν ένα κακέκτυπο του Orlando** για ένα βαπόρι που δεν είναι ούτε γρήγορο, ούτε καθαρό, ούτε αξιόπλοο, ούτε κατευθύνεται εκεί που πρέπει.


*...και το πλοίο φεύγει. Ταινία του Federico Fellini (1983)

** Κινηματογραφική περσόνα, του Fellini, δημοσιογράφος στην ίδια ταινία. Έναν ρόλο που υποδύεται ο ηθοποιός Freddy Jones


για κάτι προ διετίας παρεμφερές (κλικ) και εδώ: Σκέψεις μπροστά στον καταπέλτη. (27.07.2011)