Κάπως έτσι – (Παρασκευή 31 Μαΐου 2024) |
Παραμονές Ευρωεκλογών, με τον προεκλογικό αγώνα να οδεύει προς την κορύφωσή του, όπου παρά τις προσπάθειες των κομμάτων προς έλξη του εκλογικού σώματος, ο νικητής, σε τούτη την γλυκιά εποχή του τέλους της άνοιξης, θα είναι η αποχή. Το ιδεολόγημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, όπως όσοι το θυμούνται τέτοια πάλι εποχή το 1979, όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής υπέγραψε στο Ζάππειο τη συνθήκη προσχώρησης της ημετέρας πατρίδος, έχει αλλοιωθεί. Όσο λαμπερό αμπαλάζ και αν του φορέσουν, το περιεχόμενο παραμένει ανέτοιμο, άτολμο και μακριά από εμπνευσμένο, προκειμένου να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα, για να τεθεί έτσι πολύ διακριτικά.
Πλην όμως το αντικείμενο του παρόντος σημειώματος δεν είναι οι λόγοι της αποχής και η κριτική των πεπραγμένων ή μη της Ε.Ε. Οι επόμενες αράδες θα ασχοληθούν με άλλα, λεπτότερα θεάματα. Με τα αθλητικά, όπου σε μια εβδομάδα μεγάλης δραστηριότητας και αντίστοιχης προβολής συνέβησαν σπάνιοι θρίαμβοι. Συνοικιακή πιτσαρία, έναντι ιερού ναού υπερπλήρης με τα τραπέζια στραμμένα στις τέσσερις οθόνες για τα ημιτελικά του Φ4 από το Βερολίνο. Αυτό το συνοικιακή, μπορεί να δυσαρεστήσει μερικούς αλλά ο χαρακτηρισμός βου. που. ως προς το γεωγραφικό προσδιορισμό είναι, μάλλον, λίγο πιο ξινός. Έχω χάσει το πρώτο παιχνίδι ένεκα υποχρεώσεων, περίπατο μου είπαν έκανε ο βάζελος με τους αλλόθρησκους από την Ανατολή που μας φορτώνονται στην πολιτισμένη μας ήπειρο, και μπράβο του και να το τζαμπ ολ του γάβρου, το οποίον παιχνίδι στραβώνει αμέσως. Μια πιτσιρικοπαρέα εμπρός μας μαζεύεται γρήγορα μετά τους πρώτους πανηγυρισμός, για το τριποντάκι του Πήτερς. Έτσι συντονίζεται στην μανιέρα του οπαδού που πρωτοθυμάμαι από την εποχή Αρακέν Ντε Μέλο. Όπου όταν έκανε κάτι περίτεχνο η κραυγή ήτο: «Να μου ζήσεις αράπακλα μου» συνοδευομένη με άλλα υπερθετικά περί μεγέθους λήγοντα σε αρά κλπ, αλλά μόλις το επόμενο λεπτό του έφευγε κανά κοντρόλ, ή ο αμυντικός του έπαιρνε το τόπι, άκουγες την ίδια φωνή: «Φτου σου ρε ξεφτίλα, σκούρε» ή κάτι παρόμοιο, συνοδευόμενο με δυο ανοιχτές παλάμες. Έχει ένα ιστορικό ενδιαφέρον η άποψη ότι εμείς οι Έλληνες δεν ήμεθα ρατσισταί. Πως να ήμαστε; Αφού για πρώτη φορά οι οφθαλμοί μας αντίκρισαν μαύρους όταν ήρθαν οι Σενεγαλέζοι του στρατηγού Σαράιγ στη Θεσσαλονίκη. Η δε θεωρία, περί του μη φυλετισμού μας σκάλωσε άσχημα, επτά χρόνια αργότερα όταν ήρθαν οι ομόγλωσσοι, ομόθρησκοι πρόσφυγες από την Ιωνία, ως πεταμένα απόβλητα της ιστορίας έχοντας απολέσει τα πάντα μέσα με μια νύχτα και εβαπτίσθησαν παρ' ήμιν «τουρκόσποροι». Τέλος πάντων, κάτι η κούραση, κάτι το αναπόφευκτο της ήττας, στο ημιχρόνιο αποχώρησα. Η υπόλοιπη παρέα είδε τη τσόντα έως τέλους, άλλοι βυθιζόμενοι εις κατάθλιψη νούμερο τρίο, λίγοι ολίγον επιχαίροντες για το διασυρμό. Υπόψιν ότι αποχώρησα νηστικός. Διακόσια πενήντα τεμάχια έψησε ο μάστορας και κάποτε