Merc E63 AMG.Παράδεισος & κόλαση μαζί (16.01.2010) PDF Print E-mail

Μια παλαιά αραβική παροιμία έλεγε ότι: «ο παράδεισος μπορεί να βρεθεί στις ράχες των αλόγων, στα βιβλία και στα στήθη των γυναικών». Λίγο αργότερα, ο Mark Twain μας είχε παροτρύνει να πάμε στον παράδεισο για το κλίμα και στην κόλαση για την καλή παρέα.

Στην περίπτωση που δεν διαφωνούμε για τα παραπάνω, δεν θα διαφωνήσουμε ούτε στο ότι η Ε63 ΑΜG έχει την περίεργη ιδιότητα, να φέρνει κοντά, να συνδυάζει τα χαρακτηριστικά του παράδεισου και της κόλασης.

Έτσι, αν ο Dante Alighieri ζούσε σήμερα, μάλλον θα είχε περισσότερες δυσκολίες στο να συγγράψει τη Θεία κωμωδία του, ειδικά αν πηγαίναμε μια βόλτα με την Ε63 ΑΜG. Ας δούμε τους λόγους.

 

Εξ ορισμού,

η Ε class αποτελεί μια λύση πολυτελή, άνετη, αξιόπιστη. Στην Ελλάδα την κατατάσσουμε στη μεγάλη κατηγορία, στο εξωτερικό στην αποκαλούμενη, ως executive.

Είναι λοιπόν μια πρόταση που απευθύνεται σε κατά τεκμήριο ώριμους και κατασταλαγμένους, αποφασισμένους σε κάθε περίπτωση οδηγούς – ιδιοκτήτες. Στις «πολιτισμένες» εκδόσεις της, ανταποκρίνεται άμεσα στις επιθυμίες καλύπτοντας όλες τις ανάγκες τους, έτσι ώστε περιγραφές εξοπλισμού όπως: «πτυσσόμενο υποβραχιόνιο πίσω με αποθηκευτικό χώρο και ποτηροθήκη, ξύλινος διάκοσμος "Εucalyptus" με γυαλιστερό φινίρισμα, χώρος για μικροαντικείμενα εμπρός από το εμπρόσθιο υποβραχιόνιο» να έχουν τη σημασία τους.

Οι Γερμανοί, που δεν φαίνονται όμως πρόθυμοι να απεμπολήσουν τα ανταγωνιστικά τους γονίδια, προχώρησαν και στη έκδοση AMG με την οποία δεν κρύβουν τις προθέσεις τους.


Έτσι,

κόντρα στη λογική της εποχής, μια κόντρα που οι Τεντέσκοι ξέρουν να βάλουν, παρουσιάζουν την ΑΜG και ενισχύουν τουλάχιστον κατά το εν τρίτο την αραβική παροιμία του προλόγου. Από την εποχή πάντως, που οι Άραβες βρισκόντουσαν στην κορφή της ακαδημαϊκής κλίμακας του κόσμου έχουν περάσει 10 αιώνες, (όπως και μερικές πυρπολήσεις των σημαντικότερων αραβικών βιβλιοθηκών, από τους πολιτισμένους Χριστιανούς Ευρωπαίους) και ίσως να έχουν αλλάξει λίγα πράγματα, όπως το ότι ο η ράχη ενός αλόγου έχει αντικατασταθεί από το κάθισμα ενός αληθινού αυτοκίνητου οχήματος.

Καθώς λοιπόν το αραβικό καθαρόαιμο της πρώτης μετά Χριστό χιλιετίας, αντικαταστάθηκε από μερικές εκατοντάδες μηχανικά άλογα που μεταμορφώνουν ένα πολυτελές, αξιόπιστο όχημα (Ε class) σε ένα φοβερό κατά κυριολεξία σύνολο (E63 AMG) σκεφτόμαστε ότι τελικά δεν είναι και τόσες πολλές οι αλλαγές. Όπως και τότε τα καθαρόαιμα τα ίππευαν και τα τιθάσευαν οι λίγοι έτσι και σήμερα, λίγοι είναι εκείνοι που στέκονται ατρόμητοι μέσα σε τέτοιες κατασκευές, φτάνοντας με αναίδεια, στα όρια τους.

