Έχοντας ως πρώτη ύλη τις βαθιές, επιστημονικές του γνώσεις, ο Α. R. Burn, καθηγητής της Αρχαίας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης, μας σερβίρει ένα άκρως ενδιαφέρον πόνημα για ότι συνέβη στον τόπο μας και ιδιαίτερα σε αυτή τη «λεπτόγαιη χερσόνησο», την Αττική, κάποιους 26 αιώνες νωρίτερα.
Κεντρικό του πρόσωπο, αυτός που πρωταγωνίστησε στο πιο λαμπερό κομμάτι της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Ο Περικλής του Ξανθίππου. Για την πρώτη έκδοση θα πρέπει, να πάμε πίσω στο 1948, ενώ η συγκεκριμένη Ελληνική (Γαλαξίας), χρονολογείται από το 1970.
Ξεκινώντας, μας προδιαθέτει: «Πρέπει να θεωρηθεί βέβαιο, ότι όσα απομένουν να ανακαλυφθούν είναι πολύ λιγώτερα από όσα είναι ήδη γνωστά» Μας θέτει το ζητούμενο και το αποτέλεσμα ευθύς εκ πρώτης στιγμής, τη στιγμή που προφητεύει το μέλλον με μεγάλη επιτυχία (σ.13):
«Η Ελλάδα δεν πέτυχε την ενότητά της, όπως δεν φαίνεται να την επιτυγχάνη και η σύγχρονη Ευρώπη. Η Αθήνα, κάτω από ηγέτες που μεγαλύτερος τους στάθηκε ο Περικλής, προσπάθησε να επιβάλη την ενότητα δια της βίας, και στην προσπάθεια αυτή τσακίστηκε. Αυτή είναι η Αθηναϊκή τραγωδία.»
Κάνει λόγο για του Μηδικούς πολέμους. Αναφέρεται στην Περσική αυτοκρατορία γράφοντας πως είναι «καλοπροαίρετη, αλλά δεσποτική», ενώ αποκαλεί τους Ελληνες «πολιτικά απείθαρχους, φιλέριδες, μα ελεύθερους και δημιουργικούς», ενώ περιγράφει την μεταξύ τους σύγκρουση, ως «μεγάλη τραγωδία».
Μας ορίζει το πλαίσιο της εποχής, γράφοντας για τους Αθηναίους πως : «με την υπέροχη αυτοπεποίθησή τους κανένα εγχείρημα δεν φαινόταν υπερβολικά αισιόδοξο.»
Ακολούθως παραθέτει και την άποψη του Ηράκλειτου
«Απ’ αυτό μπορεί να αντιληφθή κανείς πόσο ευγενές πράγμα είναι η πολιτική ισότης: οι Αθηναίοι υπό την τυρρανίδα δεν ήταν στον πόλεμο καλύτεροι από τους γείτονές τους, αλλά όταν απηλλάγησαν από αυτούς, απεδείχτηκαν καλύτεροι από όλους. Εξ’ αυτού αποδεικνύεται ότι όταν καταπιέζονταν από τον τύραννο, δεν έκαναν καμμία προσπάθεια όπως όλοι όσοι δουλεύουν για άλλον. Αλλά όταν είναι ελεύθεροι, ο καθένας κάνει το καλύτερο για το ίδιο του το συμφέρον.»
Πέρα από τα λαμπρά έργα, την ολοένα επιταχυνόμενη εξελικτική πορεία και το σύνολο των επιτευγμάτων του αποκαλούμενου και χρυσού αιώνα, η εποχή είχε υπερβολικές δόσεις βίας. «…στην Αθήνα έγινε φανερά οδυνηρό όταν αποκαταστάθηκε η ειρήνη, ότι ο πόλεμος χρηματοδοτούμενος από τις εισφορές της Συμμαχίας της Δήλου, είχε γίνει βιομηχανία. Θα μπορούσε σχεδόν να πεί κανείς, επένδυση».
Κι όλα αυτά σε μια κοινωνία περιορισμένη σε ότι αφορά το πλήθος της, συνεπώς η κάθε απώλεια ήταν σημαντική για αυτό και η αναφορά του Περικλή σε έναν επικήδειο: «Με τους νέους αυτούς η άνοιξη χάθηκε φέτος». Μα πέρα από τις σοβαρές απώλειες, οι πόλεμοι είχαν, συχνά καταστροφικές επιπτώσεις στους άμαχους, που βρίσκονταν στο έλεος των νικητών, μπορούσαν να κρατηθούν όμηροι ή να χάσουν την ελευθερία τους και να πουληθούν ως σκλάβοι.
Πολύ έντονες ήταν και οι πολιτικές αντιπαραθέσεις στο πλαίσιο της λειτουργίας της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, όπου: «κανενός η θέση δεν ήταν ακλόνητη με την ανήσυχη εκείνη Εκκλησία του δήμου» και όπου τα πολιτικά πάθη συχνά φτάνουν σε «πυρετικό παροξυσμό». Παρά τη ζωηρότητα, την ελευθεριότητα, την συμμετοχικότητα στην λήψη αποφάσεων, «η Αθήνα – αντίθετα απ’ ότι πιστεύουν οι περισσότεροι σύγχρονοι - ήταν συμβατική, θρησκόληπτη και, όταν ερεθιζόταν, καθόλου ανεκτική».
Σε όλο αυτό το πλαίσιο, η παρουσία του Περικλή είναι επιβλητική. Αυτός ο οποίος είχε πει πως: «Κανένας Αθηναίος δεν φόρεσε μαύρα εξ’ αιτίας μου», περιγράφεται αναλυτικά, προσεκτικά, καθόλου δοξαστικά, αλλά πολύ ανθρώπινα στην παρούσα έκδοση.
|