τέλειωσαν τα υλικά του. Επόμενη μέρα Σαββατάκι και κακοποίηση του αθλήματος του ποδοσφαίρου εις μαγευτικήν πρωτεύουσαν Μαγνησίας. Εικοσιδύο παίκται του ιστορικού Άρεως Θεσσαλονίκης και του ιστορικότερου Παναθηναϊκού διεκδίκησαν το κύπελλον Ελλάδος με άδειες κερκίδες, σε ένα απογοητευτικό θέαμα στη θεωρητικά εορτή του ποδοσφαίρου. Στο τέλος κάτι μαντράχαλοι την έπεσαν στην Στεφανί, την αλλοδαπή διατήτρια του αγώνος, άλλη καινοτομία αυτή, του τύπου: «Τα οπίσθιά μας βρακί δεν έχουν, η πούλη μας λουλούδια γυρεύει». Η Κυριακή ξημέρωσε, ως συνήθως, κολυμπώντας στην αδιαπέραστη χλιδή του πριγκιπάτου του Μόντε Κάρλο. Λίγες ώρες αργότερα παρακολουθούσα αυτόν τον άνετο μεν, νάρκισσο δε, αλλά σπεσιαλίστα σε αυτό που κάνει,τον Ουίλυ Μπάξτον ο οποίος έλεγε με τέχνη και ακρίβεια το ποίημα του ελισσόμενος ανάμεσα στο πυκνό πλήθος που συρρέει στα γκριντ χωρίς να έχει καμιά δουλειά, πέραν από την όποια αμφιλεγόμενη προστιθέμενη αξία που φέρνουν οι κάθε είδους σελέμπριτις στις εκκινήσεις των γκραν πρι. Ακολούθως, ο Αλεξ Ζακ, οΤ ζόλιαν Πάλμερ, και ασφαλώς ο Ντι Σι, πήραν την τηλεοπτική σκυτάλη φορτώνοντας με πληροφορίες, με μεστά σχόλια τον τηλεθεατή. Κι όταν τέλειωσε αυτό το 81ο γκραν πρι του πριγκιπάτου, που η ιστορία του ξεκινά το 1929, τη χρονιά που γεννήθηκε ο Μ.Λ. Κίνγκ και η Άννα Φρανκ, υπήρξε μια συγκίνηση. Ήταν η στιγμή που ο μικρός πρίγκιπας μεγάλωσε. Το παιδί που έβλεπε στην πόλη του, τους άλλους να τρέχουν, να διακρίνονται, να λάμπουν και στα πιο απόμακρα όνειρα του ήθελε να κάνει το ίδιο, ο έφηβος που έχασε τον πατέρα στα 17 του, είχε πια κάθε δικαίωμα να έχει στα μάτια του την ίδια σχεδόν απόχρωση με την κόκκινη φόρμα του. Οι αγκαλιές και οι δημόσιες διαχύσεις με τον εστεμμένο πρίγκιπά του ήταν αναμενόμενες. Ακόμα και το χειλάκι της μελαγχολικής πριγκίπισσας χαμογέλασε, σε ένα πόντιουμ πιο εύθυμο από ποτέ εκεί, αναμενόμενο εξάλλου αφού στο πιο ψηλό σκαλί ήταν γηγενής. Πιο ενθουσιώδης όλων, ο Αντρέα Κασιράγκι. Αναμενόμενη επίσης και η σύγχυση, ως μου μετεφέρθη, του Έλληνος σχολιαστού περί του αξιώματος του Αλβέρτου, όπου αστόχησε ο σχολιαστής, και ως προς το όνομα και ως προς τον τίτλο, πολλάκις. Η προεδρία του Μότοσπορτ Γκρης απαιτεί τέτοιες ακριβώς προσωπικότητες, με γνώσεις, χωρίς έπαρση. Όχι το αντίστροφο. Για μην θυμηθώ και το άλλο του μαργαριτάρι. Η γη της Ευαγγελίας, ή χαράς Ευαγγελία, αλήθεια πως το είχε πει, αμόνγκ άδερς, ο μπαγάσας; Κυριακή απογευματάκι, κάνω σκιπ το παιχνίδι του γάβρου, που έκανε το σωστό και άφησε τους εξ ανατολών στη θέση τέσσαρο, και για τον τελικό στην ίδια πιτσαρία, με την ίδια πυκνότητα θεατών - πελατών. Η προσωπική μου δε εκτίμηση προ του τζαμπ ολ, ήταν αξιοπρεπής ήττα. Πας, παίζεις, χάνεις αλλά δεν διαλύεσαι, δεν εκτίθεσαι. Κι εκεί στις αρχές της περιόδου βου πήγα να σηκωθώ, να πάρω το κράνος και να πω καληνύχτα στην ομήγυρη, γιατί το παιχνίδι πήγαινε στραβά. Συνεκρατήθην όμως. Και να που τα πράγματα ήρθαν αλλιώς. Η