Για τα υπόλοιπα δύο τρίτα (του προλόγου) δεν δύναμαι να εντοπίσω αλλαγές. Ισχύουν, θαρρώ, αμετάβλητα. Εν προκειμένω, το βιβλίο πιθανόν να κινδυνεύει από την παρουσία των e-books, αλλά αν υποπτευθώ ότι απειλείται το έσχατο τρίτο (του προλόγου), προφανώς κινδυνεύει η υπόσταση του ανθρώπινου πολιτισμού.

Το έχει ομολογήσει και η Μαίρη Λίντα άδοντας:

«Κίνδυνος θάνατος είναι τα μάτια σου, και μου ανάψανε βαρύ καημό,

εκμεταλλεύεσαι τα χτυποκάρδια μου και δεν λυπάσαι που πονώ »

Η παραβολή είναι σαφής…


Έχουμε,

λοιπόν τα 6,3 λίτρα ενός V8 κινητήρα, για το μοντάρισμα του οποίου εργάστηκε προσωπικά ένας τεχνικός, που την υπογραφή του θα φέρουν εσαεί, τα εντυπωσιακά πλαστικά κάτω από το καπό. Ένα θαυμαστό μηχανικό σύνολο που παράγει 525 ατίθασα άλογα ικανά να τρομοκρατήσουν οποιονδήποτε τα περιφρονήσει.

Η περιφρόνηση συνίσταται στο ότι έχουμε ένα όχημα με κινητήριο άξονα τον οπίσθιο και το εργοστάσιο by default έχει προνοήσει να υπερασπίσει την τιμή και τη …ζωή επιβατών και χειριστή με την εμπλοκή των ηλεκτρονικών. Συνεπές όμως στα σπορ γονίδια, δίνει τη δυνατότητα σε όποιον το επιθυμήσει, να αφήσει την ισχύ αφιλτράριστη από τα ηλεκτρονικά και να δοκιμάσει τις δεξιότητες του χειριστή στο έπακρο.

Εκεί ενέχει ο κίνδυνος για τους όσους νομίζουν ότι κατέχουν τη τέχνη και το θράσος να ορίσουν τέτοιου είδους μηχανές, αφού επιταχύνει από στάση στα πρώτα 100 χλμ/ώρα σε κάτι λιγότερο από 4,9 δεύτερα, (4,88 κατέγραψαν τα όργανα) ενώ το χιλιόμετρο (πάντα από στάση) το καλύπτει σε 23,4 δεύτερα με ταχύτητα εξόδου 237 χλμ/ώρα.

Συμπληρωματικά να αναφέρουμε ότι ακινητοποιείται από τα 120 χλμ/ώρα σε λιγότερο από 56 μέτρα, επίδοση δίχως άλλο ικανοποιητικότατη αν τεθεί υπ’ όψιν ότι με δυο άτομα, όργανα και ντεπόζιτο γεμάτο καύσιμα ξεπερνούσε τους δύο τόνους.

Εννοείται ότι σε καλύτερη ποιότητα ασφάλτου όλες οι παραπάνω τιμές μπορούν να μικρύνουν έτι περαιτέρω, αλλά ο αληθινός χαρακτήρας του αυτοκινήτου δεν αποκαλύπτεται σε αυτές τις δυο δοκιμασίες.

Η ατίθαση

καρδιά της Ε63 αποκαλύπτεται στις κλιτύες των ορέων, εκεί στους οφιοειδείς δρόμους των αδούλωτων (όλα στον τόπο μας αδούλωτα είναι) κορφών.

Ξεκινώντας προσεκτικά στην αρχή, με την ανηφόρα, μαθαίνοντας να διαχειριζόμαστε με φειδώ την αστείρευτη δύναμη που σε συνδυασμό με τη μεγάλη μάζα και την αφαίρεση πάσης ηλεκτρονικής προστασίας και τις ρυθμίσεις στα sport+ δημιουργεί ένα εκρηκτικό σύνολο. Μέχρι να ζεσταθούν τα θορυβώδη Dunlop, οι γωνίες είναι κάπως υπερβολικές ειδικά στα κλειστά γλιστερά κομμάτια, κι όταν ζεσταθούν η αλήθεια είναι ότι συμμαζεύεται αρκετά, αλλά τα ελαστικά, παραμένουν θορυβώδη. Δεν υπάρχει περίπτωση να κάνεις αταξία και να μην ακουστείς. Εξετάζεται η περίπτωση, όσοι συναντάς να μην βλέπουν και να μην ακούν. Μόνον αυτοί δεν θα καταλάβουν.

