Soundtrack to a Coup d'Etat - (Κυριακή 26 Απριλίου 2025) PDF Print E-mail

Θες και δεν θες, αλλά πρέπει να το δεις. Δεν θες διότι λίγο ή πολύ γνωρίζεις τι έχει συμβεί και καθώς το τέλος δεν είναι καθόλου αίσιο, για την ακρίβεια πρόκειται περί συντριβής, θες να το αποφύγεις. Από την άλλη όμως θες, διότι στα ενδιάμεσα τμήματα υπάρχουν τέτοιες στιγμές ανάτασης, ελπίδας και ηρωισμού, που αν μη τι άλλο αποτελούν υποθήκη, υπόσχεση για το όποιο μέλλον, όχι ως συνταγή επιτυχίας, αλλά ως ένδειξη ζωντάνιας, αντίστασης, απείθειας σε κάθε είδος καταπίεσης. Τέλος, πρέπει να το δεις διότι αποτελεί μια ιστορία που πρέπει να λέγεται, να ακούγεται και να παραμείνει ζωντανή.

Ο τολμηρός, διεισδυτικός Βέλγος Johan Grimonprez, συνθέτει το ντοκυμαντέρ με πρωτότυπο, καταιγιστικό, μουσικά θορυβώδη και συχνά με ευμενώς αποδεκτό οχληρό τρόπο ώστε να διηγηθεί αυτή το κομμάτι ντροπής του δυτικού πολιτισμού, τούτο το μνημείο βίας του ισχυρού έναντι στον ανίσχυρο, την έσχατη, ξεδιάντροπη περίπτωση ακραίας εκμετάλλευσης.

Η αφήγηση της υπόθεσης αναμιγνύεται με τις δημιουργίες σημαντικών εκπροσώπων της τζαζ, καθώς τζαζ και αποαποικιοποίηση συνυφαίνονται σε αυτό το ίσως ξεχασμένο επεισόδιο του Ψυχρού Πολέμου, όπου σπουδαίοι μουσικοί ανέβηκαν άθελά τους στην πολιτική σκηνή και καταπιεσμένοι πολιτικοί ύψωσαν τις φωνές τους ως κορυφαίοι ερμηνευτές.

Όπως ο Λιούις Άρμστρονγκ που, χωρίς να το θέλει, χωρίς να το αντιληφθεί, μετετράπη σε αποπροσανατολιστικό στοιχείο για να αποσπάσει την προσοχή από το πρώτο μετα-αποικιακό πραξικόπημα της Αφρικής, που οδήγησε στη δολοφονία του πρώτου δημοκρατικά εκλεγμένου ηγέτη του Κονγκό.

Στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, ο Μάλκολμ Χ υποστήριξε ανοιχτά τον Λουμούμπα και τις προσπάθειές του να δημιουργήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αφρικής. Ταυτόχρονα δε, αναδιατύπωσε τον αγώνα για την ελευθερία των Αφροαμερικανών ως αγώνα όχι για τα πολιτικά αλλά για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με στόχο να φέρει την υπόθεσή ενώπιον του Ο.Η.Ε.

Πλην όμως τότε ο Ο.Η.Ε. χειραγωγείται και χρησιμοποιείται προς οφέλη του βασιλείου του Βελγίου και των Η.Π.Α. Υπό αυτές τις συνθήκες η εξέλιξη είχε προδιαγραφεί. Ο πρώην ταχυδρομικός υπάλληλος και εκλεγμένος πρωθυπουργός του Κονγκό, Πατρίς Λουμούμπα, προσωπικότητα συμπαθής, προσηνής, ευγενική που, σε αντίθεση με τον Βέλγο μονάρχη, γεμίζει κάθε κινηματογραφικό πλάνο της εποχής,  δολοφονείται στα 36 του και μετατρέπεται σε σύμβολο του αλυτρωτισμού της μαύρης ηπείρου.

Τέσσερα χρόνια με τη δολοφονία του Λουμούμπα, ο πρώην παραβατικός και γεμάτος από φλογερό αντιρατσιστικό μένος, πολιτικός ακτιβιστής Μάλκολμ Χ, ο κατά την Le Monde «Μαύρος Σπάρτακος», δολοφονείται στο Μανχάταν, τρείς μήνες πριν τα 40 του από τους πρώην συντρόφους του, τού «Έθνους του Ισλάμ». Είχε, μέχρι τότε, αναγκαστεί  να περπατήσει περιπετειωδώς πάνω σε ιδεολογικά δύσβατα μονοπάτια.

Όταν όλοι οι κακοποιημένοι, εκείνοι που βλέπουν τον πλούτο της πατρίδας τους να φεύγει μακριά, τις συνθήκες διαβίωσης να είναι άθλιες και τη φτώχεια να πρυτανεύει αντιδράσουν, μετατρέπονται από τις αρχές σε τρομοκράτες, ακολούθως σε στόχους με το φυσικό τους τέλος να είναι προδιαγεγραμμένο.

Μα μην λησμονηθεί η δράση της Αντρέ Μπλουέν. Τα δυτικά μέσα ενημέρωσης την σταύρωσαν με ολότελα ψευδείς χαρακτηρισμούς, όπως «τυχοδιώκτρια στην υπηρεσία του κομμουνισμού» ή ότι «δίδασκε στις γυναίκες να επαναστατούν ενάντια στους συζύγους και τα σπίτια τους». Τόσο πολύ είχε ενοχλήσει η δυναμική της παρουσία δίπλα στον Λουμούμπα, ώστε μόλις δολοφονήθηκε ο εκλεγείς πρωθυπουργός του Κογκό, η Μπλουέν αναγκάστηκε εκβιαζόμενη να εγκαταλείψει την χώρα γνωρίζοντας ότι αργά ή γρήγορα θα είχε την ίδια τύχη.

Τα 24 τρις δολ. του ορυκτού πλούτου του Κονγκό ήταν πάρα πολλά για να αφήσουν στους ντόπιους τη διαχείρισή τους. Τα απαστράπτοντα αγαθά της δύσης, η αθεράπευτη δίψα για κατανάλωση, οι νέες τεχνολογίες, οι ηλεκτρικές συσκευές με ρόδες χαρακτηρίζονται από μια αχαλίνωτη επιθυμία για πρώτες ύλες που, ατυχώς, βρίσκονται αλλού.

Κάπως έτσι από την απαρχή της αποαποικιοποίησης, η κυριαρχία των ισχυρών παραμένει αμετακίνητη, ατσαλάκωτη και 60 χρόνια μετά εκατομμύρια κάτοικοι πλούσιων χωρών επιζούν δίχως βασικά αγαθά, αμόρφωτοι, πεινασμένοι.