Oι von Brauhitsch (θείος & ανιψιός) – (Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2021) PDF Print E-mail

Το ξημέρωμα της Παρασκευής πρώτης Σεπτεμβρίου του 1939 οι δυνάμεις του Γερμανικού στρατού  προέλαυναν στα Πολωνικά εδάφη, μετά από ένα στημένο επεισόδιο από τα SS, που η Γερμανία χρησιμοποίησε ως αφορμή και άλλοθι για την εισβολή στην γειτονική της Πολωνία.

Έτσι ξεκινούσε η μεγαλύτερη πολεμική εμπλοκή της ανθρωπότητας, ο δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Τα σχέδια της εισβολής είχε εγκρίνει ο Ανώτατος Διοικητής του Γερμανικού στρατού, Walther Von Brauhitsch, στρατιωτικός καριέρας, καταγόμενος από πρωσική οικογένεια με μεγάλη στρατιωτική παράδοση. Ο ίδιος θα είχε αργότερα την τελική επιμέλεια  των σχεδίων για την εισβολή στη Βαλκανική χερσόνησο και την καθυπόταξη της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας (επιχείρηση Marita).

Walter von Brauhitsh.                                                                                                                          .Manfred von Brauhitsh

Την ώρα που ο Walther ήταν σκυμμένος πάνω στους επιτελικούς του χάρτες, μαθαίνοντας τις εξελίξεις της σύγκρουσης, ο ανιψιός του  Manfred von Brauhitsch, βρισκόταν στο Βελιγράδι για τον έναν και μοναδικό αγώνα Grand Prix που διοργανώθηκε στο τότε βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας.

Ο διεθνής αγώνας,  διοργανώθηκε στο πάρκο  Kalemegdan την Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου 1939 και αποτελούσε την κορυφαία εκδήλωση στο πλαίσιο των εορτασμών των δεκάτων έκτων  γενεθλίων του βασιλιά της Γιουγκοσλαβίας, Πέτρου Β ', στις 6 Σεπτεμβρίου. Διοργανώθηκε από το Automobile Club του Βασιλείου της Γιουγκοσλαβίας, ενώ ήταν υπό την αιγίδα της βασιλομήτορος Μαρίας. Μιας γυναίκας παθιασμένης για την αυτοκίνηση, που συχνά να οδηγούσε τη Rolls-Royce της στο Βελιγράδι κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Σταμάτησε να οδηγεί, όταν ο σύζυγός της, βασιλιάς Αλέξανδρος ο πρώτος της Γιουγκοσλαβίας δολοφονήθηκε μέσα στο αυτοκίνητο, κατά τη διάρκεια επίσημης επίσκεψής του τον Οκτώβριο του 1934 στη Μασσαλία.

Το Βελιγράδι εκείνη την εποχή, είχε πληθυσμό 360.000 και για τον αγώνα είχαν προσέλθει 100.000 θεατές, καθώς οι διοργανωτές είχαν προβεί σε μια τεράστια προβολή, μειώνοντας ακόμα και την τιμή των σιδηροδρομικών εισιτηρίων. Κερκίδες κατασκευάστηκαν, σχεδόν στο μήκος ολόκληρης διαδρομής της μικρής (2,7 χλμ.) πίστας. Τα εισιτήρια για του καθήμενους θεατές ήταν 10 φορές ακριβότερα από αυτά των ορθίων. Καθώς οι κατασκευές έγιναν  βιαστικά, για να πεισθεί το κοινό ότι ήταν ασφαλείς οι κερκίδες, οι διοργανωτές κάλεσαν εκατοντάδες στρατιώτες που τις δοκίμασαν.

Οι συμμετέχοντες άρχισαν να φθάνουν από τα τέλη του Αυγούστου. Οι πλέον γνωστοί και δημοφιλείς ήταν οι Hermann Lang και Manfred von Brauchitsch οδηγοί της Mercedes-Benz και οι  Tazio Nuvolari και Hermann Paul Müller της Auto-Union. Έφτασαν επίσης γαλλικές και ουγγρικές ομάδες, αλλά η υπεροχή των δύο γερμανικών  ομάδων ήταν δεδομένη. Πλήγμα για τον αγώνα, το γεγονός ότι οι οδηγοί από το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έφτασαν λόγω ανησυχιών για την ασφάλεια τους, ενώ λόγω της απαγόρευσης εξόδου από την Ιταλία, απουσίαζαν οι ομάδες της Alfa Romeo και της Maserati.