Καθώς λοιπόν προσπαθείς να το σπρώξεις στα όριά του μόνον απαρατήρητος δεν περνάς. Είναι ένα μεγάλο όχημα που κινείται με γωνίες, αναδύοντας ενίοτε και καπνούς από τους τροχούς του κινητήριου άξονα, παράγοντας διάφορα επιβλητικά ηχητικά εφέ. Για τα ελαστικά γράψαμε, για τους βρυχηθμούς του εξάλιτρου (και βάλε) V8 μοτέρ λέμε τώρα ότι θυμίζει θυμωμένο θηρίο της αποκάλυψης και η αμαρτία ολοκληρώνεται με τα «σκασίματα» που ακούγονται ξεδιάντροπα σε μερικές αλλαγές.

Όταν όλα τούτα συμβούν ταυτόχρονα, ειδικά μέσα σε αντερείσματα, το άθροισμα τους για το χειριστή ξεπερνά τα όρια της απόλαυσης ενώ για τους ανύποπτους αγγίζει τα όρια του τρόμου.

Καθώς τελειώνουν τα ανηφορικά κομμάτια, συνηθίζεις στην ιδέα ότι μπορείς να το γλιστράς και αδρανειακά σβήνοντας λίγο από την ταχύτητα γλιστρώντας το πριν την κορφή των αργών στροφών. Είναι περίεργο πώς τόσο μεγάλο και βαρύ όχημα μπορεί να γίνει τόσο παιχνιδιάρικο.

Καθώς τα ανηφορικά κομμάτια τελείωσαν και ο κατηφορικός δρόμος μπροστά μας ανοίγεται γυαλίζοντας από το απογευματινό φως η προσοχή παίρνει πάλι τη θέση του ενθουσιασμού.

Οι πρώτες καμπές έρχονται πλήρεις επιφυλάξεων, προσπαθείς να καταλάβεις την περιοχή πέδησης και σιγά – σιγά κερδίζεις μέτρα και εμπιστοσύνη ανεβάζοντας το ρυθμό. Κυλούν τα χιλιόμετρα, δεν είναι βέβαιο ότι πας πιο γρήγορα, αλλά οδηγείς χωρίς πίεση στον ίδιο ρυθμό. Λίγο αργότερα, φθάνοντας σχεδόν στο τέλος της διαδρομής, τα ρουθούνια σου νοιώθουν την πρώτη υποψία της γνωστής και όχι δυσάρεστης μυρουδιάς από τα υλικά τριβής, έτσι σαν μια προειδοποίηση ότι είναι αρκετά με αυτό το βίαιο παιχνίδι των άμεσων επιταχύνσεων – επιβραδύνσεων στην κατηφορική διαδρομή.

Ρολάρεις

ήσυχα πια τα τελευταία μέτρα της διαδρομής, δίνοντας την ευκαιρία στα συστήματα να ψυχθούν, με τον ήλιο να κλείνει τη σύντομη χειμωνιάτικη διαδρομή του και χαμογελάς δίκην ηλιθίου για όσες ανδραγαθίες έκανες.

Στο εξαίρετο ηχοσύστημα ακούγεται ένα τραγουδάκι του Paul Anka:

«Everything I've ever done
Everything I ever do
Every place I've ever been
Everywhere I'm going to
It's a sin»

Ε, λοιπόν έτσι μπορεί να είναι με αυτό το όχημα.

Ότι και να κάνεις, όπου και να πας, είναι αμαρτία.

Είτε ως ήσυχος, πετυχημένος μεσήλιξ, είτε ως εξαρτημένος από τις τρελές ανάσες των 6,3 λίτρων, ένα είναι βέβαιο. Αμαρτάνεις.

Πλην όμως, ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθο βαλέτω.

Παράδεισος και κόλαση μαζί.

 

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Car & Driver τ.241 Ιανουάριος 2010