Βασίλισσα γνώρισε τη δεύτερη ήττα στη σεζόν από το τριφύλλι, που εξάστερο πήγε στην αρένα του Βερολίνου, επτάστερο επέστρεψε, ενώ κάποιοι κακεντρεχείς θα πουν λεπτάστερο, αλλά έτσι ακριβώς δρουν όλες οι ομάδες - επιχειρήσεις που στοχεύουν σε τίτλους. Και όσο πιο υψηλό είναι το επίπεδο, τόσο πιο ισχυρή οικονομική πολιτική απαιτείται. Αν έχουν οικονομική δύναμη πολλαπλασιάζουν τις πιθανότητες διάκρισης, αν όχι κοιτούν χαμηλά. Υπάρχουν βέβαια και οι εξαιρέσεις. Πως ας πούμε η Γιουνάιτεντ κατενίκησε φέτο(ς) τη Σίτυ στο κύπελλο. Γιουνάι που ‘λεγε και ο σχωρεμένος ο Αλέφας. Ας μου επιτραπεί όμως να βάνω έτσι ένα κοινωνικό πρόσημο στο πάνδημο του ενθουσιασμού και στο φαινόμενο της λαϊκής υποδοχής του επτάστερου εις τα πάτρια εδάφη με μια σκέψη. Μπορώ, λοιπόν, να κατανοήσω τη χαρά των οπαδών για τη νίκη μιας ελληνικής ομάδος εις τας Ευρώπας, άσχετο αν δεν έχει Έλληνα προπονητή και οι αλλοδαποί παίκται που ηγωνίσθησαν εις τον τελικόν είναι περισσότεροι από τους ημεδαπούς, έστω λοιπόν έτσι αλλά οι χιλιάδες των παρόντων σε αεροπουέρτο και Ο.Α.Κ.Α. μέρα και ώρες εργάσιμες είναι κάτι που γεννά ερωτήματα. Και αν τέλος πάντων δικαιολογείται αυτή η κινητοποίηση για τέτοιου είδους θέματα, προφανώς σημαίνει όλα τα άλλα είναι στρωμένα. Διακριτικά το θέτω, διότι δεν εμπίπτω εις την κατηγορίαν των επαναστατών που με θρασύτητα έχουν καταθέσει πως: «η θρησκεία είναι το όπιο των λαών», όπου η λέξη θρησκεία μπορεί να αντικατασταθεί με οτιδήποτε πιο σύγχρονο, ή ότι «ο αθλητισμός είναι πόλεμος δίχως όπλα», το οποίον καταφανώς λανθάνει. Προχείρως να θυμίσω Χέυζελ, Χίλσμπορο, Λαύριο, Άλκης, Ρέντης, και η λίστα είναι μακρά, αν όχι ατελείωτη. Επιπροσθέτως να αναφερθεί και το ντοκυμαντέρ "The Final. Attack on Wembley" το οποίο αναφέρεται στη βαρβαρότητα που κυριάρχησε στον τελικό του Γιούρο 2020, που λόγω της πανδημίας πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2021. Επί μία ώρα και 20 λεπτά, αλλεπάλληλα πλάνα εκθέτουν το ανθρώπινο είδος που βυθίζεται σε ένα όργιο βίας άνευ αντικειμένου, υπό την επήρεια τόνων αλκοόλ και όχι μόνο. Τέλος πάντων περασμένο αλλά όχι ξεχασμένο, όπως αξέχαστο θα παραμείνει ότι συνέβη μετά το μεσονύκτιο της 29ης προς την 30ή Μαίου στα (και όχι στη) Νέα Φιλαδέλφεια. Ήταν μεγάλη υπόθεση. Δεν χωρά καμιά αμφιβολία. Ο Olympiacos F.C. είχε γίνει η πρώτη Ελληνική ομάδα, με τρεις Έλληνες στην ενδεκάδα του τελικού και Ισπανό μάνατζερ στον πάγκο που κατακτούσε ευρωπαϊκό τίτλο. Η Τετάρτη θα ξημέρωνε βαμμένη ερυθρόλευκα. Το πάθος ξεχείλιζε στο Πασαλιμάνι, τα Ταμπούρια, τα Καμίνια, τον Άγιο Νείλο, σε όλον τον βαθύ Πειραιά αλλά και σε κάθε άκρη της επικρατείας. Δικαιολογημένο. Θα μπορούσε άραγε κάποιος να αναρωτηθεί αν όλη αυτή η ενέργεια διοχετευόταν αλλού, κατά πόσο θα άλλαζε, επί τω βελτίω, την καθημερινότητα των χιλιάδων που ξενύχτισαν πανηγυρίζοντας; Κάπως έτσι έχουν τα πράγματα, κάπως έτσι έχουν και όσα ερωτήματα που δεν μπορούν απαντηθούν.
|