Κατά τη δεύτερη περίοδο δοκιμών, την Παρασκευή πρώτη  Σεπτεμβρίου 1939, μόλις έφτασαν στο Βελιγράδι οι ειδήσεις της Γερμανικής επίθεση στην Πολωνία, Γάλλοι και Ούγγροι οδηγοί αποχώρησαν, ενώ οι γερμανικές ομάδες συνέχισαν σαν να μην είχε συμβεί κάτι ιδιαίτερο.

Το πλήθος συγκεντρώθηκε από νωρίς το πρωί στους χώρους της πίστας την Κυριακή στις 3 Σεπτεμβρίου. Οι αστυνομικοί απομάκρυναν τους ανθρώπους από τους δρόμους, ενώ συχνές επιθεωρήσεις έλεγχαν την ποιότητα και τις τιμές, των  τροφίμων και ποτών. Το πρόγραμμα περιλάμβανε τέσσερις αγώνες αυτοκινήτων και τρεις μοτοσυκλετών.

Στη  διάρκεια των προκαταρτικών αγώνων, έγινε γνωστό ότι το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία κήρυξαν πόλεμο στη Γερμανία, ακολουθώντας τις συμμαχικές δεσμεύσεις τους απέναντι στην Πολωνία. Ο Alfred Neubauer, διευθυντής της ομάδας της Mercedes - Benz, αφού συνεννοήθηκε με την Γερμανική πρεσβεία του Βελιγραδίου, συνέστησε στους οδηγούς του να χαλαρώσουν και να συνεχίσουν τις προετοιμασίες για τον αγώνα.

Ωστόσο, δείχνοντας τον πατριωτισμό του, ο von Brauchitsch πήγε στο αεροδρόμιο προκειμένου να αναχωρήσει από το Βελιγράδι για το Βερολίνο. Ο Lang ειδοποίησε τον Neubauer ο οποίος έγινε έξαλλος. Μπήκε στο αυτοκίνητό του και οδηγώντας ξέφρενα στην πόλη, έφτασε στο αεροδρόμιο Bežanija όπου ο von Brauchitsch επιβιβαζόταν στο αεροπλάνο της Lufthansa. Ο Neubauer τον προέτρεψε να επιστρέψει στον αγώνα λέγοντάς του, μεταξύ άλλων: «Εάν επιθυμείτε πόλεμο, μπορείτε να περιμένετε μερικές ώρες».

Η εκκίνηση του αγώνα. Με το νο 6 ο von Brauhitsh, με το νο 2 ο Herman Lang

Καθώς οι ομάδες της Γαλλίας και της Ουγγαρίας αποσύρθηκαν, μόνο οι δύο γερμανικές ομάδες, συμμετείχαν στον αγώνα. Μαζί τους  και ο τοπικός δανδής, ο Σέρβος Boško Milenović, με μια μπλε Bugatti Type 51. Ο αγώνας ξεκίνησε στις 16:45. Η ζέστη δημιούργησε προβλήματα σχετικά με την πρόσφυση των ελαστικών.


Το πιο θεαματικό κομμάτι,  ήταν το τμήμα της οδού Knez Mihailova. Δεδομένου ότι ήταν το υψηλότερο σημείο και αμέσως ακολουθούσε μια σχετικά απότομη κατηφόρα  της διαδρομής, τα αυτοκίνητα έχαναν την επαφή με το δρόμο για μια πτήση δέκα περίπου μέτρων. Στην τελευταία στροφή, προ της γαλλικής πρεσβείας  του  16ου γύρου, ο von Brauchitsch έχασε τον έλεγχο και το μονοθέσιο του έσβησε. Ο Nuvolari που ακολουθούσε άρπαξε την ευκαιρία πέρασε μπροστά και κράτησε τη πρωτοπορία μέχρι την καρώ σημεία.

