Η αυλή των θαυμάτων (Ιακ. Καμπανέλλης) (21.01.2012) |
- "Να γράψω έργα με όσο το δυνατόν γνησιότερη την προέλευσή τους από τον τόπο μας". Αυτή ήταν η απάντηση του Ιάκωβου Καμπανέλλη στο ερώτημα, τι θα ήθελε σαν συγγραφέας. Το πράττει και στην “Aυλή των θαυμάτων” όπου πραγματεύεται με ρεαλισμό και τέχνη τα τεκταινόμενα σε μια αθηναϊκή αυλή της δεκαετίας του '50.
Οι πρεσβύτεροι θα θυμούνται τέτοιες μορφές διαβίωσης. Ο προπάτορας τις αποκαλούσε “Αββησυνίες”, υποπτεύομαι διότι του θύμιζαν την ομώνυμη πλατεία στο Μοναστηράκι. Εκείνες οι αυλές φιλοξενούσαν πολίτες, λαϊκούς, με δηλωμένη την οικονομική ανέχεια, με ελάχιστους πόρους και ακόμα λιγότερες προοπτικές. Με την ραγδαία οικοδόμηση του λεκανοπεδίου, οι αυλές έβαιναν ολοένα μειούμενες και με την είσοδο στην δεκαετία του '70 εξαλείφθηκαν, πέρασαν στην ιστορία. Περισσότερο από μισό αιώνα μετά την πρώτη παράσταση, κάτι λιγότερο από ένα έτος μετά από το φυσικό τέλος του συγγραφέα, το έργο παραμένει ενδιαφέρον, ζωντανό και ατυχώς επίκαιρο. Με πρωταγωνίστρια της καθημερινότητας μας, την οικονομική ύφεση, τη δυσπραγία και τα αδιέξοδα να χαράζουν έντονα τεράστια τμήματα του πληθυσμού, τα μηνύματα της αυλής των θαυμάτων γίνονται πάλι επίκαιρα. Σε αυτή την εικόνα συντείνει και ο ίδιος ο Κακλέας που επιμελήθηκε στην τρέχουσα παράσταση του “Εθνικού”. Δεν ωραιοποιεί, δεν χαρίζεται, δεν νοσταλγεί. Φτιάχνει μια παράσταση σκληρή, αλλά αληθινή. Παρά τους γέλωτες που σποραδικά ακούγονται από τους θεατές, στα “ελαφρά” εδάφια, το κυρίαρχο μήνυμα παραμένει βαρύ, απαισιόδοξο, σκοτεινό. Η ίδια η ανέχεια προσθέτει το μεγαλύτερο ίσως εμπόδιο στην συμφιλιώση, στην πραγματική αλλυλεγγύη των ψυχών που συζούν στην αυλή. Δημιουργεί χάσματα, αφαιρεί όνειρα, προσθέτει συγκρούσεις. Στο μωσαϊκό των ηλικιών, των προελεύσεων, των ιδιοτήτων των πρωταγωνιστών, ο Ιορδάνης γέρων πια, δεν μπορεί να ξεχάσει την πατρίδα του, από όπου ξεριζώθηκε το '22, ακόμα κι' αν έχουν κυλήσει 35 χρόνια. Στον ηλικαικό αντίποδα, η νέα γενιά καταλαβαίνοντας ότι ζεί χωρίς προοπτικές φεύγει για την Αυστραλία. Ακόμα και εκεί όμως υπάρχει αναποδιά, ανατροπή, απώλεια. Το τελικό χτύπημα έρχεται με την εκδίωξή τους. Το τέρας της πρωτεύουσας, αχόρταγο για χώρους, θα καταβροχθίσει και την μικρή αυλή. Η στρατιά των εργολάβων, των οικοδόμων αλλά και η βία της εξουσίας με τη στολή της αστυνομίας θα αναλάβει το έργο της απομάκρυνσης. Οι ήρωες για μια ακόμα φορά πρέπει να φύγουν. Να αντιμετωπίσουν τον ξεριζωμό, το άδηλο. Τα σκηνικά, οι φωτισμοί βοηθούν την παράσταση, δημιουργούν κλίμα.Τα κοστούμια, οι εξοπλισμοί παραπέμπουν σε σύγχρονη εποχή και όχι σε εκείνη που γράφτηκε το έργο, που πρωτοανέβηκε η παράσταση. Το πρώτο μέρος πιο επίπεδο, πιο προβλέψιμο με τους πρωταγωνιστές σε πιο απλοϊκές ερμηνείες, προετοιμάζει το έδαφος για το δεύτερο όπου όλα κορυφώνονται. Στο τελικό συμπέρασμα, μέσα στην απογοήτευση και το διαχωρισμό που φέρνει το συρματόπλεγμα τους εργοτάξιου που κατεβαίνει, καθώς καταπίνει την μικρή αυλή, κάποιοι θα κρατήσουν το μήνυμα που πλανιέται. Δεν θα φύγουμε από τον ευρύτερο τόπο. Θα πολεμήσουμε να κρατηθούμε...
Διανομή:
|