Καρώ σημαία της όποιας ειρηνικής ζωής όμως, έπεφτε εκείνη τη στιγμή σχεδόν σε όλον τον πλανήτη, με τους στρατηγούς να έχουν πλέον τον πρώτο λόγο στην παγκόσμια σύρραξη που θα ακολουθούσε. Ένας από αυτούς ήταν ο θείος του Manfred, Walther von Brauchitsch, οποίος μετά τον πόλεμο, τον Αύγουστο του 1945, συνελήφθη στο κτήμα του και φυλακίστηκε στο στρατόπεδο 198 στη Νότια Ουαλία. Οι κατηγορίες που τον βάραιναν ήταν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.  Πέθανε στις 18 Οκτωβρίου 1948 από βρογχική πνευμονία σε βρετανικό στρατιωτικό νοσοκομείο στο Αμβούργο, σε ηλικία 67 ετών, προτού διωχθεί.

Ο ιστορικός Helmut Krausnick χαρακτηρίζει τον Brauchitsch ως «έναν εξαιρετικό επαγγελματία ο οποίος ανταποκρίθηκε στις παραδόσεις του επαγγέλματός του, αλλά που δεν είχε ιδιαίτερα τη δύναμη της προσωπικότητας για να αντιμετωπίσει τον Χίτλερ».  Ο ιστορικός Ian Kershaw τον περιγράφει με λιγότερη συμπάθεια ως: «άτομο ασπόνδυλο, το οποίο φοβήθηκε από τον Χίτλερ. Δεν ήταν κάποιος  που θα μπορούσε να ηγηθεί οποιουδήποτε μετώπου ή εξέγερσης».

O Walter von Brauhitsch και ο Αδόλφος όταν τα γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν το Παρίσι.

Η ζωή του ανιψιού Manfred είχε αρκετές ανατροπές. Λόγω των πολλών τραυμάτων του από τους αγώνες, απορρίφθηκε για στρατιωτική θητεία στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν όμως μέλος του Nationalsozialistisches Kraftfahrkorps (NSKK), μιας παραστρατιωτικής οργάνωσης του Ναζιστικού Κόμματος που υπήρχε επίσημα από τον Μάιο του 1931 έως το 1945 με αντικείμενο την εκπαίδευση και καθοδήγηση των μελών της, στη  λειτουργία και τη συντήρηση μοτοσυκλετών και αυτοκινήτων υψηλής απόδοσης.

Έτσι, από το 1940 έως το 1943 είχε διευθυντική θέση στο εργοστάσιο κατασκευής των αεροσκαφών Junkers. Από το 1944 έως το 1945 ήταν σύμβουλος στο υπουργείο Εξοπλισμών και Πολεμικής Παραγωγής του Ράιχ υπό τον  Albert Speer. Μεταπολεμικά έκανε μεταξύ 1949 και 1950 μια απόπειρα να ζήσει στην Αργεντινή αλλά δεν είχε κάποια τύχη. Τον Μάρτιο του 1950 επέστρεψε στη Γερμανία μα η προσπάθεια επανένταξής του στον ενεργό μηχανοκίνητο αθλητισμό, επίσης δεν ήταν επιτυχής.

Στη συνέχεια πέρα από την άσχημη οικονομική του κατάσταση αντιμετώπισε σημαντικότερα προβλήματα καθώς κατηγορήθηκε για προδοσία σχετικά με τις σχέσεις του με την Ανατολική Γερμανία. Πέρασε οκτώ μήνες προφυλακισμένος και αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση. Λίγο πριν από τη δίκη του στο Ανώτατο Δικαστήριο της Βαυαρίας, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1954 εγκατέλειψε την πρώτη του γυναίκα Gisela η οποία αργότερα αυτοκτόνησε, και κατέφυγε στην Ανατολική Γερμανία. Εκεί χρήσθηκε υπεύθυνος του Εθνικού Οργανισμού για τον μηχανοκίνητο αθλητισμό και πρόεδρος του κινήματός του για την προώθηση του ολυμπιακού ιδεώδους.

Αργότερα ξαναπαντρεύτηκε, και του επιτράπηκε να επισκέπτεται περιστασιακά τη Δυτική Γερμανία. Μετά το θάνατο του Hermann Lang το 1987, θεωρήθηκε ως το τελευταίο επιζών μέλος των προπολεμικών οδηγών των  «Silver Arrows». Το 1988 του απονεμήθηκε η διάκριση του Ολυμπιακού Τάγματος από τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή.

O Manfred von Brauhitsch, πέθανε το 2003 στην ηλικία 97 ετών, σε μια ενοποιημένη πια Γερμανία.